United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού δις εχασμήθη εζήτησεν ο κατάδικος ως τελευταίας χάριτας ένα καφέ διά ν' αποτινάξη τον ύπνον από τα βλέφαρά του, μίαν ψήκτραν διά να καθαρίση τη στολήν του, έν γαρούφαλον και την άδειαν να βαδίση με λυτάς χείρας εις τον τόπον της εκτελέσεως.

Δεν είναι καλά, το παιδί; Φωναί και σπαραγμός και κλαύματα ηκούσθησαν. Η μήτηρ εύρισκε το θυγάτριόν της νεκρόν εντός του λίκνου. Από τον θόρυβον, εξύπνησεν εις το διπλανόν χώρισμα ο Κωνσταντής, όστις είχε χορτάσει καλά τον ύπνον. — Τι είναι; έκραξε τρίβων τους οφθαλμούς. Εχασμήθη, ετανύσθη, ετινάχθη, κ' έτρεξεν εις την θύραν του θαλάμου.

Μητέρα, τι πράμμα είν' αυτό που κάνει τακ, τακ, στη θάλασσα, κάτω; Μην είναι κανένα στοιχειό; Η Μαχώ εσάλευσεν, έτριψε τα μάτια της και είπεν·Είν' ο Καλαφάτης, παιδί μου. Κ' έκαμε να γυρίση από το άλλον πλευρόν. — Και τι πράμμα είν' ο Καλαφάτης; επανέλαβεν ο Φάλκος. Η Μαχώ εχασμήθη, έκλεισε τα μάτια, και δεν απήντησεν. Ο Φάλκος επέμεινε.

Η λεχώνα εχασμήθη, κ' έκαμε το σημείον ταυ σταυρού επί του στόματος. Συγχρόνως δε ύψωσε το βλέμμα προς το μικρόν εικονοστάσιον, το οποίον αντίκρυζεν. — Έχει σβύσει το κανδήλι, μάνα· δεν το άναβες; — Δεν το αγροίκησα, θυγατέρα, είπεν η γραία· εκοιμώμουν βαθειά. — Και το παιδί κοιμάται, βλέπω, ήσυχα. Πώς τώπαθε; — Ησύχασε κι' αυτό τώρα πλεια, είπεν η γραία.

Η Ιωάννα ήρχιζεν ήδη ν' αηδιάζη την οσμήν του θυμιάματος, ως οι μάγειροι την κνίσσαν των ορτύγων. Πολλάκις εχασμήθη, ενώ ολόχρυσος ιερούργει προ του θυσιαστηρίου του αγίου Πέτρου, πολλάκις δε και ενώ από του ύψους του Βατικανού ηυλόγει την Ρώμην και όλην την οικουμένην. Αλλ’ ενώ διεσκεδάζοντο οι ατμοί της φιλοδοξίας, εξύπνουν και πάλιν αι αρχαίαι επιθυμίαι.

Απέθεσεν ο Μιμίκος ή μάλλον έρριψε την γραφίδα του παρά το διψαλέον αυτού μελανοδοχείον, έσυρεν αποτόμως την δεξιάν του χείρα διά μέσου της ακτενίστου κόμης του, έξυσε διά της αριστεράς το κρανίον του, εχασμήθη, και προσπαθών να συναθροίση έν τελευταίον σιγάρον εκ των εσχάτων θρυμμάτων του καπνού του, ητένισεν απλανώς το βλέμμα επί τους παρά τον τοίχον αναπαυομένους τόμους μυθιστορημάτων, οιονεί έμπνευσιν παρ' αυτών εκδεχόμενος.