Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Ήγουν, σαν νάθελε το στόμα μου το χέρι να σπαράξη, οπού του δίδει την τροφήν! Αλλά θα τας παιδεύσω! Δεν χύνω άλλα δάκρυα... Ω! Να με κλείσουν έξω τέτοιαν νυκτιά!... Πέφτε, βροχή! Τέτοιαν αλύπητην νυκτιά! Ρεγάνη, Γονερίλη, εμένα; τον πατέρα σας; που μ' όλην την καρδιάν μου τα πάντα σας εχάρισα;... Ας μη το συλλογούμαι, μη με αυτήν την συλλογήν χάσω τα λογικά μου! Αρκεί! Αρκεί!

Εσύ τ' αξίζεις κύριος μιας γυναικός να είσαι, κ' εκείνος, που του έπρεπε ο δούλος μου να είναι, είναι ο άνδρας μου! ΟΣΒ. Ιδού, κυρία μου, ο δούκας. ΓΟΝΕΡ. Ήτον καιρός που ήξιζα πλειότερον νομίζω. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Ω Γονερίλη, ούτ' αυτήν την σκόνην δεν αξίζεις, που του άνεμου η πνοή φυσάτο πρόσωπόν σου! Ως πού θα πας; Και πού φραγμός να σ' εμποδίση πλέον, αφού επεριφρόνησες και τον γεννήτορά σου!

ΛΗΡ Α! Γονερίλη! και με άσπρα γένεια!.. Μ' εκαλόπιαναν 'σάν τα σκυλιά, και μου έλεγαν ότι έχω άσπραις τρίχες, προτού ακόμη φυτρώσουν αι μαύραις. Να μου λέγουν ναι και όχι εις ό,τι έλεγα, να μου λέγουν και ναι και όχι μαζί, δεν ήθελε πολλήν θεολογίαν.

Αφού το απεφάσισα λοιπόν να παραιτήσω και κράτος κ' εισοδήματα και της αρχής φροντίδα, ειπήτε, θυγατέρες μου, να ιδώ από τας τρεις σας ποια μ' αγαπά πλειότερον ώστε κ' εγώ να δώσω το δώρον πλουσιώτερον εκεί, όπου αξίζει να είμαι γενναιότερος. Λοιπόν, ω Γονερίλη. η πρωτογέννητη εσύ, ομίλησε και πρώτη. ΓΟΝΕΡ. Αυθέντα, πόσον σ' αγαπώ λόγια να πω δεν έχω.

Δεν ήθελα όμως να είμαι ο Ληρ, παππού. Εξεφλούδισες το καύκαλό σου και από τα δύο μέρη, και δεν σου έμεινε μέσα τίποτε. — Ιδού, έρχεται το ένα ξεφλούδισμα, Εισέρχεται η ΓΟΝΕΡΙΛΗ. ΛΗΡ Τι έχεις, κόρη μου; Τι θέλει αυτό το σούφρωμα εκεί; Ωσάν να τα πολυσουφρώνης τώρα τώρα τα φρύδια σου. ΓΕΛΩΤ. Καλά την είχες, όταν δεν σ' έμελλε είτε τα σουφρώνει είτε όχι.

Εις το πλευρόν του κάθισε και συ, συνάδελφέ του. Κάθουτο πλάγι των και συ. Μ' αυτούς και συ θα κρίνης. ΕΔΓΑΡ Να κάμωμεν δικαιοκρισίαν. Ξύπνα, βοσκέ μου, και μην κοιμάσαι. Πατούν τα στάχυα τα πρόβατά σου. Δεν τα σφυρίζεις νάλθουν σιμά σου; Ή τον δραγάτην δεν τον φοβάσαι; Πρρρ! Η γάτα είναι στακτιά.! ΛΗΡ Πρώτη αυτή να κριθή. Είναι η Γονερίλη.

Εισέρχονται εξ ενός η ΓΟΝΕΡΙΛΗ και ο ΕΔΜΟΝΔΟΣ, εξ αντιθέτου δε της σκηνής μέρους ο ΟΣΒΑΛΔΟΣ. ΓΟΝΕΡ. Εδμόνδε, καλώς ώρισες! Ο αγαθός μου άνδρας πώς να μην έλθη απορώ να μας προϋπαντήση; Πού είναι ο αυθέντης σου; ΟΣΒ. Κυρία, είναι, μέσα, αλλ' έγιν' άλλος άνθρωπος. Το φθάσιμον του Γάλλου του είπα, κ' εμειδίασε· του είπα πως θα έλθης, και, τόσον το χειρότερον, εκείνος απεκρίθη.

Εκείνη τον πατέρα της θα τον παρηγορήση, και όταν μάθη όλ' αυτά, ω βέβαια, θα έλθη, θα έλθη με τα 'νύχια της να σου καταξεσχίση το πρόσωπόν σου, λύκαινα! ’Σ τα χέρια μου και πάλιν την εξουσίαν θα ιδής εκείνην, που νομίζεις ότι εγώ την άφησα διά παντός! ΓΟΝΕΡ. Τον είδες; ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Δεν ημπορώ αληθινά διόλου, Γονερίλη, όσον και αν σε αγαπώ, να δικαιολογήσω...

Ορκίζομαι ενώπιον του σεβαστού τούτου δικαστηρίου, ότι έδιωξε με ταις κλωτσιαίς τον δυστυχή τον βασιλέα τον πατέρα της. ΓΕΛΩΤ. Πλησίασε, κυρία! Τ' όνομά σου είναι Γονερίλη; ΛΗΡ Δεν ημπορεί να το αρνηθή. ΓΕΛΩΤ. Να με συμπαθήσης. Σε πήρα διά σκαμνί. ΛΗΡ Ιδού κ' η άλλη. Μαρτυρούν τι έχειτην καρδιά της τα βλέμματά της τα λοξά. — Θα φύγη! Πιάσετέ την! 'Σ τα όπλα!

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν