United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τα γύναια τον εφοβούντο και έσειον τας λυτάς των κόμας και εφώναζον ευοί• οι δε κατάσκοποι ενόμιζον ότι τούτο ήτο το όνομά του. Αι γυναίκες είχον ήδη διαρπάσει τα ποίμνια και εσπάρασσον ζωντανά τα ζώα, διότι τρώγουν φαίνεται ωμά τα κρέατα.

Σιγά σιγά θα μας φέρνουν και τις χαρές μας από τον Παράδεισο, και τους πόνους μας από την Κόλαση, και σα δεν έχουμε πια τίποτις δικό μας, θα ψάλλουμε στον πλάγιο του τετάρτου, — το μόνον ήχο που ξέρουνε στην Ευρώπη, — «Ευοί Ευάν» με τους αγγέλους, και «Ιώ, ιώ» με τους δαιμόνους. Και τότες θα δοξαστούμε, και θα δη η «Εσπερία» τι μεγάλο έθνος γενήκαμε, και θα μας δώση την Πόλη.

Αλλά μετά θάρρους υπόσχομαι εις αυτούς ότι εάν και τώρα, όπως άλλοτέ ποτε, θελήσουν να μετάσχουν εις την Διονυσιακήν τελετήν την οποίαν προσφέρω και ενθυμηθούν οι παλαιοί μου συμπόται τας διασκεδάσεις μας των τότε καιρών και δεν καταφρονήσουν τους Σατύρους και τους Σειληνούς, πίουν δε μέχρι κόρου εκ του ποτηρίου το οποίον προσφέρω, θα καταληφθούν και αυτοί υπό της Διονυσιακής μέθης και πολλάκις μετ' εμού θα αναφωνήσουν το ευοί.

Όταν επλησίασαν και αντικρύσθησαν, οι μεν Ινδοί τάξαντες επί κεφαλής τους ελέφαντας ηκολούθησαν εις φάλαγγα, ο δε Διόνυσος κατείχε το μέσον του στρατεύματός του, ενώ του δεξιού την διοίκησιν είχεν ο Σειληνός, του δε αριστερού ο Παν και ως λοχαγοί και ταξίαρχοι είχον διορισθή Σάτυροι. Γενικόν δε σύνθημα ήτο το ευοί.

Το ύψος της γνώσεως παρά σοι». Και ούτως έγειναν άφαντοι. Ευθύς μετ' αυτάς εφάνη ευειδής νεανίας, μόλις χνοάζων την μορφήν, απαστράπτων δε φαιδρότητα εκ της όψεως. Έστη επί μίαν στιγμήν ενώπιον του Πλήθωνος, και επέθηκε περί τον τράχηλον αυτού στέμμα εκ κισσού, χωρίς μηδέν να είπη. Προέπεμπον δε αυτόν λυσίκομοι νεανίδες, βαστάζουσαι δάδας και ανακράζουσαι. Ευοί! Ευοί!

Τα μειδιάματα των νεανίδων εκείνων επί πολύν χρόνον μετά ταύτα περιεπλανώντο υπό τας όψεις του φιλοσόφου, και η ακοή αυτού αντήχει απαύστως την φαιδράν ταύτην επιφώνησιν: &Ευοί! Ευοί!& Εν τούτοις ο Πλήθων αφυπνίσθη, και επειδή η αυτοσχεδιασθείσα καλύβη όπου εκοιμήθη είχε γείνει άφαντος, ενόμισε καλόν να επαναλάβη την πορείαν του.

Κι άμα έχυσαν κρασί για τιμή του Διόνυσου, έτρωγαν έχοντας στεφανωμένα τα κεφάλια με κισσό. Κι όταν έφτασε η ώρα, σαν ετραγούδησαν τον Ίακχο κ' εφώναξαν «ευοί», ξεπροβόδιζαν το Δάφνη, αφού του εγέμισαν το ταγάρι κρέατα και ψωμιά. Τούδωκαν και τις φάσες και τις τσίχλες να της πάη του Δάμωνα και της Μυρτάλης, επειδή αυτοί θα έπιαναν άλλες όσο θα βαστούσε ο χειμώνας και δε θάλειπε ο κισσός.