Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Ανοίγει τέλος το στόμα της η νέηλυς, αφού είπεν όσα είχε και ήκουσεν όσα ήθελε, και ζητεί κάτι, αλλ' εική, ασκόπως, ως θα εζήτει ο,τιδήποτε άλλο.
Ναι, αλλά τότε με ποίον τρόπον θα συνομιλήσης, καλέ Σωκράτη, όταν αποφεύγης αυτάς τας λέξεις; Σωκράτης. Με κανένα τρόπον, αφού είμαι ό,τι είμαι. Εάν όμως ήμην εριστικός, τότε μάλιστα. Διότι και τόρα, αν παρουσιάζετο ένας τοιούτος κύριος, και αυτά θα εζήτει να τα αποφεύγωμεν και πολύ θα μας επέπληττε δι' αυτά τα οποία είπα.
Όθεν οι μήνες ήσαν εις μεγάλην ανησυχίαν ήρχισαν να επιρρίπτουν κατ' αλλήλων την ευθύνην κ' έκαστος εζήτει μέσον όπως αποσυρθή της δυσχερούς θέσεως, εις την οποίαν επεριπλέχθη εξ απερισκεψίας. — Εγώ το είπα, δεν ήταν καλό να τον βαρέσουμε, έλεγεν ο είς. — Εγώ δεν βάρεσα καθόλου, εδικαιολογείτο ο άλλος. — Ναι, εσύ έδωκες την γροθιά που τώπρησες το μέτωπο.
Αφού δε έσπασε το αυγόν και εδέχθη εις την παλάμην του το έμβρυον του ερπετού και οι παρόντες το είδον να κινήται και να περιτυλίσσεται εις τους δακτύλους • του, ήρχισαν να αναφωνούν και να προσκυνούν τον θεόν και να μακαρίζουν την πόλιν, έκαστος δε εζήτει παρά του θεού θησαυρούς και πλούτη και υγείαν και πάντα τα άλλα αγαθά.
Και όμως όταν το συμπόσιον ετελείωσεν, όταν οι δαιτημόνες είχον εμπλησθή βρωμάτων και οίνου, η Σαλώμη, η θυγάτηρ της Ηρωδιάδος, εις το έαρ τότε της λαμπράς καλλονής της, εσηκώθη κ' εχόρευσεν, ως χορεύουν αι ορχηστρίδες της σκηνής, εις το μέσον των εκλελυμένων και οινοβαρών συμποσιαστών. «Εισελθούσα ωρχήσατο, και ήρεσε τω Ηρώδη και τοις συνανακειμένοις αυτώ». Κ' εκείνος, ως άλλος Ξέρξης, εν τω λήρω της οινοφλυγίας του, ώμοσε προς την ευτυχή κόρην, επί παρουσία των κεκλημένων του, ότι θα έδιδεν αυτή ό,τι αν εζήτει, «μέχρις ημίσους της βασιλείας» του.
Ο γίγας καθίστατο προσφιλής εις το πλήθος εκείνο το εξαιρετικώς έκθαμβον εκ της φυσικής σωματικής ρώμης, καθίστατο το πρώτον πρόσωπον εις την Ρώμην. Ο Ούρσος ενόησεν ότι ο λαός εζήτει δι' αυτόν την ζωήν και την ελευθερίαν. Αλλά διά τούτο δεν εφρόντιζε.
Υπήκουσεν αύτη και εσύναξε την παρά του πατρός της ορισθείσαν ποσότητα· θέλουσα δε να αφήση και ίδιον εαυτής μνημείον, εζήτει παρά παντός εισερχομένου προς αυτήν να τη χαρίζη μίαν πέτραν δι' αυτό το έργον.
— Τι έχεις; είπεν ο κυβερνήτης· κάμε ήσυχα, μη φοβάσαι. Και ήρχισε ν' ανασπά την άγκυραν. Αλλ' ο επιβάτης δεν ήτο καλά! Είχε κύψει εις το κύτος, κ' εζήτει να κρατηθή από τας εξοχάς των στραβοξύλων, από τα εσωτερικά φατνώματα. Η λέμβος εκινήθη. — Έχε έννοια, είπεν ο μπάρμπ’-Αλέξης, τώρα θα λύσω το πανί. Το σκάφος εσάλευσεν ολίγον τι. Ο επιβάτης εκυρτώθη, έγεινε κουβάρι.
Ουδείς άλλος θα ηδύνατο, εις τοιαύτην στιγμήν, ν' αναχαιτίση το πλήθος· αλλ' ο Αλκιβιάδης το απέτρεψεν από του σκοπού τούτου και διά των επιπλήξεών του μετέβαλε την γνώμην εκείνων, οι οποίοι ιδίως είχαν οργισθή κατά των πρέσβεων, τους οποίους εξεδίωξεν ο ίδιος λέγων προς απόκρισιν ότι δεν θα ημπόδιζε τους πεντακισχιλίους να έχουν την αρχήν, αλλ' ότι εζήτει να απαλλαγούν από τους τετρακοσίους και να αποκαταστήσουν ως πρότερον την βουλήν των πεντακοσίων· ότι επαινούσε πολύ το μέτρον των οικονομιών, διά να αυξηθή η μισθοδοσία των στρατιωτών.
Τούτου ένεκα αυτός μεν έπαυσεν επιμένων, ο δε Δαρείος, αφού τα πάντα παρεσκευάσθησαν, εξέβαλε τον στρατόν από τα Σούσα. Τότε ο Οιόβαζος, είς των Περσών, όστις είχεν εις τον στρατόν τους τρεις υιούς του, παρεκάλεσε τον Δαρείον να τω αφήση τον ένα. Ο Δαρείος τω απεκρίθη ότι επειδή ήτο φίλος και εζήτει πράγμα μέτριον, θα τω αφήση όλους τους υιούς του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν