Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Εξαγριώθηκε μονομιάς ο Νίκος. Ο πόθος του νέου κοριτσιού, πούχε φουντώσει μέσα του, αρνιόταν της Βεργινίας την ύπαρξη κι αυτή βρισκόταν εδώ μπροστά του, ολοένα μπροστά του, ζωντανή και ξύπνια ολοένα, ολοένα μ’ άγρυπνη την πίκρα της που της είχ' έρθει απ’ αυτόν!. . κ' η πίκρα της αυτή περίχυνε με χολή το λαχταραστό λουλούδι της ψυχής του και το φαρμάκι στάλαζε απ’ τις ρίζες, μολύβι στην καρδιά του, θειάφι αναμμένο στα σωθικά του, που τον έπιανε λύσσα να σπαράξη τον εαυτό του αφού απ’ αυτόν ερχόταν το κακό που υπόφερνε· μα κ' εδώ πάλι αιτία ήτον αυτή, πούτον ολοένα ξύπνια και ζωντανή μπροστά του, που του σπάραζε το στήθος με την άγρυπνη της πίκρα τη σταλμένη απ’ αυτόν τον ίδιο Δεν κοιμάσαι! της κάνει με θυμό.
Ποιος αθώρητος άγγελος θάρχεται τώρα κοντά μου να με γλυτώνη από αμέτρητους πειρασμούς! Κανένας, κανένας πια τώρα παρά η μάννα μου, και κείνη δεν τα ξέρει πια όλα τα μυστικά βάσανά μου. Την έκαμε ξένη τη μάννα μου το Σκολειό! Πού να το φανταστή ο γέρος πως άνοιξε μπροστά μου τέτοιον γκρεμνό! Χωράτευε με την παιδιακήσια μου την αγάπη, και δεν τόξερε πως με σπάραζε. Μήτ' άλλος κανένας δεν τόξερε.
Τo στόμα της έδειχνε κυρτωμένο σ' ένα τόξο, που θάτον ακόμα πιο τρομερό αν ήτονε γέλοιο κι όχι κλάμα βαστηγμένο μιας ψυχής που σπάραζε . . . Τώρα ο Νίκος ερχόταν το απόγεμα από νωρίς στο σπίτι πολλές φορές και δε ματάβγαινε καθόλου ύστερ’ απ' το γιόμα.
Άρχιζε πάλε και του μάτωνε την καρδιά, και του σπάραζε τα σωθικά η σκληρή, η σφαχτερή, η σιδερένια η φωνή του Δημήτρη. Σα να τόννοιωθε πια πως ελπίδα δεν είχε, πως στη ζωή του αποπάνω ξάπλωσε τα μαύρα και τα διάπλατα της φτερούγια η συφορά και την απόδιωξε την ελπίδα. Του πέρασε μια στιγμή από το νου του ναφήση τον αδερφό του μέσα στο δρόμο και να ξεκόψη. Ναποχωριστή εκείνον παρά την ευτυχία του.
Τι είχε το κάτω-κάτω της γραφής; Μια ζαλάδα, μια λιγοψυχιά, απ' τον καιρό που τον είχε χτυπήσει μια αντένα στο κεφάλι. Ούτε το καταλάβαινε ο ίδιος. Οι άλλοι του τώλεγαν, πως έπεφτε κάτω και σπάραζε. Οι γιατροί είπανε τάχα πως ήτανε σεληνιασμός, πως ναυτικός με τέτοια αρρώστεια δε γίνεται, πως μπορούσε να πέση στη θάλασσα να πνιγή, να πέση απ' το κατάρτι να σκοτωθή απάνω στην κουβέρτα.
Σαν έτσι πάντα σπάραζε τον Έχτορα από πάθος. 22 Μα τέλος πια η δωδέκατη σαν ήρθε χρυσαβγούλα, 31 τότ' είπε μέσα στους θεούς του Δία ο γιος ο Φοίβος «Χάρη δεν ξέρτε ή πόνεση, θεοί!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν