Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Ούτω το βαρέλι έμεινε κλίνον προς τα πρόσω, ως ελέφας κύπτων από της όχθης να ποτισθή εις τον ποταμόν. Μετά μικρόν οι δύο μήνες, κατάχαμα επί του εδάφους καθήμενοι, μετά πολλού ζήλου προσεπάθουν διά μεγάλου ξυλίνου ποτηριού να μεταγγίσουν το περιεχόμενον του βαρελιού εις την κοιλίαν των. Έπινον ήσυχοι, σιωπηλοί, κύπτοντες μετά βαθείας προσοχής προ αυτών.
Αλλ' αυτό το φίδι εφοβείτο, το ανθρωπόμορφον, κατά του οποίου δεν είχε ποτισθή χόρτον, προς το οποίον δεν είχε ν' αντιτάξη ειμή πείσμονα εμμονήν εις το καθήκον, κ' επί ματαίω ίσως! — Του κάκου φροντίζω· εψιθύριζεν, αποτεθαρρημένη.
Και ιδού κοπαδάκι φαιών περιστερών προσέρχεται δειλά-δειλά με το ταχύ και νευρικόν πτερύγισμά του να ποτισθή εις το δροσερόν ρεύμα. Αλλ' αίφνης εν τη θέα των ξανθομάλλων παρθένων τρομάζει και χωρίς να πατήση εις τα βρεγμένα λιθάρια υποστρέφει πάλιν δειλά-δειλά.
Αλλ' ενώ η υπό του ορεστείου μήλου αναφθείσα πυρκαϊά εθέριζε τα σπλάγχνα του αθλίου, ο χυμός του ετέρου, δι' ου είχε το μάρμαρον ποτισθή, εθαυματούργει κακείνος και εμάλασσε τον λίθον.
Αλλ' ουδ' εκ των θυσιών τούτων δύναταί τις άλλο ή λογικώς να συμπεράνη παρά μόνον, ότι επόμενον ήτο να ποτισθή δι’ αίματος και το είδωλον της γυναικείας τιμής, όπως πάσα άλλη ανθρωπίνη πρόληψις και πλάνη. ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΟΙ από όλους τους λογογράφους μας ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ εις 120 τόμους δεμένους αξίας ΔΡΑΧΜΩΝ 315 με 10 ΔΡ. κατά μήνα ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΥΣΑΙ Μετάφρ. Πολ.
Οι στιχοπλόκοι νέοι, τρόφιμοι ως επί το πλείστον του Λαμαρτίνου και του Ουγκώ, είχον μελαγχολικώς ερωτόβλητον την φαντασίαν· έκαιον δε σχεδόν πάντοτε το θυμίαμα της ποιήσεως αυτών επί του βωμού φανταστού τινος ερωτικού ειδώλου, εν ελλείψει υπαρκτού, διότι προς πραγματικήν ερωμένην σπανίως που ετόλμα να ατενίση η αιδήμων δειλία της τότε άρρενος νεολαίας, ήτις δεν είχεν έτι ποτισθή εις τα λιμναία ύδατα της πραγματικής σχολής.
Θλιμμένοι επλέαμεν εμπρός, μακράν από τον χάρο πρόθυμ', αλλά των ποθητών συντρόφων στερημένοι. και 'ς την Αιαία φθάσαμε την νήσο, 'που εκατοίκα 135 η Κίρκ' η καλοπλέξουδη, δεινή θεά, φωνούσα, του κακοβούλου αυτάδελφη του Αιήτη• και τους δύο Ήλιος ο κοσμοφωτιστής εγέννησε και η Πέρση, εκείνη, 'που του Ωκεανού πάλ' ήταν θυγατέρα. και αυτού 'ς την άκρη αράξαμε σιγά σιγά το πλοίο 140 μέσα εις λιμέν' ακίνδυνον θεός μας ωδηγούσε. βγήκαμ' αυτού κ' εμείναμε δυο 'μέραις και δυο νύκταις, και την καρδιά μας έτρωγεν η μέριμνα και ο κόπος. αλλ' ότε η καλοπλέξουδη Ηώ την τρίτη ημέρα έφερε, το κοντάρι μου και το μαχαίρι επήρα, 145 και απ' το καράβι ογλήγορα 'ς αγνάντιο βγήκ' επάνω, έργα θνητών ίσως ιδώ και την φωνήν ακούσω• ανέβηκα κ' εστάθηκα εις κορυφή πετρώδη, και απ' την ευρύχωρη την γη καπνός μου εφανερώθη, της Κίρκης εις τα μέγαρα, 'ς τα πυκνωμένα δάση. 150 και αμέσως εγώ μέτρησα 'ς τα βάθη της ψυχής μου, τον μαύρον άμ' είδα καπνόν, να υπάγω εκεί να μάθω. κ' εύρηκα συμφερώτερο να καταιβώ εγώ πρώτα 'ς το πλοίο μου, 'ς της θάλασσας την άκρα, και αφού δώσω το γεύμα εις τους συντρόφους μου, να στείλω αυτούς να μάθουν. 155 αλλ' όταν εις το ισόπλευρο καράβ' είχα σιμώσει, των θεών κάποιος τότ' εμέ τον έρμον ελυπήθη, κ' ελάφ' υψηλοκέρατο μεγάλο αυτού 'ς τον δρόμο μώστειλε, οπού 'ς τον ποταμόν απ' την βοσκή του λόγγου να ποτισθή κατέβαινεν ο ήλιος το 'χε ανάψει. 160 κει, 'πώβγαινε, το κτύπησα 'ς το ραχοκόκκαλό του, και απ' τ' άλλο μέρος πέρασε το χάλκινο κοντάρι. χάμου βογγώντας έπεσε, κ' επέταξε η πνοή του• επάτησά το κ' έσυρα το χάλκινο κοντάρι μέσ' από την λαβωματιά, και απόθωσά το χάμου. 165 και αφού γύρωθε ανέσπασα και βούρλα και λυγέρια, κ' έπλεξα όσο μιαν ορυιά σχοινί καλοστριμμένο απ' τα δυο μέρη, κ' έδεσα του τέρατος τα πόδια, το 'φερνα κατατράχηλα, κ' επήγαινα 'ς το πλοίο, 'ς τ' ακόντι στηριζόμενος• τέτοιο θεριό μεγάλο 170 να φέρω δεν θα δύνομουν 'ς τον ώμο μ' ένα χέρι. εμπρός 'ς το πλοίο το 'ριξα• κ' εσήκωσα τους φίλους, καθέναν πλησιάζοντας με λόγια μελωμένα• «ω φίλοι, αν και περίλυποι, δεν θέλει καταιβούμε 'ς τον Άδη, πριν έλθη για μας η ώρα του θανάτου. 175 αλλ' όσο βρώσι και πιοτό δεν λείπουν 'ς το καράβι, ας θυμηθούμε το φαγί, να μη μας φθείρ' η πείνα».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν