United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου εφαίνετο ότι αι αναμνήσεις και αι εικόνες, αι πολιορκούσαι τον νουν μου, ελάμβανον μορφήν και σώμα, εβόμβουν περί τα ώτα μου ως σμήνος απειράριθμον πτερωτών ψυχών, προσέβλεπον την εικόνα της Αγίας, και μου εφαίνετο τόσον ωραία, όσον εφάνη εν ονείρω εις την εξαδέλφην Μαχούλαν. Είτα μία άλλη μορφή μου εφάνη ότι εστάθη έμπροσθεν της εικόνος, και την απέκρυψε.

Φροντίς του μεθαύριον θα είναι η σύζυγος του, καθώς ήτο η μήτηρ του ενόσω έζη, και θα λησμονήση το υποχόνδριόν του. — Είναι σχολαστικός. — Μικρόν το ελάττωμα διά διδάσκαλον. Βλέπων τας αντιρρήσεις περιοριζομένας εις τα ηθικά μόνον προσόντα του γαμβρού, ο Λιάκος εθεώρει την νίκην εξασφαλισθείσαν ως προς την εξαδέλφην του. Το ζήτημα ήτο εάν θα φέρη δυσκολίας η νύμφη.

Άνευ της ταραχής, εις την οποίαν έρριψε τον Λιάκον η αποτυχία του εις το γραφείον του Κ. Μητροφάνους, θα ελάμβανεν ίσως τα κατάλληλα μέτρα, όπως εξευμενίση την εξαδέλφην. Αλλά δεν εσκέφθη περί τούτου, δεν εβράδυνε δε να εννοήση το λάθος του.

Έπρεπε να ανατεθή εις αρμοδιώτερον πρόσωπον η διαπραγμάτευσις. Εάν δεν έσπευδεν ο ασυλλόγιστος καθηγητής να ονομάση αυτόν ως αντιπρόσωπον, ηδύναντο να συμβουλευθούν περί του πρακτέου την εξαδέλφην του, και μάλιστα να εμπιστευθούν εις εκείνην την διεξαγωγήν του πράγματος. Τώρα όμως η ανάμιξίς της ηδύνατο να δώση νέαν αφορμήν δυσαρεσκείας εις τον Κ. Μητροφάνην.

Ω! ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη! . . . « . . . Την νύκτα εκείνην είχον αναβή και πάλιν εις το βουνόν διά να συναντήσω την εξαδέλφην Μαχούλαν. Την αλήθειαν να είπω, δεν ήξευρα μετά βεβαιότητος ότι έμελλον να την συναντήσω, αλλ' ηλαυνόμην από το πάθος, έφερα τα βήματά μου εις προσκύνησιν, και ησθανόμην την ανάγκην ν' αναζωπυρήσω αρχαίας αναμνήσεις.

Ο Λιάκος εμειδίασεν, αλλ' ο Κ. Πλατέας ωσάν να ησθάνθη είδος ζηλοτυπίας διά την δοθείσαν εις την εξαδέλφην προτίμησιν. — Αφού την θέλεις και σε θέλει, επανέλαβε μετά τινα διακοπήν των ερωταποκρίσεων, διατί δεν την ζητείς εις γάμον; — Την εζήτησα. Προ μιας εβδομάδος έστειλα την εξαδέλφην μου εις τον Κ. Μητροφάνην. Αλλά... — Τι αλλά; Πού θα εύρη καλλίτερον γαμβρόν; Δεν ηρνήθη!

Ο Λιάκος εύρε την εξαδέλφην του καταγινομένην εις το να μετασχηματίση το περυσινόν φόρεμα του πρωτοτόκου της, πολύ στενόν ήδη δι' εκείνον, εις νέον ένδυμα διά τον υστερότοκον, διά τον οποίον το κατεσκεύαζεν, εκ προθέσεως, ικανώς και πάλιν πλατύ.

Αλλά μη έχων ναύλον ακόμη, όπως ταξειδεύση, απεφάσισε να εξαποστείλη την εξαδέλφην του διά του ατμοπλοίου, αναχωρούντος την εσπέραν εκείνην, εν συνοδεία μετά της θείας-Αννούσας, ήτις, και πάλιν στενοχωρηθείσα εν τη ξένη, επανήρχετο εις την πατρίδα. Φίλος του, ναύτης αγαθός, θα επεριποιείτο τας δύο γυναίκας εν τω ατμοπλοίω.

Οι νέοι μας είχαν συμφωνήσει διά χορόν εις την εξοχήν και σ' αυτό και εγώ ευρέθηκα πρόθυμος: Έδωκα το χέρι εις μίαν καλήν, ωραίαν, άλλως ασήμαντον νεανίδα του τόπου, και συνεφωνήθη να πάρω μίαν άμαξαν και να πάω με την χορεύτριάν μου και την εξαδέλφην της έξω εις τον τόπον της διασκεδάσεως, και να προσλάβω καθ' οδόν την Καρολίναν Σ . . . — Θα γνωρίσετε ωραίαν νέαν, είπεν ο σύντροφός μου, όταν διηρχόμεθα εφ' αμάξης διά του εκτεταμένου και αραιού δάσους προς την έπαυλιν.

Ήτον η τελευταία φορά όπου θα έβλεπα εις τα ερημικά εκείνα μέρη την εξαδέλφην μου Μαχούλαν. Την πρώτην φοράν, προ ετών είκοσι, την είχα συναντήσει εις το βάθος δρυμώνος, πλησίον αρχαίου παμμεγέθους σηκού ή τεμένους εκ γιγαντιαίων μαρμάρων, το οποίον πιθανόν να ήτο ναός των θεών, της προ του Προμηθέως εποχής.