Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Ο ναύκληρος ενθυμηθείς την οικογένειάν του και την ενορίαν του, τον ίδιον εαυτόν του ενθυμηθείς, ότε ήτο παιδίον, εδάκρυσε, και ήρχισε να διηγήται ωραία επεισόδια του νεανικού του βίου, ότε μια χρονιά ο εφημέριος τον ανεβίβασεν εις το κωδωνοστάσιον επάνω να κτυπήση την μεγάλην καμπάνα, έλεγε, και αυτός από το ισχυράν καμπάνισμα την έσπασε, κ' εκρότει έπειτα την ημέραν της εορτής ως ραγισμένη λάγηνος.

Τόσον πολύ μάλιστα εσυγκινήθη, συντελούσης και της κρασοκατανύξεως, ώστε ήρχισε να κλαίη, ενθυμηθείς ένα μικρότερόν του αδελφόν, όστις είχεν αιχμαλωτισθή κατά την επανάστασιν και έκτοτε δεν τον επανείδεν. Αλλ' ο Σαϊτονικολής του εφώναζεν ότι ήτο ώρα για χαρές, όχι για θρηνολογήματα. Στραφείς δε προς την Πηγήν, της είπε φαιδρώς: — Έτσα δεν είνε, Πηγιό;

Όπως και αν έχη το πράγμα, έπραξεν όσα ανέφερα· ο δε Κροίσος, τεθείς επί της πυράς, ενθυμήθη με όλα του τα δεινά τον Σόλωνα και τους λόγους τους οποίους ούτος, κατ' έμπνευσιν θείαν, τω είχεν ειπεί· ότι δηλαδή κανείς άνθρωπος δεν είναι ευδαίμων. Ενθυμηθείς ταύτα εστέναξεν, έρρηξε την σιωπήν και επανέλαβε τρις το όνομα του Σόλωνος.

Και χωρίς να χάνουν καιρόν, αδημονούντες ύψωσαν απειλητικώς τας αξίνας εναντίον του. Ο Δημήτρης εξήλθε μετά τάχους του κτήματος και διηυθύνθη προς την κωμόπολιν, εκ της ζάλης του μη ενθυμηθείς ούτε την αξίναν του να λάβη. Ήτο λοιπόν τω όντι αφορισμένος! το εύρημά του, το οποίον είχε γίνει γνωστόν εις την κωμόπολιν, έκαμνε γνωστόν και το κακόν το οποίον εβάρυνεν επ' αυτού!

Από την κλειδότρυπα; επανέλαβεν ο Σκούντας ενθυμηθείς την κλείδα ην είχεν εις το θυλάκιον. — Και διατί θέλεις να την ιδής; είπεν η Βεάτη. Ο Τρανταχτής σου παρήγγειλε τίποτε να της πης; — Ο Τρανταχτής... όχι μόνον ο Τρανταχτής. — Αλλά και ποίος άλλος; — Ο αδελφός της, είπε σκοπίμως ο Σκούντας. — Ο αδελφός της; Και τι της παραγγέλλει ο αδελφός της;

Την στιγμήν εκείνην το άνω χείλος της Πηγής ήτο όπως ηγάπα να το βλέπη. Και ενθυμηθείς τους λόγους της χήρας, ήλθεν εις την ακμήν να είπη ότι εις την μοναξιάν των βουνών δεν θα υπήρχαν και κακόγλωσσοι οι οποίοι να την λέγουν «μουστακάτην», όπως αυτόν τον έλεγαν Πατούχαν.

Εφηρμόζετο πιστά, πιστότατα εις τον θάνατον του γέρω Γκόρα· ήτο ακριβής έκθεσις της διαθήκης του. Ο Μάρτης εμειδίασε χαιρεκάκως ενθυμηθείς την γρηά Γαλανήν. Επειδή δε ανέμενε την κατάστασιν αυτήν του Φλεβάρη, όστις με δύο τρία ποτήρια ακόμη θα έπιπτεν αμέσως από της ευθυμίας εις τελείαν μέθην, εις αποκτήνωσιν, έπαυσε να τον κερνά και είπε: — Εγώ, ξέρεις πως σ' αγαπώ 'σαν τα 'μάτια μου.

— «Τις δώσει μοι πτέρυγας ωσεί περιστεράςείπεν ο Ιωάσαφ, ενθυμηθείς τον ψαλμόν. — Ήθελα να έφευγα απ' τον κόσμο, γέροντα μου . . . . Δεν μπορώ να υποφέρω πλεια! — «Εμάκρυνας φυγαδεύουσα και ηυλίσθης εν τη ερήμω», είπε πάλιν ο γέρων μοναχός. — Μεγάλη φουρτούνα μ' ηύρε, γέροντά μου, και μεγάλη λιγοψυχιά μ' εκόλλησε.

Και πάλιν σε φαντάζομαι, αγαπητέ Κρόνιε, να γελάς διά το τέλος του δράματος. Εγώ δε όταν τον ήκουσα να επικαλήται τα μητρικά πνεύματα δεν παρεξενεύθην πολύ. Αλλ' όταν επεκαλέσθη και τα πατρικά, δεν ηδυνήθην να κρατήσω τον γέλωτα, ενθυμηθείς τα λεχθέντα περί του φόνου του πατρός του.

Αγαπητέ μου εξάδελφε Ο Γεωργάκης μου είπε την καλήν σας τύχην, και σας συγχαίρομαι με όλην μου την καρδίαν. Εχάρηκα σαν να ήμην εγώ. Σου εύχομαι του Αβραάμ και του Ισαάκ τα καλά, και σε παρακαλώ να ενθυμηθείς εις αυτήν την περίστασιν και την πτωχήν την εξαδέλφην σου. Έρχεται χειμώνας και ο καϋμένος ο Γεωργάκης μου δεν έχει δεύτερον φόρεμα. Ο Θεός να σου τα πληθαίνη, εξάδελφέ μου.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν