United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


το δώμα τον χοιροβοσκόν, όπ' έμπαιν', είδε ο θείος Τηλέμαχος, και του 'νευσε σιμά του να καθίση. κύτταξε αυτός ολόγυρα και άδεια καθήκλα πήρε, 330 του μοιραστή, 'που εμοίραζε το πλήθος των κρεάτων εις τους μνηστήραις, 'πώτρωγαντο δώμ' αραδιασμένοι• την έφερετην τράπεζα σιμά του Τηλεμάχου, αντίκρυ του, κ' εκάθισε• και ο κήρυκας εμπρός του μερίδα του παράθεσε και άρτον απ' το καλάθι. 335

Την δε πρωίαν ηυτήχησε να διηγηθή την οπτασίαν του εις τον πρώτον χοιροβοσκόν, ον συνήντησε παρά την ακρώρειαν. Ούτος δε καταλιπών τους χοίρους του εις τον ευλαβή ασκητήν, όπως ποιμάνη προσκαίρως αυτούς, επέστρεψεν εις το χωρίον και διηγήθη το πράγμα εις δύο τρεις άλλους.

Εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και ο περιπόθητος υιός του θείου Οδυσσέα, Τηλέμαχος, τα εύμορφα σανδάλια του εποδέθη, λόγχην εφούκτωσε βαρειά, και, ως ήταν κινημένος να πάητην πόλιν, έλεγε προς τον χοιροβοσκόν του• 5 «'Στην πόλιν αποφάσισα να υπάγω, γέροντά μου, όπως η μάννα μου με ιδή• γιατί δεν θέλει παύση πικρά να κλαίη, να θρηνή, να βαρυαναστενάζη, πριν ή με ιδούν τα μάτια της• και σε το εξής προστάζω• τούτον τον ξένον άμοιροντην πόλι θα οδηγήσης, 10 κει να ζητεύη• του πτωχού θα δώσ' όποιος θελήση χαψιά ψωμί, ρουφιά κρασί• και ως προς εμέ, να τρέφω κάθ' άνθρωπον δεν δύναμαι, με τόσα πάθη 'πώχω. κ' εάν ο ξένος χολευθή, χειρότερα θα πάθη• και την αλήθεια καθαρά μ' αρέγει να προφέρω». 15

Διότι και όταν ακούη να εγκωμιάζεται ηγεμών ή βασιλεύς νομίζει ότι ακούει να καλοτυχίζουν κανένα χοιροβοσκόν ή ποιμένα, διότι αρμέγει πολύ γάλα. Νομίζει μάλιστα ότι αυτοί οι βασιλείς βόσκουν ένα ζώον δυστροπώτερον και επιφοβώτερον από εκείνα και επειδή δεν έχουν καιρόν να παιδευθούν, γίνονται κατ' ανάγκην όχι ολιγώτερον αγροίκοι και απαίδευτοι από τους βοσκούς.