Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Και λοιπόν τα άλλα μεν, ας τα αφήσωμεν κατά μέρος, χωρίς να σκοτιζώμεθα αν τα λέγουν κατά τον ένα ή τον άλλον τρόπον. Εκείνο όμως χάριν του οποίου τα λέγομεν, ας προσέχωμεν όταν τους ερωτούμεν: Κινούνται και ρέουν, λέγετε, τα πάντα; Δεν είναι έτσι; Θεόδωρος. Μάλιστα. Σωκράτης. Άραγε όχι με τας δύο κινήσεις, τας οποίας διεκρίναμεν, δηλαδή με την μεταφοράν και με την μεταβολήν; Θεόδωρος.

Το ρεύμα του ποταμού είναι μέγα και πολύ και θολερόν, αι δε νήσοι πολύ πυκνά κείμεναι μεταξύ των χρησιμεύουν προς αλλήλας ως σύνδεσμοι ώστε να σταματούν τα χώματα· διασταυρούμεναι και μη ευρισκόμεναι κατά σειράν δεν αφήνουν τα ύδατα να ρέουν κατ' ευθείαν προς το πέλαγος. Είναι δε μικραί και έρημοι.

Ενώ γράφω ταύτα επισωρεύονται πυκναί εις την ψυχήν μου αι αναμνήσεις, και διέρχονται αλλεπάλληλοι διά της φαντασίας μου αι περιπέτειαι της καταστροφής. Κλείω τους οφθαλμούς και βλέπω ενώπιον μου τους δυστυχείς της εξορίας συντρόφους, και ακούω τας διηγήσεις των, και αντηχούν εις τα ώτα μου οι στεναγμοί των, και ρέουν τα δάκρυα των, και συσφίγγονται απηλπισμέναι αι χείρες των !

Αυτά 'πεν ο Τηλέμαχος· κ' η Αθήνητους μνηστήραις 345 γέννησε γέλωτ' άσβυστον, και εσκότισε τον νουν των· και με σαγόνι' αλλότρια γελούσαν ήδη εκείνοι και κρέατ' αιματόβρεκτα μασσούσαν, κ' εγεμίσαν δάκρυα τα μάτια, και οδυρμούς προέβλεπε η ψυχή τους. τότ' είπεν ο θεόμορφος Θεοκλύμενοςεκείνους· 350 «Α! δύστυχοι! ποια συμφορά σας ηύρε; μαύρη νύκτα ταις κεφαλαίς, τα πρόσωπα, τα γόνατα, σας ζώνει· άναψε ο θρήνος, δάκρυατα μάγουλά σας ρέουν, και τα λαμπρά μεσόστυλα και οι τοίχοι στάζουν αίμα. πρόθυρο, αυλή, σκιαίς νεκρών γεμίσαν κινημέναις 355 κατά το ανήλιον Έρεβος· ο ήλιος εσβύσθητον ουρανό, και απλώθη αυτού γύρω κακή μαυρίλα».

ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Να, σε βλέπω μετά χαράς, ως πάντοτε οσάκις σε βλέπω. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Αλλά διατί από τους οφθαλμούς σου ρέουν δάκρυα ; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Διότι θα χωρισθώμεν, κόρη μου, διά πολύν καιρόν. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Δεν σ' εννοώ, πατέρα μου φίλτατε. Τι θέλεις να είπης ; ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Όσω λογικώτερον ομιλείς, τόσω περισσότερον με συγκινείς. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Α ! τότε λοιπόν θα σου λέγω τρελλούς λόγους, διά να χαρής.

Και βέβαια ημείς δεν οφείλομεν να αποδειλιάσωμεν πριν τελειώσωμεν. Σωκράτης. Προφασίζονται λοιπόν ότι δεν είναι αιτία αυτής της δοξασίας το εσωτερικόν των πάθος, αλλά ότι τα ίδια τα πράγματα επλάσθησαν κατ' αυτόν τον τρόπον, να μην είναι δηλαδή κανέν από αυτά μόνιμον ουδέ σταθερόν, αλλά να ρέουν και να μεταφέρωνται και να είναι πάντοτε πλήρη μεταφοράς και ανασχηματισμού.

Είναι δε ανοικταί, διά να ρέουν αι δύο αυταί πηγαί, και όστις μεν αντλεί από όπου πρέπει και όταν και όσον πρέπει γίνεται ευτυχής, αδιαφόρως είτε πόλις είναι αυτή είτε ιδιώτης είτε οποιονδήποτε ζώον, όστις όμως αντλεί χωρίς μέθοδον και συγχρόνως παρακαίρως θα έχη την αντίθετον ζωήν από εκείνον.

