Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Και έδειξεν εις τον μογιλάλον τον πύραυνον του ελαιοτριβείου, μέγαν και φοβερόν, ως της Κολάσεως εν ταις αγιογραφίαις, ένθα βράζει η πίσσα. Πράγματι, εν μέσω πυκνοτάτου καπνού, χήρα μεσήλιξ, με κατάμαυρην μανδήλαν και κατακόκκινον πρόσωπον, παρά το παμφάγον πυρ, ησχολείτο επιμελώς κατασκευάζουσα και ψήνουσα τηγανίτας.

Η σκηνή αύτη επανελήφθη πολλάκις έκτοτε, ώστε ο ποιμήν, ο γέρω- Παππούς, απαυδήσας να πληρώνη τα πρόστιμα των αγροζημιών, απέπεμψε τον επιζήμιον βοσκόν. — Ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει! Επανέλαβεν ο γέρω-Παππούς προς την χήραν την Αλτανού, ελθούσαν, με την μαύρην μανδήλαν της και την κατάμαυρην καρδίαν της, να παραπονεθή. Αλλ' εις το χωρίον δεν εφάνη πλέον ο Μανώλης. — Μη πνίγηκε! Μη μπαρκάρισε!

Αγένειος, μελανόφθαλμος, μελαψός, με κόμην άφθονον κατάμαυρην, εξέχουσαν γύρω, γύρω από τον κούκκον ως επικάλυμμα κυψέλης Και συνεχώς μετά τινος μελαγχολίας έστρεφεν οπίσω προς τη γαλανήν Σκίαθον, κυάνεον όγκον πλέον, κι εβύθιζε το βλέμμα του κάτω εκεί, παραμελών την πηδαλιουχίαν, και φέρων την σκούναν συνεχώς διά γραμμής τεθλασμένης. — Τώρα θα μας κυττάζουν ακόμα. Μου είπε. — Μας βλέπουν;

Και προσέθηκε δακρύων ο πάτερ-Γαλακτίων: — Θεός σχωρέσ' τονε! Κανείς δεν γνωρίζει τι απέγεινε πλέον η χήρα η Αλτανού, η χήρα με τα πολλά παιδιά που τα έφαγεν όλα η θάλασσα, η άσπονδος εχθρά της. Κανείς δεν γνωρίζει τι απέγεινε πλέον η χήρα η Αλτανού, η ψηλή-ψηλή, σαν λεύκα, με την μαύρην μανδήλα και την κατάμαυρην καρδιά, η θαλασσινή Νιόβη.

Και ηρίθμει: — Μια για το σπίτι με το φλουρί, μια για να την φωτίση ο παπάς τα Φώτα, μια για την κουμπάρα μ', μια για τον δάσκαλο. — Θέλ' κι' ου δάσκαλος βασ'λόπ'τα! Εμουρμούρισεν η Μιλάχρω. — Τι να τήνε κάμω τώρα! Εγόγγυζεν η ξένη γυνή, θεωρούσα την καείσαν βασιλόπητταν κατάμαυρην ως μουντζουρωμένην. — Είνε τώρα για κόσμο αυτή; — Μέρα που είνε, γίνονται και λάθη!

— Κ' εγώ, Γιάννο μου· μα πού νερό; — Θα πιω από 'δώ' είπε δεικνύων ένα λάκκον. — Όχι, δεν βλέπεις; Και η Μάρω έδειξε μεγάλην κατάμαυρην πλάκα, κειμένην κατάχαμα πλησίον αυτών. Επ' αυτής ήσαν χαραγμέναι με μεγάλα ευανάγνωστα στοιχεία λέξεις τινές, απαγορεύουσαι ρητώς την πόσιν του νερού των λάκκων.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν