United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' αλήθεια τα ποδήματά του ήτανε ξεσχισμένα και γεμάτα σκόνη και τα ρούχα του σπαραγμένα απ' ταγκάθια του δρόμου.

Η Μπαμπέττα ησθάνετο σαν να είχε εις την καρδιά της βάρος, που εγίνετο όλο και βαρύτερον· ήτο η ενοχή προς τον Ρούντυ, ενοχή προς τον Θεόν· αιφνιδίως έμεινεν εγκαταλελειμμένη· τα ενδύματά της ήσαν ξεσχισμένα από τα αγκάθια, τα μαλλιά της άρχισαν ν' ασπρίζουν, εν τη οδύνη της εκύτταξε προς τα επάνω και είδε εις το χείλος του βράχου τον Ρούντυ.

Έμεινα πολλά σκοτισμένος εις μίαν τέτοιαν καταφρόνησιν· Τότε εγνώρισα όλην την κακοτροπίαν του Κατή, και όλος γεμάτος από εντροπήν έδωκα του Αναΐππη εις τα χέρια το φακιόλι και τα φορέματα του αυθέντου του, και εξαναπήρα τα παλαιά μου φορέματα που ήταν όλα ξεσχισμένα.

Και μόνος ο Μπάρμπα- δήμαρχος εφόρεσε τα πλέον παλαιά φορέματα, εκείνα τα ξεσχισμένα και εμβαλωμένα, τα οποία εφόρει εις το βουνόν, όταν εύρε τον τενεκέ με τα φλωρία, βλασφημών μέσα του και γαμβρούς και νύμφας, οπού έρχονται εις τον κόσμον διά να αφαιρούν τους τενεκέδες με τα φλωρία, τους οποίους οι Μπαρμπα-δήμαρχοι συνηθίζουν ν' αποκρύπτωσι.

Και εμβάντες όλοι οι κουρσάροι μέσα με γυμνά σπαθιά εις τα χέρια, αποκεφάλισαν όσους από τους ιδικούς μας τους εναντιώθησαν· αλλ' εμένα και τους επιλοίπους μας έκαμαν αιχμαλώτους, ήγουν σκλάβους· και μας επήραν όλην μας την περιουσίαν, και τα πολύτιμα δώρα του βασιλέως· και εκδύσαντές μας τα φορέματά μας, μας ένδυσαν με πενιχρά και ξεσχισμένα ιμάτια, ίδια των σκλάβων.

Και αφού εξεπέζευσε δεν επέρασε πολύ, και βλέπει ολίγον μακράν υποκάτω εις ένα άλλο δένδρον μίαν ευγενικήν κόρην, που έδειχνε να ήτον έως δεκαοκτώ χρόνων, η οποία εκρατούσεν ακουμπισμένον το κεφάλι της επάνω εις το ένα χέρι, και εκοιμάτο με βαρύν ύπνον, της οποίας η μελαγχολική μορφή έδινε να καταλάβη ότι είχε πέσει εις καμμίαν μεγάλην συμφοράν· τα φορέματα που την εσκέπαζαν ήταν όλα ξεσχισμένα, μα με όλον τούτο του εφαίνονταν ότι ήτον μία ωραιοτάτη κόρη, και από ευγενικόν αίμα.

Η Ζεμπρούδα ήκουσε πολύ μέρος από τα όσα μου είπεν ο Αναΐππης, και βλέποντάς με σκεπασμένων με ξεσχισμένα φορέματα, ω Ουρανέ, εφώναξε, τι δηλοί τάχατε ετούτη η μεταβολή; τι σου είπεν άρα γε εκείνος ο άνθρωπος; Κυρά μου, της απεκρίθηκα, ο Κατής είνε ένας πολύ κακότροπος άνθρωπος, μα αυτός θέλει είνε ο ίδιος τζελάτης της κακής του διαθέσεως.

Τότε όλοι του καραβιού με εβεβαίωσαν ότι έλαβον άκραν χαράν διά την ελευθερίαν μου· ευθύς μου έδωσαν και έφαγα αρκετά· έπειτα ο καραβοκύρης με ένδυσε με μίαν φορεσιάν ρούχα, βλέποντας τα δικά μου όλα ξεσχισμένα και μετά δύο ημερών αρμένισμα αράξαμεν εις ένα νησί, ονομαζόμενον Σενταχί, εκεί που βγαίνει το ξύλον Σαντάλιον, τόσον χρήσιμον εις την ιατρικήν.