Προς το μέρος των Τριβαλλών, αυτονόμων και τούτων, οι τελευταίοι υπήκοοι των Οδρυσών ήσαν οι Τρήρες και οι Τιλαταίοι· κατοικούν δε ούτοι προς βορράν του Σκόμβρου όρους και εκτείνονται προς δυσμάς μέχρι του Οσκίου ποταμού, ο οποίος ρέει εκ του αυτού όρους αφ' όπου ρέουν και ο Νέστος και ο Έβρος. Το δε όρος τούτο είναι έρημον και μέγα και συνέχεται με την Ροδόπην.

Είπα, και η θαυμαστή θεά μου απάντησεν αμέσως• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, εις το καράβι σου οδηγόν καθόλου μη ζητήσης• 505 άμα τεντώσης τα λευκά πανιά 'ς τ' ορθό κατάρτι, κάθου• φυσώντας ο Βορηάς θα σου οδηγά το πλοίο. αλλ' άμα τον Ωκεανό διαβής με το καράβι, άγριαν θα ιδής ακρογιαλιά, και της Περσεφονείας τα δάση, λεύκαις υψηλαίς, χασόκαρπες ιτέαις. 510 εις τον βαθύ Ωκεανό την πλώρη αυτού να στήσης, και συτου Άδη κίνησε τ' αραχνιασμένο δώμα, όπου ο Πυριφλεγέθονταςτου Αχέροντα το κύμα, και ο Κώκυτος, 'που της Στυγός απόκομμ' είναι, ρέουν• πέτρ' είναι, όπου βαρύκτυπα τα δυο ποτάμια σμίγουν. 515 και ως φθάσης, ήρωα, κει σιμάτο μέρος, 'που σου λέγω, λάκκο μιαν πήχη σκάψ' ευθύς του μάκρου και του πλάτου, και χύσε γύρω αυτού χοαίς όλων των πεθαμένων• και αφού βάλης μελίκρατο, γλυκό κρασί κατόπι, τρίτα νερό, και μ' άλευρα λευκά τα πασπαλίσης, 520ταις άδειαις κάραις των νεκρών εύχου θερμά, και τάξου δαμάλα στείρα διαλεκτή να σφάξης άμα φθάσης εις την Ιθάκη, και πυράν πολύδωρη να κάψης, και να προσφέρης χωριστόν αρνί του Τειρεσία, ΟΜΗΡΟΥ κατάμαυρο, 'που δεύτερο δεν θα 'χη το κοπάδι. 525 και άμα ικετεύσης τάνδοξα των πεθαμένων πλήθη, κριάρι σφάξε, ολόμαυρη κοντά του προβατίνα, και στρέψε τατο έρεβος• συ γύρε αλλού την όψι προς ταις ροαίς του ποταμού• και τότε αυτού θε να 'λθουν να σ' εύρουν αναρίθμηταις ψυχαίς απεθαμένων. 530 και κάμε τους συντρόφους σου να γδάρουν και να κάψουν τ' αρνιά ριμμένα, ως τα 'σφαξε το αλύπητο μαχαίρι, κ' έπειτα ευχαίς των δυο θεών ειπήτε, εις τον ανδρείον τον Άδη και εις την άσπονδην αντάμα Περσεφόνη. και συ το ξίφος γύμνωσε, κάθου και μην αφίνης 535 ταις άδειαις κάραις των νεκρών καθόλου να σιμώσουντο αίμα, πριν συμβουλευθής εσύ τον Τειρεσία. ο μάντης θα 'λθη ευθύς εκεί να σ' εύρη, ω πολεμάρχε• αυτός τον δρόμο θα σου ειπή, του ταξειδιού τα μέτρα, και πώς, το πέλαο σχίζοντας, θα φθάσηςτην πατρίδα». 540

Πώς όχι; αφού πρόκειται να είναι τελεία η κίνησίς των; Σωκράτης. Λοιπόν εάν μόνον μετεφέροντο χωρίς να μεταβάλλωνται, θα ημπορούσαμεν ίσως να ειπούμεν ποίου είδους είναι αυτά τα οποία ρέουν, όταν μεταφέρονται. Ή όχι; Θεόδωρος. Πολύ ορθά. Σωκράτης.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν