United States or Åland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν επλησίασαν και αντικρύσθησαν, οι μεν Ινδοί τάξαντες επί κεφαλής τους ελέφαντας ηκολούθησαν εις φάλαγγα, ο δε Διόνυσος κατείχε το μέσον του στρατεύματός του, ενώ του δεξιού την διοίκησιν είχεν ο Σειληνός, του δε αριστερού ο Παν και ως λοχαγοί και ταξίαρχοι είχον διορισθή Σάτυροι. Γενικόν δε σύνθημα ήτο το ευοί.

Τινές από το εχθρικόν στρατόπεδον, μ' όλον ότι προχωρήσαντες διά να κόψωσι ξύλα επλησίασαν πολύ εις το μέρος, όπου ήσαν οι Έλληνες, δεν ημπόρεσαν μ' όλον τούτο να τους εννοήσωσι, τόσον επιδεξίως είχον κρυφθή εις τους θάμνους και τα σύδενδρα μέρη και τόσον μεγάλην σιωπήν και ησυχίαν διετήρησαν.

Ήσαν δ' ελαφρώς ωπλισμένοι και φορούντες υπόδημα μόνον εις τον αριστερόν πόδα διά να μη γλιστρούν εις τον πηλόν. Επλησίασαν λοιπόν εις τας μεταξύ των πύργων επάλξεις, όπου ήξευραν ότι ήσαν αφρούρητοι, πρώτον μεν οι φέροντες τας κλίμακας και προσήρμοσαν αυτάς· έπειτα δε ανέβησαν δώδεκα στρατιώται έχοντες ξιφίδιον και θώρακα, των οποίων ήτον αρχηγός Αμμέας ο Κοροίβου, ο οποίος και πρώτος ανέβη.

Κατ' αρχάς η συζήτησις εγίνετο εις την αυλήν, παρά το μαγειρείον, και δεν διεκρίνετο καλώς το αντικείμενόν της, αλλά βαθμηδόν τα πρόσωπα του διαλόγου επλησίασαν εις την είσοδον της οικίας. Ηκούοντο δύο φωναί, η της μαγειρίσσης και άλλη γυναικεία φωνή. Η δευτέρα αύτη ήτο η ηπιωτέρα των δύο, ο δε ήχος της ήτο γλυκύς. Έπρεπε να προσέξη τις διά να εννοήση ότι ήτο γραίας γυναικός φωνή.

Επί τέλους, επί τέλους τον είδε μακρόθεν ερχόμενον! — Αι; Ναι ή όχι; ηρώτησεν άμα επλησίασαν προς αλλήλους. — Στάσου, αδελφέ, να πάρω την αναπνοήν μου! Εκ της εκφράσεως του φίλου του εφοβήθη ο Λιάκος ότι θα ηυχαριστείτο περισσότερον ακούων το Όχι, ή το Ναι. — Μη μετενόησεν; εσκέφθη καθ' εαυτόν πλήρης νέας ανησυχίας.

Έφευγον μαζύ με τα βέλη των ιππέων, ανέτρεπον τους αναβάτας δάκνοντα αυτούς εις την κοιλίαν, επήδων υπεράνω των αβύσσων, και ολόκληρους ημέρας εξηκολούθουν εις την πεδιάδα τους εξωφρενιτικούς των καλπασμούς. Με μίαν λέξιν τα εσταμάτων. Μόλις εισήλθεν ο Ιωακείμ τον επλησίασαν όπως τα πρόβατα όταν ιδούν τον βοσκόν των.

Διά το βαθύ της νυκτός σκότος, διά την ανωμαλίαν των δρόμων και διά τας πολλάς περιστροφάς, μόλις δυο ώρας πριν εξημερώση επλησίασαν εις το εχθρικόν στρατόπεδον, χωρίς να εννοηθώσι διόλου από τους φύλακας, και εμβαίνουν εις αυτό φωνάζοντες και τουφεκίζοντες.

Διελθόντες υπό τους φοίνικας της Βηθανίας, επλησίασαν εις τους συκεώνας του Βηθφαγή, μικρού προαστείου μεσημβρινώς και αντικρύ της Βηθανίας. Εις το χωρίον τούτο, ή εις άλλο εγγύς, ο Ιησούς απέστειλε δύο των μαθητών Του.

Ήσαν δε ήδη και η αγορά και το πρυτανείον κεκοσμημένα διά μαρμάρου της Πάρου. Τούτον τον χρησμόν δεν ηδυνήθησαν να εννοήσωσι μήτε τότε ευθύς μήτε όταν ήλθον οι Σάμιοι. Τωόντι μόλις ούτοι επλησίασαν εις τον Σίφνον, έπεμψαν εις την πόλιν πλοίον με πρέσβεις.

Διά τον φόβον λοιπόν τούτον οι Αθηναίοι στρατηγοί συνήθροισαν συμμαχικόν στρατόν, επλησίασαν εις την Άντανδρον, ενίκησαν εις μάχην τους ελθόντας προς απόκρουσιν και ανέκτησαν πάλιν την θέσιν. Μετ' ου πολύ ο Λάμαχος, ο οποίος είχεν εισπλεύσει εις τον Πόντον, προσορμισθείς εις τον Κάληκα ποταμόν πλησίον της Ηρακλείας, απώλεσε τα πλοία του ένεκα μεγάλου χειμάρρου πού κατέβη αιφνιδίως εκ των ορέων.