United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και παρέδωκε μετ' ολίγον εις τον μικρόν ξανθόπαιδα «τα γαλάρια» του, διακόσια περίπου αιγίδια προς βοσκήν, εγχειρίσας αυτώ και μίαν λύραν τρίχορδον, μίαν ωραίαν ξεστήν λύραν, φέρουσαν γλυφάς αιγών και βουνών και τράγων. Τον διέταξε δε αυστηρώς ο γέρω-Παππούς να μη πλησιάζη εις τας ακτάς και τους αιγιαλούς, προς αποφυγήν αγροζημιών, διότι ήσαν προς τα μέρη εκείνα συνήθως κτήματα καλλιεργημένα.

Αλλά πώς ήτο δυνατόν ο Μανώλης της Αλτανούς να ζήση μακράν του αιγιαλού; Χωρίς να πατήση εις την θάλασσαν; Να κολυμβήση, να πιή, να φάγη θάλασσαν, μίαν φοράν τουλάχιστον την ημέραν; Τας πρώτας ημέρας επειδή ο γέρω-Παππούς, τον παρεφύλαττεν, αναγκασθείς να τηρήση την διαταγήν αυτού, δεν προσήγγισεν εις τους αιγιαλούς και πήγε να σκάση, να σκαρταδιάση.

Η σκηνή αύτη επανελήφθη πολλάκις έκτοτε, ώστε ο ποιμήν, ο γέρω- Παππούς, απαυδήσας να πληρώνη τα πρόστιμα των αγροζημιών, απέπεμψε τον επιζήμιον βοσκόν. — Ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει! Επανέλαβεν ο γέρω-Παππούς προς την χήραν την Αλτανού, ελθούσαν, με την μαύρην μανδήλαν της και την κατάμαυρην καρδίαν της, να παραπονεθή. Αλλ' εις το χωρίον δεν εφάνη πλέον ο Μανώλης. — Μη πνίγηκε! Μη μπαρκάρισε!

Είπεν η χήρα η Αλτανού, η χήρα η πενθηφόρος, παραδίδουσα τον Μανωλάκην της εις τον ποιμένα. Σ' αυτόν κρέμονται, γέρω Παππού μου, οι νόμοι και οι προφήται. — Ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει! Παρετήρησεν ο γέρω-Παππούς, παίρνων συγχρόνως την πρέζαν του.