Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Αλλ' η γραία την διέκρινε, με τους εταστικούς εκ της πονηρίας της οφθαλμούς, και ήλεγχε και επέπληττε την κόρην της, η οποία ήτο πάντοτε δήθεν μελαγχολική, η ακαμάτα, που δεν έκαμνε παιδιά, η γρουσούζα, που θα τους φάγη με την σκουντούφλα της.
Αλλ' η φαντασία η αυστηρά και μελαγχολική του ποιητού Δάντου τον παρακολουθεί, κ' ευρίσκει εκεί, εις τον άλλον κόσμον, μεταξύ άλλων ψυχών μαραμμένων και πλανωμένων ως φύλλα φθινοπωρινά, την σκιάν εκείνου «όστις εξ ανανδρίας έκαμε την μεγάλην άρνησιν». Δυνάμεθα να ελπίσωμεν και να πιστεύσωμεν κρείττονα τελευτήν εις άνθρωπον προς τον οποίον ο Ιησούς, ως προσέβλεψεν, ησθάνθη συμπάθειαν.
Του δίνει μάλιστα κάποια μελαγχολική χάρη· το κάνει σεβαστό κι αγαπημένο όπως το λιβάνι κ' η καταστροφή τα εικονίσματα. Καθένας που διαβαίνει από κοντά του, δεν πιστεύει πως πλησιάζει σε σπίτι παρά σε ναό. Και για τούτο σαν ακούση τ' άσεμνα ξεφωνητά, τα πρόστυχα τραγούδια και τα κρασόβολα γέλοια, φεύγει γοργά και με σταυροκοπήματα.
Μα ποτέ άλλη φορά δεν είδα τη γυναίκα μου να χαίρεται τόσο όπως τώρα. Ποτέ δεν αιστάνθηκε μια τόση ευδαιμονία γεμάτη ευλάβεια, όπως τώρα, ποτέ δεν ένοιωσε απλωμένη μια τόσο γιορτινή διάθεση στην καθημερινή ζωή μας, όπως αυτό το σκοτεινό χινόπωρο στη μελαγχολική πόλη, όπου η βροχή έπεφτε ακατάπαυτη κ' η ζωή όλη γύρω μας φαινότανε τόσο βαρειά και σκυθρωπή, όσο ίσως ποτέ προτήτερα.
Τι θέλεις να κάνω; Σου πέρασε η ιδέα πως μπορώ ν' αρνηθώ σ' έναν άνθρωπο, που μίλησε σήμερα το πρωί για μένα στο παλάτι; Είσαι ένα κορόιδο πρώτης γραμμής. Οι ανωτέρω — πλην του ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ ΔΟΡΑΝΤ Μου φαίνεσθε πολύ μελαγχολική. Τι έχετε, κυρία Ζουρνταίν; Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Δεν ξαίρω τι έχει το κεφάλι μου. Μου φαίνεται πως θα σπάση. ΔΟΡΑΝΤ Πού είνε η δεσποινίς κόρη σας; δεν τη βλέπω.
Και όμως αυτή τη στιγμή, που είμαι μελαγχολική, ο νους μου πετά σ' εσένα και θέλω να σου πω τόσα-τόσα πολλά.....Θα σου γράψω αργότερα ένα εκτεταμένο γράμμα. Πες μου όμως πρώτα πως δεν θα ζηλέψης αν σου ξεμολογηθώ πως. . . . ΝΙΚΟΣ — Δώρα . . . Αχ! Θεέ μου. Πώς ήρθατε εδώ κύριε Νίκο. Αν μας εύρουν μονάχους! Πώς τρέμω. Μη φοβάσαι, Δώρα. Δεν είναι κανένας να μας ιδή. Όλοι είναι κάτω στο καφενείο.
Κατά τα άλλα η μέρα κύλησε μες στη χαρά: χαρά αυστηρή και σχεδόν μελαγχολική για τις γυναίκες προς τις οποίες οι άντρες, διασκεδάζοντας με θόρυβο μεταξύ τους, έδειχναν κάποια αδιαφορία. Όλη την ημέρα έπαιζε το ακορντεόν συνοδευόμενο από τις φωνές των μικροπωλητών, από τις κραυγές των παιχτών της μόρα , από τα τραγούδια της παρέας ή από στίχους αυτοσχέδιων ποιητών.
Αλλά βαθείαν εντύπωσιν μοι ενεποίησε τώρα η ωχρά και μελαγχολική του Κιαμήλ όψις, τα χαρακτηριστικά της οποίας μοι εφάνησαν τόσον ήμερα, τόσον ηδέα, ώστ' εκέρδησεν ούτως ειπείν εξ εφόδου την συμπάθειάν μου. Τούτο δεν διέφυγε την προσοχήν της μητρός, ήτις εγνώριζε την προς τους Τούρκους αντιπάθειάν μου.
Και αφού εξεπέζευσε δεν επέρασε πολύ, και βλέπει ολίγον μακράν υποκάτω εις ένα άλλο δένδρον μίαν ευγενικήν κόρην, που έδειχνε να ήτον έως δεκαοκτώ χρόνων, η οποία εκρατούσεν ακουμπισμένον το κεφάλι της επάνω εις το ένα χέρι, και εκοιμάτο με βαρύν ύπνον, της οποίας η μελαγχολική μορφή έδινε να καταλάβη ότι είχε πέσει εις καμμίαν μεγάλην συμφοράν· τα φορέματα που την εσκέπαζαν ήταν όλα ξεσχισμένα, μα με όλον τούτο του εφαίνονταν ότι ήτον μία ωραιοτάτη κόρη, και από ευγενικόν αίμα.
Αλλ' η τοιαύτη μελαγχολική υποδεξίωσις δεν τον εμπόδισεν από του να μας επιδείξη την ευχαρίστησίν του επί τη μετά του πατρός μου συναντήσει. Μας ηνάγκασε να καθήσωμεν, επέμεινε να μας κεράση και μεταξύ φιλοξενών μας διηγήθη τα διατρέξαντα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν