Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
— Δεν έχει καλά και καλά, είπε σοβαρά ο Αντωνέλλος· αυτή τη διαφορά θα σου τηνε ζητώ όλη μου τη ζωή! Πάντοτε ο Αντωνέλλος έδιδε τα χρήματά του εις την αδελφήν του, εκρατούσε όμως και διά τον εαυτόν του ένα ποσόν. Από την ημέραν εκείνην ουδέ οβολόν εκρατούσε πλέον και διά τας μικράς του ανάγκας εζήτει από την αδελφήν.
Κρατών λοιπόν αυτόν ήλθεν εις την θύραν του Πολυκράτους και εζήτει να εισαχθή εις την οικίαν· εισχωρήσας δε έδωκε τον ιχθύν εις τον Πολυκράτη και τω είπεν· «ω βασιλεύ, συλλαβών τοιούτον ιχθύν, δεν ενέκρινα να τον φέρω εις την αγοράν, μολονότι ζω εκ της εργασίας των χειρών μου, αλλά μοι εφάνη άξιος σου και του βαθμού σου· σοι τον έφερα λοιπόν και σε παρακαλώ να τον δεχθής.» Ευχαριστηθείς ο Πολυκράτης απεκρίθη τα εξής· «Βεβαίως έπραξας καλώς, και διπλή σοι οφείλεται χάρις διά τους λόγους και συγχρόνως διά το δώρον· καλούμεν δε και σε εις το δείπνον.» Και ο μεν αλιεύς μέγα φρονών διά την τιμήν ταύτην εισήλθεν εις τα δωμάτια, οι δε θεράποντες ανοίξαντες τον ιχθύν εύρον εις την κοιλίαν αυτού το δακτυλίδιον του Πολυκράτους, και αναγνωρίσαντες αυτό, το έλαβον αμέσως και το έφερον χαίροντες εις τον Πολυκράτη.
Εξηγών την μαύρην απελπισίαν, ήτις χρωματίζει αρκετά ταχέως τα έργα του Μυσσέ, ο Ταιν λέγει: «Εζήτει πάρα πολλά, ηθέλησε απνευστί, ορμητικώς και απλήστως να απολαύση την ζωήν. Την έδρεψε, αλλά δεν την απέλαυσε. Την απέσπασεν, επίεσε, συνέθλιψε και συνέτριψεν ως σταφυλήν. Έμεινε δε με χείρας λερωμένας και πλέον διψασμένος ή ποτέ».
Ο διδάσκαλος δεν είχεν όρεξιν να αντείπη εις ταύτα, αλλ' απλώς αφωσιώθη εις το έργον, ως να εζήτει παρηγορίαν διά το πένθος του. Την τετάρτην ημέραν μετά την κηδείαν της ατυχούς, ότε αύτη αρρωστήσασα αιφνίδιως απέθανε τεσσαράκοντα ημέρας μετά τον γάμον, εισήλθε, πρώτην φοράν από του δυστυχήματος, εις το σχολείον, στυγνός και σιωπηλός.
Μετά την βαρύθυμον εκείνην και πλήρη υπερβολικής ανίας διαμαρτύρησιν του ποιητού, την οιονεί εικόνα της νωθράς ζωής των αγραυλούντων, η οποία συναντάται εις τον πρώτον στίχον, ήρχοντο ευθύς άλλαι εξομολογήσεις, μεσταί προθύμου μερίμνης ως να μετενόει ούτος κ' εζήτει να καλύψη το σφάλμα του.
Η Ακτή εσιώπησε. Η Λίγεια παρετήρει πάντοτε το πλήθος, ως να εζήτει τινά. Αίφνης το πρόσωπόν της έλαβε την χροιάν ρόδου· από την σειράν των κιόνων μόλις είχον εξέλθη ο Πετρώνιος και ο Βινίκιος και εβάδιζον με θείον παράστημα προς το μέγα δειπνητήριον. Η Λίγεια ησθάνθη την καρδίαν της ανακουφιζομένην. Η επιθυμία να ίδη τον Βινίκιον, να του ομιλήση, κατεσίγασε πάντα άλλον πόθον της.
Ο Κωσταντής επέζευσε και πάλιν από το ύψος του σαμαριού, και μου εζήτει το κηρίον, διά ν' ανάψη να βρη τον δρόμον. Αλλ' εγώ ενθυμούμην ότι δεν μου είχε δώσει το κηρίον. Τέλος έψαξεν εις τον κόρφον του, εις της τσέπες του, εις το ζεμπίλι και το ηύρε δεν ξεύρω πού. Έτριψεν έν πυρείον, δύο, τρία, πέντε, αλλά τοιούτον αεράκι, απόγειον, εξήρχετο από το βουνόν, ώστε τα σπίρτα έσβυναν πριν ανάψουν.
Αφτός γρυ από ελληνικά δεν ήξερε, μήτε του έμελε για την Ελλάδα· «πόλιν αντίρροπον της Ρώμης εζήτει .» Άλλαξε τότες η πρωτέβουσα· δεν άλλαξε ο Καίσαρας.
Έπειτα ήλθεν ο χειμών, συγχρόνως ήρχισαν τα κεσσάτια. Έκαμε χιόνια πολλά εκείνην την χρονιάν, βαρυχειμωνιά· τα χιόνια δεν επρόφθασαν να λυώσουν, και άλλα χιόνια τα εσκέπαζαν. Έπειτα επήλθε δυστυχία, στέρησις· ύστερον αρρώστησεν ο Στέλιος, το χαϊδεμένον παιδί της Ζουγράφως. Η πολυβασανισμένη γυνή εμάζευε ξύλα απ' εδώ, κλαδιά απ' εκεί· εζήτει από της γειτόνισσες διάφορα βοηθήματα.
Εν τούτοις η Βαυαρία δεν διεμαρτυρήθη αμέσως. Ότε δε δύο έτη βραδύτερον ο πρεσβευτής αυτής Gesser εξέφρασε παράπονα διά τε την καθυστέρησιν των πληρωμών και διά την μη αναγραφήν εν τω προϋπολογισμώ του αναλογούντος τω δανείω ποσού, ο Κωλέττης απήντησε διαβιβάζων την γνωστήν έκθεσιν του Μεταξά περί του γενικού λογαριασμού των εσόδων και των εξόδων από του 1833 1843 . Η απάντησις ήτο εύστοχος, αν και υπό νομικήν έποψιν τρωτή, έκτοτε δε παρήλθον δεκατέσσαρα έτη, χωρίς να γίνη σχεδόν λόγος περί των Βαυαρικών δανείων , ότε αίφνης τη 11 Σεπτεμβρίου 1859 η Βαυαρική κυβέρνησις ανήγγειλε τη Ελληνική, ότι από του 1849 είχε παραχωρήση τα δικαιώματα αυτής εις τον πρώην βασιλέα Λουδοβίκον και εζήτει την πληρωμήν των οφειλομένων κεφαλαίων και τόκων, ήτοι 1,933,333 φλορίνια και 20 κρέυτζερ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν