Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Κρύος ίδρωτας μ' επήρε. Άρχισαν να θολώνουν τα μάτια μου. — Στο Θεό σου. καπετάνιε, του λέγω· έχε υπομονή. Να φέρουμε μια βόλτα πάλι. Ούτ' εκείνος όμως, ούτε οι λαμνοκώποι με άκουαν. Το καΐκι εγύρισε κ' έφευγε για το λιμάνι βαριεστισμένο κ' εκείνο. Εγώ κρεμασμένος από την κουπαστή δεν έπαυα να κυτάζω ζερβόδεξα, με καρδιοχτύπι μεγάλο, σαν να εζητούσα της μάνας μου τα κόκκαλα. Μάταια όμως!

Όταν επλησίασαν να με πλακώσουν τα γεράματα, να με κουράζουν αι διασκεδάσεις και να μ' ενοχλούν οι ρευματισμοί, αισθάνθηκα την ανάγκην να έχω ένα σπιτικό και μίαν γυναίκα δική μου να με περιποιήται. Καθώς πας άλλος αγαπώ κ' εγώ της εύμορφες, και πλούσιος καθώς είμαι, εύκολο ήτο να εύρω ένα νόστιμο κορίτσι, αν δεν εζητούσα προίκα.

Είχα κάτι προαισθήματα, τα οποία εις μάτην εζητούσα ν' αποδιώξω. Κάποια μυστηριώδης φωνή μου έλεγεν ότι περιμένω αδίκως. Πράγματι, επλησίαζε να δύση ο ήλιος, ότε απεφάσισα ν' αφήσω το ζυθοπωλείον. Μόνος και μελαγχολικώς βαδίζων, εισήλθα εις την πόλιν, καταρώμενος τον κακόν δαίμονα του καϋμένου του Σοφοκλή. Αυτήν την φοράν τον έχασα εντελώς.

Είδα λοιπόν εγώ τότε πως εθύμωνε, που εζητούσα να διευκρινίζω τα λεγόμενα, όσω αυτός ήθελε να με τυλίξη μέσα εις τας λέξεις, που μου έστηνε γύρω σαν βρόχια. Και ενθυμήθηκα αμέσως τον μουσικοδιδάσκαλόν μου τον Κόννον, που και εκείνος μου θυμώνει πάντα, όταν δεν τον υπακούω, και έπειτα με παραιτεί ως ανεπίδεκτον μαθήσεως.

Καθώς εγώ δεν εζητούσα άλλο παρά ένα τέτοιον πρόσταγμα, ευθύς επήρα ένα κανιστράκι, και επήγα και έμασα από τα πλέον ωραιότερα λουλούδια και άνθη, και μαζί με εκείνην την σκλάβαν ήλθαμεν υποκάτω εις έναν ίσκιον διαφόρων πυκνών δένδρων, εκεί που η Ρετζία ήτον καθισμένη επάνω εις ένα θρονί χρυσό, περιτριγυρισμένη από τριάντα σκλάβες νέες, η μία ευμορφότερη από την άλλην, που κατά αλήθειαν δεν ημπορούσε να γένη μία εκλογή καλυτέρα από αυτήν διά να συντροφεύσουν της Ρετζίας την ωραιότητα.

Εγώ υπώπτευσα που ήθελε να καταλήξη με την ερώτησίν του, εκεί όπου και πράγματι κατέληξε, και εζητούσα κάποιαν απηλπισμένην διέξοδον και καθώς ψάρι πιασμένο στα δίκτυα ήρχισα να τα γυρνώ για να ξεφύγω. — Όχι δεν έχω, του απήντησα λοιπόν, Διονυσόδωρε. — Αλήθεια; φαίνεται λοιπόν πως είσαι πολύ κακομοιριασμένος άνθρωπος και ούτε καν Αθηναίος, αφού δεν έχεις ούτε πατρώους θεούς ούτε δικάς σου θυσίας ούτε κανένα καλόν και ωραίον πράγμα.

Εζητούσα από αυτούς τους ιερωτέρους όρκους, παρακαλών αυτούς να μη με θάψουν επ' ουδενί λόγω προτού η αποσύνθεσις προχωρήση πολύ, και καταστήση τοιουτοτρόπως αδύνατον την επάνοδόν μου εις την ζωήν. Εφαντάσθηκα μίαν σειράν όλην πραγματικά περιεσκεμμένων προφυλάξεων.

Εβγάνοντας το λοιπόν από το μετζίτι, επήγα εις μίαν πόρταν ενός μεγάλου παλατίου, και με φωνήν τρανήν εζητούσα ελεημοσύνην. Μία γραία σκλάβα έρχεται ευθύς με ένα ψωμί εις το χέρι διά να μου το δώση και τον καιρόν που άνοιξε την πόρταν διά να μου το δώση βλέπω από μέσα εις το παλάτι μίαν νέαν κυράν εξαισίας ωραιότητος.

Ως τόσον βλέποντας έτσι, κάθε ολίγον εσήκωνα τους οφθαλμούς μου εις τον ουρανόν, και εζητούσα εκδίκησιν εις τούτο το άδικον που μου εγίνετο, και η καρδία μου ήτον γεμάτη από θυμόν, και εθλιβόμουν μεγάλως.

Εγώ που δεν εζητούσα άλλο παρά να έβγω από αυτό το πεδούκλωμα, την ξαναβεβαίωσα πως θέλω κάμει καθώς αυτή με εδιάταξε. Χαρουμένη αυτή εις αυτήν την βεβαιότητα, επαρακίνησε τον πατέρα της να τελειώση αυτήν την υπανδρείαν· καθώς και έγινεν ολίγας ημέρας υστερώτερα, κάνοντας πρώτον να αρνηθούν την θρησκείαν τους, και να δεχθούν εκείνην του Μωάμεθ.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν