United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλοί σας γενεές θνητών, πως η ζωή σας τίποτε, τίποτε δεν αξίζει! Ποιος τάχα, ποιος θε να ’ν’ αυτός ο ζηλεμένος ο θνητός,που πιότερη ευτυχία φέρει παρ’ όσηνε χρειάζεται ευτυχισμένος να φανή, κι έπειτα στην κακομοιριά να πέση; Τη δική σου πέρνοντας εγώ παράδειγμα την τύχην, δυστυχισμένε Οιδίπου, κανέναν δεν καλοτυχίζω. Αντιστροφή α΄

Ο Γκορνεβάλης ξεπετιέται από τον κρυψώνα του, πιάνει το χαλινό, και συλλογιζόμενος στη στιγμή όλο το κακό πούχε κάμει αυτός ο άνθρωπος, τόνε ρίχνει κάτω, τον κάνει κομμάτια, και φεύγει, πέρνοντας μαζύ του το κομμένο κεφάλι. Κει κάτω στη χορταρένια καλύβα, ο Τριστάνος και η Βασίλισσα κοιμούνται σφιχτά αγκαλιασμένοι, απάνω στην ανθισμένη χλόη.

Για να κάνουν γούστο με τον τρελλό, οι υπηρέτες τον έβαλαν να κοιμάται στα σκαλιά της σάλας, σαν οκυλλί στη σκυλλοκαλύβα. Γλυκά υπόμενε της ειρωνείες τους και τα χτυπήματά τους. Κάποτε κάποτε πέρνοντας το σχήμα του και την καλλονή του, περνούσε από την τρώγλη του στην αίθουσα της Βασιλίσσης. Αλλά, έπειτα από λίγες ημέρες δυο καμαριέρες υπωπτεύτηκαν την πανουργία.

Όσο πιο γλίγωρα μπορείτε σηκωθήτε της ικεσίας πέρνοντας μαζί τις δάφνες. Κι άλλος εδώ τον λαόν του Κάδμου ας συμμαζέψη. Εγώ ό, τι δυνατόν θα επιτελέσω, κ’ έτσι ή ευτυχισμένοι ή δυστυχείς θενά γενούμε. ΙΕΡΕΥΣ Ω τέκνα, ας εγερθούμε, γιατί πλέον εκείνα που να ζητήσωμε ήλθαμε μας υπεσχέθη και ο Φοίβος που μας έστειλε τους θείους χρησμούς του βοηθός ας έλθη και σωτήρ στην πόλι ετούτη. Στροφή α΄

Κ’ εγώ όλα εκείνα ακούοντας, την Κορινθίαν γην φεύγω γλιγωρότερα όσο μπορούσα, τ’ άστρα πέρνοντας οδηγούς στο μισεμό μου° μη θέλοντας όσα κακά οι χρησμοί σ’ εμένα επρόβλεπαν να τελεσθούν, έφευγα πάντα. Και προχωρώντας έφθασα στον τόπο εκείνον που λες ότι εσκοτώθηκεν ο άναξ της Θήβας. Και θα σου πω βασίλισσα την πάσα αλήθεια.

Στο τέλος μη μπορόντας Στα πόδια να σταθούν, Οχ τον πολύν αγώνα Καθόλου να ορθοθούν· Αποσταμένα πέφτουν 1245 Στη γη ξαπλοταριά, Κειτάμενα σαν ψόφια Δεξιά ζερβιά μεριά. Και το Λαγό στη μέση Κομμάτι τρυφερό 1250 Με θλίψι τους κυττάζουν, Και μάτι λυπηρό. Η Αλουπού σε ταύτο Περνόντας αποκεί, Καθώς τα πάντα ίδε 1255 Καλά προσεχτική, Τρεχάτη ανάμεσά τους Αδράζει το Λαγό, Και φεύγει προς το δάσος.