United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έμενον δε νυν αντικρύ των, προκλητικά ρίπτοντες επ' αυτούς βλέμματα, και οι δύο ουραγοί του Μανώλη, απώτερον ιστάμενοι και δυσκολευόμενοι να εννοήσωσι την στρατηγικήν του αρχηγού των. Μόλις είχεν αναβή ο Μανώλης εις του Σπληνογιάννη, και παράθυρόν τι ελαφρώς τρίξαν υπανεώχθη αντικρύ. Εις το άνοιγμα του παραθύρου εξήλθεν η Τσιρογεώργαινα και έτεινεν άπληστον το ους.

Εκεί, θεώμενος από των παραθύρων του τα μελανά της Ακαρνανίας όρη και βαθύτερον τας κυανάς κορυφάς του Ζυγού, αναπνέων την βαλσαμώδη αύραν, ήτις προσέπνεεν από τας ελάτας των ηπειρωτικών βουνών και από τα βάθη του Αμβρακικού κόλπου, αναπολών την αιματηράν ιστορίαν του Αλή- Πασσά και τα καρυοφίλια των αρματωλών, ανέπλαττεν εν εκστάσει της Φροσύνης τον έσχατον στεναγμόν, πνιγόμενον υπό τα κύματα της Λίμνης, και τους άθλους των Σουλιωτών επί των βράχων της Κιάφας· έβλεπε το οικτρόν φάσμα του Θανάση Βάγια, και την σεμνήν μορφήν του Σαμουήλ, ανατινάσσοντος το Κ ο ύ γ κ ι εις τον αέρα, και έτεινεν άπληστον το ους, οιονεί προς μακρυνήν τινα και μυστηριώδη μελωδίαν, προς την αρμονικήν λαλιάν των κλεφτών, την οποίαν μετά τοσαύτης θρησκευτικής ευλαβείας απεταμίευσεν εις τα ποιήματά του.

Αλλ' έτι μάλλον παράλογον ήτο το ακόλουθον• παρακολουθών αυτούς παρετήρουν ότι αι πράξεις των ήσαν εντελώς εναντίαι προς την διδασκαλίαν των διότι οι διδάσκοντες την περιφρόνησιν του πλούτου παρετήρουν ότι είχαν άπληστον όρεξιν χρημάτων και περί τόκων εφιλονείκουν και επί πληρωμή εδίδασκαν και τα πάντα χάριν των χρημάτων υπέφεραν.

Έλα εδώ να ιδής, ποιά σου έκλεψε τα ρούχα σου. Ακούσασα την πρόσκλησιν ταύτην η άλλη γυνή δεν έχρηζε μεγάλης νοημοσύνης όπως εννοήση. Έσπευσε να φθάση εντεύθεν του φράκτου, και έρριψεν άπληστον βλέμμα επί του κανίστρου της Αϊμάς. Χωρίς δε να ερευνήση προσεκτικώτερον, ενόμισεν ότι εβεβαιώθη περί του πράγματος, διότι η σύμπτωσις κατέπληξεν αυτήν.

Οι Αυγουστιανοί εχαιρέτισαν τους λέοντας διά χειροκροτημάτων, το πλήθος τους ηρίθμει με τα δάκτυλα, κατασκοπεύον με άπληστον όμμα την εντύπωσιν, την οποίαν επροξένουν εις τους χριστιανούς τους γονυπετείς εις το κέντρον, οι οποίοι πάλιν επανελάμβανον την κραυγήν των: &υπέρ Χριστού! υπέρ Χριστού!& κενήν εννοίας διά πολλούς και ενοχλητικήν διά πάντας.

Η προστριβή και ο κρότος του σιδηρού εργαλείου αντήχησε βραχνώς υπό τον λίθινον θόλον. Η θύρα ηνοίχθη μετά βαρέος τριγμού. Η Βεάτη προέβαλε γοργώς την κεφαλήν όπισθεν της Σιξτίνης και προσεπάθησε να ίδη τα εντός του ανοιχθέντος θαλάμου. Αλλ' όσον άπληστον και αν ήτο το βλέμμα της ουδέν προέλαβε να ίδη. Η αδελφή Σιξτίνα έκλεισεν αύθις την θύραν και σκότος βαθύ αποκατέστη.

Αλλά μόλις έδυ ο ήλιος, και το άπληστον πλήθος ήρχισε να ζητή την βοήθειάν Του. Ολόκληρος η πόλις συνέρρευσεν εις τα πρόθυρα της ταπεινής οικίας, φέροντες μεθ' εαυτών τους αρρώστους των. Οποία παράδοξος σκηνή!

Ο άνθρωπος είδε τας δύο μαυροφόρας, άμα έφθασαν πλησίον εις τον περίβολον, να ίστανται προς στιγμήν ενώπιον της πύλης, ως να εδίσταζον. Ο Γιάννης της Στάμαινας εκρύβη όπισθεν προεξέχοντος όχθου της κυρτωμένης λοφιάς του υψώματος και τας παρετήρει με άπληστον περιέργειαν.

Ο περιηγητής σήμερον, καθώς εξέρχεται από την κοιλάδα των Περιστερών, και ρίπτει το πρώτον άπληστον βλέμμα εις την Γεννησαρέτ, θα ίδη μικράν λίμνην, ομοιάζουσαν με κινύραν το σχήμα, δεκατριών μιλίων το μήκος, έξ δε το πλάτος.