Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Ο Φλεβάρης είνε μην μεσήλιξ, υψηλός, εύρωστος, με μακράν υπόλευκον γενειάδα και κόμην άφθονον, καταπίπτουσαν ατάκτως επί των ώμων του. Φορεί το γαλάζιο σεγούνι και το λευκόν μάλλινον 'σωπάνι, απαραίτητα ενδύματα του γεωργού των χωρίων.

Τα έκπαγλα εκείνα θεάματα, άτινα παριστάνουν ως ιδόντας τους μάγους, τα είδε μόνον ο οφθαλμός της πίστεως· και ό,τι εκείνοι είδον πραγματικώς, ήτο είς απλούς χωρικός από την Γαλιλαίαν, μεσήλιξ ήδη, ο Ιωσήφ, και μία νεαρά μήτηρ η Μαρία, η παρθένος σύζυγος η τεκούσα το θείον τέκνον και σπαργανώσασα αυτό διά των ιδίων χειρών της και «ανακλίνασα αυτό εν τη φάτνη», αφού ουδείς άλλος παρίστατο εις εκείνην την κατανυκτικήν σκηνήν του τοκετού διά να την βοηθήση.

Ο ίδιος, ανήρ μεσήλιξ, βραχύς το σώμα, με αδρόν μύστακα, διηγείτο τα εξής: Προ δύο ημερών ήτο προσορμισμένος εις την Δάφνην, τον μεσημβρινόν όρμον του Αγίου Όρους, αλλ' ο βορηάς τον εξούριασε, αι αλυσίδες των αγκυρών του εκόπησαν υπό της βίας του ανέμου, και παρεσύρθη διά μιας δέκα μίλια μακράν.

Και έδειξεν εις τον μογιλάλον τον πύραυνον του ελαιοτριβείου, μέγαν και φοβερόν, ως της Κολάσεως εν ταις αγιογραφίαις, ένθα βράζει η πίσσα. Πράγματι, εν μέσω πυκνοτάτου καπνού, χήρα μεσήλιξ, με κατάμαυρην μανδήλαν και κατακόκκινον πρόσωπον, παρά το παμφάγον πυρ, ησχολείτο επιμελώς κατασκευάζουσα και ψήνουσα τηγανίτας.

Έλα, ησυχάστε! αφήστε τον πατέρα σας να ξανασάση! εφώνει προς το στίφος των πολιορκητών η κυρά Δημήτραινα, εύσωμος και πορφυρόχρους μεσήλιξ, ης τα σπαργώντα στήθη, ανέτως αναπτυχθέντα υπό τα λαίμαργα στόματα δέκα ευρώστων νηπίων και ουδένα ποτέ γνωρίσαντα στηθόδεσμον, εκυμαίνοντο μεγαλοπρεπώς μόλις συγκρατούμενα υπό των πτυχών του χιτώνος της.

Η νεωστί εισελθούσα ομάς διέταξε και αυτή ποτά. Επί κεφαλής της ομάδος ήτο ο Μανώλης ο Πολύχρονος, μεσήλιξ, μελαγχροινός, εύθυμος, αστείος. — Α! εδώ είσθε σεις, που βυζαίνετε δύο μαννάδες; — Το καλό αρνί, κυρ-Μανώλη, απήντησεν ο Γιάννης της Κ'σάφους, τρώει από δύο προβατίναις. Ο Μανώλης διέταξε τον κάπηλον να τους κεράση και τότε έπιον εις υγείαν του κόμματος, το οποίον εξεπροσώπει ο Μανώλης.

Ο μονόλογος ούτος εχρησίμευεν, ούτως ειπείν, ως κέλευσμα εις τους διαπληκτιζομένους. Έμελλε δε να παραταθή και η πάλη και ο μονόλογος του Γύφτου επ' άπειρον, αν δεν εισήρχετο τελευταίον τι πρόσωπον εις την σκηνήν. Το πρόσωπον τούτο ήτο ανήρ μεσήλιξ, αυστηρότατος το ήθος, πλουσίως ενδεδυμένος, και συνωδεύετο υπό έξ στρατιωτών.

Δεξιά εις την αχιβάδα, μοναχός τις, μεσήλιξ, φορών επανοκαλύμμαυχον, έψαλλε το «Κύριε εκέκραξα». Εξημέρωνε Δευτέρα και δεν είχε ψαλή ο εσπερινός το πρωί, ουδ' είχε τελεσθή την παραμονήν η λειτουργία του Μ. Βασιλείου. Αριστερά έτερος μοναχός αντεφώνει εις τον πρώτον. Δύο ή τρεις άλλοι μοναχοί ή δόκιμοι, με ράσα, αλλά χωρίς επανοκαλύμμαυχα, ίσταντο εις το δυτικόν μέρος του ναού εντός των στασιδίων.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν