United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα Χριστούγεννα την νύκτα, αν και κακιωμένος ο Στεφανάκης, επήρε τα βιολιά τα μεσάνυκτα και απέρασεν από τον φούρνον, τραγουδών ερωτικώτατα και περιπαθέστατα διστιχα, γεμάτα μελαγχολίαν και αγάπην. — Σ' αγαπάει, καϋμένη!

Δεν απέρασεν ώρα και ιδού βλέπει και έρχονται δύο βαστάζοι φέροντες ένα γάιδαρον φορτωμένον με μίαν κασσέλαν, σκεπασμένην με ένα πεύκι μεταξωτόν πράσινον· τι μου φέρετε εσείς ω φίλοι, τους λέγει ο Κατής; αυθέντη του απεκρίθησαν οι βαστάζοι, αποθέτοντες την κασσέλαν εις την γην, εδώ είνε η νύμφη σου· σήκωσε το πεύκι και ιδές την πόσον είνε εύμορφη και καλοκαμωμένη.

Ήξευρε ότι εγώ δεν είμαι μία σκλάβα της Τζελίκας, καθώς με φαντάζεσαι, μα είμαι αυτή η ιδία βασιλοπούλα Τζελίκα· την νύκτα, που ήλθες εις τον χοντζερέ μου, απέρασα ως Καλεκάρη, και η Καλεκάρη απέρασεν ως Τζελίκα, και αυτό ηθέλησα να το κάμω διά περισσοτέραν περιδιάβασίν μου.

Ω βασίλισσα, καλά ηξεύρεις ότι τα τελώνια ζουν πολύ περισσότερον από τους ανθρώπους, όμως είνε και αυτά υποκείμενα εις τον θάνατον· εσύ έχασες τον πατέρα σου, ο οποίος απέρασεν εις την άλλην ζωήν, και όλος ο λαός σε επιθυμεί διά να σε στέψη βασίλισσαν εις τον θρόνον του πατρός σου· έλα το λοιπόν διά να λάβης την δούλευσιν των νέων υπηκόων σου, και να ανταποκριθής εις την ανυπομονησίαν που αυτοί έχουν, διά να σου ανταποδώσουν όλες τις τιμές που σου πρέπουν.

Απέρασεν έως μία ώρα, και ιδού που βλέπει την γραίαν με μίαν κόρην που είχε ένα μποχτζέ, εις τον οποίον είχεν ένα πανί και ένα φερετζέ με τα οποία ένδυσε τον Κουλούφ λέγοντάς του· αυθέντη, ημείς είμασθε υποκείμενα τιμημένα και από καλό γένος, και δεν είνε τίμιον ένας ξένος να έμπη εις το σπήτι μας, και διά τούτο σε ενδύω γυναίκια, διά να μη γνωρισθής.

Εγώ τους απεκρίθηκα με θυμόν ωσάν να καταφρονούσα τους φοβερισμούς σου, μα μέσα μου απόμεινα πολλά φοβισμένος, και δεν απέρασεν ολίγον, αφού και απέστειλα τους ταχυδρόμους σου, που να μην έμπω εις τον στοχασμόν με την Δεινολβάτζην, τι στράταν έπρεπε να πάρωμεν.

Ως τόσον απέρασεν ένας χρόνος, που αυτός αγαπούσε χωρίς να έχη αιτίαν να ελπίζη, επειδή εκείνη που αγαπούσε δεν ήτον άλλο παρά μια φαντασία, και τότε άρχισε να καταλαμβάνη ότε εκείνο που είδεν ήτον μία βεβαία μαγεία· όθεν επιθύμησε να ταξειδεύση με ελπίδα, ότι με τούτο το μέσον ήθελαν του έβγει οι φαντασίες που είχεν εις το κεφάλι δι' αυτήν την υπόθεσιν.

Ο Καλάφ παίρνοντάς τους, με μεγάλον κόπον τους απέρασεν από εκείνην την στενήν οδόν, και τους έφερεν εις την πηγήν, και έσβυσαν την φλογώδη δίψαν που τους ετυράννιζεν· έπειτα έφαγον από τους καρπούς που ο Καλάφ έμασεν, οι οποίοι εις εκείνην την χρείαν τους εφάνηκαν εξαίσιοι.