United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΕΙΡ. Είνε αληθές αυτό που ήκουσες, Μένιππε, και ως βλέπεις, απέθανα ενώ ηδυνάμην να είμαι αθάνατος. ΜΕΝ. Και πώς σου ήλθεν αυτή η αγάπη προς τον θάνατον, ο οποίος συνήθως εις τους ανθρώπους είνε πράγμα απεχθές; ΧΕΙΡ. Θα σου το 'πω, διότι είσαι φρόνιμος άνθρωπος. Δεν έβρισκα πλέον καμμίαν ευχαρίστησιν εις την αθανασίαν. ΜΕΝ. Δεν σου ήτο ευχάριστον να ζης και να βλέπης το φως;

Μη απορής λοιπόν διότι εκ φύσεως παν το θνητόν τόσην αποδίδει αξίαν εις το γέννημά του· διότι ακολουθία του προς την αθανασίαν πόθου είνε η σπουδή αυτή και ο έρως. Και εγώ ακούσας αυτά εθαύμασα και είπα: — Λαμπρά όλ' αυτά, ω σοφωτάτη Διοτίμα· αλλά να είνε αληθώς έτσι; ηρώτησα.

Και να υβρίζεται ούτω υπό γλωσσών και καλάμων ασεβών Εκείνος όστις έφερεν εις φως την Ζωήν την αιώνιον και την Αθανασίαν! Ο έσχατος των ηλιθίων, ο βαναυσότατος τον κακούργων, εβάδισαν εις το ικρίωμα άνευ τρόμου και στεναγμού, και πολλοί απονενοημένοι και θηριώδεις φονείς ανέβησαν στερρώ τω ποδί την κλίμακα, και προσέβλεψαν απτόητοι προς το ωρυόμενον πλήθος.

Ούτοι μ' εβοήθησαν να επανέλθω εις τον τόπον μου όπου ευρήκα πολλούς μνηστήρας της γυναικός μου διασκεδάζοντας με τα υπάρχοντά μου. Τους εφόνευσα όλους, αλλ' έπειτα εφονεύθην και εγώ υπό του Τηλεγόνου, του εκ της Κίρκης υιού μου, και τώρα ευρίσκομαι εις την νήσον των Μακάρων και είμαι πολύ μετανοημένος, διότι σε αφήκα και δεν εδέχθηκα την αθανασίαν, την οποίαν μου επρότεινες.

Βρε Φασουλή καϋμένε, ως εδώ πέρα μείνε, πολλή φιλοσοφία και σκέψις ας σου λείπη... δι' ό,τι πράγμα χαίρεις αυτό χαρά δεν είναι, δι' ό,τι πράγμα πάσχεις αυτό δεν είναι λύπη. Δεν είσαι ούτ' ευδαίμων, αλλ' ούτε δυστυχής, ευκόλως μην πιστεύης 'στόν ένα και 'στόν άλλον, ουδ' εις αθανασίαν ουδ' εις θνητόν ψυχής, και δι' αυτό κι' εκείνο να στέκης αμφιβάλλων.

Δύο, είπε, τέλεια δημιουργήματα είδεν ο κόσμος, τον Ολύμπιον Δία και τον Πρωτέα• πλάστης δε και τεχνίτης του μεν πρώτου υπήρξεν ο Φειδίας, του δε δευτέρου η Φύσις• αλλά τώρα το άγαλμα τούτο θα φύγη εις την αθανασίαν, φερόμενον επί του πυρός, και θα καταταχθή μεταξύ των θεών, αφήνον υμάς ορφανούς.

Το δε ν' αποδείξωμεν ότι η ψυχή είναι πράγμα δυνατόν και όμοιον με θεόν, και ότι υπήρχεν ακόμη προτήτερα προτού ημείς οι άνθρωποι να γείνωμεν, λέγεις ότι τούτο δεν εμποδίζει όλα αυτά να μη αποδεικνύουν μεν αθανασίαν της ψυχής, ν' αποδεικνύουν δε ότι η ψυχή είναι πράγμα το οποίον διαρκεί πολύν καιρόν και υπήρχε προτήτερα κάπου επί απροσδιόριστον καιρόν, και ότι ήξευρε και έκαμε πολλά πράγματα· αλλά βεβαίως δεν ήτο διά τούτο περισσότερον αθάνατος, αλλά και τούτο ακόμη, το ότι ήλθεν εις σώμα ανθρώπου ήτο δι' αυτήν αρχή καταστροφής, ωσάν ασθένεια, και έζη βασανιζομένη αυτήν την ζωήν και επί τέλους βεβαίως ότι καταστρέφεται εις τον ονομαζόμενον θάνατον.

Και δεν πρέπει να ακούωμεν όσους μας συμβουλεύουν να έχωμεν ανθρώπινα φρονήματα ούτε πρόσκαιρα, ως θνητοί, αλλά όσον μας επιτρέπεται, να επιδιώκωμεν την αθανασίαν και να εκτελούμεν όσα απαιτούνται διά να ζώμεν συμφώνως προς το καλλίτερον μέρος της ψυχής μας. Διότι, αν και είναι κατά τον όγκον μικρόν, κατά την δύναμιν όμως και την αξίαν είναι ανώτερον από όλα.

Αυτό όμως το οποίον ημείς τόρα ηρχίσαμεν, ίσως είναι το πλησιέστερον προς την αθανασίαν και το μόνον δεύτερον. Το τρίτον δε, εάν θέλη ο θεός, θα εξετάσωμεν κατόπιν.

Εντεύθεν δικαίως οι ιστοριογράφοι το έργον τούτο του Ιουστινιανού αποκαλούν «αθανασίαν του Ιουστινιανού». Αλλά το μεγαλείον των ειρηνικών έργων του Ιουστινιανού δεν περιωρίσθη μόνον εις τον χώρον του δικαίου και του νόμου.