Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


ΙΩΝ Αλλοίμονον! ο πόνος μου ευρήκεν κι'άλλον όμοιο. ΚΡΕΟΥΣΑ Αποζητάς και συ, θαρρώ, τη μάννα σου τη δόλια. ΙΩΝ Μη μου θυμίζης θλιβερά, που θέλω να ξεχάσω. ΚΡΕΟΥΣΑ Σωπαίνω• αλλά τελείωσε αυτό που σε ρωτούσα. ΙΩΝ Ξέρεις ποιό είνε θλιβερό περσότερο απ' όσα λες; ΚΡΕΟΥΣΑ Ότι κ' εκείνη η δύστυχη το ίδιο υποφέρει; ΙΩΝ Πώς θα ειπή τάχα ο θεός, ό,τι ήθελε να κρύψη;

ΧΟΡΟΣ Σωπαίνω κι ό, τι ν’ το γραφτό μ’ όλους ας πάθω. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Αντίς εκείν’ αυτό σου προτιμώ το λόγο, κι ακόμα επίσης απ’ τ’ αγάλματα τραβήξου και κάμ’ αυτό που σου ζητώ° κ’ έτσι κατόπι θεάρεστον άγιο ολολυγμό να παιανίσης, ελληνική συνήθεια θυσίας ύμνο, θάρρος στους φίλους, βγάζοντας εχθρών το φόβο.

Δεν είναι του καθενός δουλειά να κρίνη και να μιλή για τη γλώσσα, να την κατηγορή ή να την υψώνη. Ένας φρόνιμος άθρωπος δε θα θελήση να δώση γνώμη παρά για τα πράματα που σπούδαξε και που ξέρει. Σας βεβαιώνω που άμα κανένας με μιλήση για μηχανικά, γιατρική ή τριγωνομετρία, αμέσως σωπαίνω.

Μικρός, σε ό τι πασχίσω ή κυνηγήσω, άγριο ποτάμι μέσα μου περνά κι αν κάτι πιάσω, μου το αρπάζει πίσω και μου αφίνει χαλάσματα κι ερμιά. Και μ' άσβηστο τον πόθο πάντα μένω, συντρίμι κι εγώ σ' έρημο γιαλό. Να μπορούσα μονάχα να σωπαίνω και βαθιά μου τον πόνο να σφαλώ! Και σαν εσέ, περήφανο, μεγάλο δέντρο, σε μια γαλήνη αρμονική, ανέγγιχτη από κάθε πόθον άλλο τη χαρά να λιμπίζεται η ψυχή.

ΚΡΕΟΥΣΑ Τίποτα• εξεθύμωσα•γι' αυτό κ' εγώ σωπαίνω, και συ να μάθης μη ζητάς. ΙΩΝ Ποιά είσαι; πούθεν ήλθες; πατέρας ποιος σ' εγέννησε και ποιό είνε τόνομά σου που πρέπει να σου λέμ'εδώ; ΚΡΕΟΥΣΑ Κρέουσα μ' ονομάζουν, ο Ερεχθεύς μ' εγέννησε, πατρίδα μου η Αθήνα. ΙΩΝ Ω συ, όπου στην ένδοξη την πόλι κατοικείς, και που γονειοί σ' ανέθρεψαν γενναίοι, ω γυναίκα, πως σε θαυμάζω!

Τώρα κι ομπρός λοιπόν, του απαντώ, εγώ σωπαίνω και συ λαλείς. Κι αρχίζει ο φίλος. — Από τα Χανιά ξεκινήσαμε με μουλάρια, ο αγωγιάτηςένας ως εκεί απάνω — κ' εγώ. Είχαμε γράμματα για τον Πέτρο το Μελουδάκη, νομικό στην Αγιά Ειρήνη. Μήτε τουφέκι, μήτε μαχαίρι, μήτε ραβδί μαζί μας δεν πήραμε. Κάμποσοι Οθωμανοί στα ξώχωρα, κ' είχαν πιασμένες τις κοντορραχούλες, με τα τουφέκια στον ώμο.

Πώς μπορούσα να σωπαίνω για όλα αυτά; Πώς μπορούσα να ξεχάσω πως όσα είχα να πω αληθινά γι' αυτό το πράμα θα 'της δίνανε δίχως άλλο τη μεγαλήτερη ευτυχία; Θέλησα να διωρθώσω μεμιάς το σφάλμα μου και γι' αυτό της θύμησα την ημέρα που είπε πως ήθελε να πιστεύη, να στοχάζεται και να ζη όπως εγώ. — Θέλω να το μάθης μια φορά, είπα. Περάσανε από τότε χρόνια. Ποτέ όμως δεν απαίτησα από σε κάτι παρόμοιο.

Κρασί χρειάζουμαι·μα χτες και προχτές ετρύγησες. Λύκος μ' εκυνηγούσε·και που είναι οι πατημασιές του λύκου; Ήρθα να κυνηγήσω τα πουλιά·γιατί λοιπόν αφού κυνήγησες δε φεύγεις; Να ιδώ τη Χλόη θέλω·μα ποιος το λέει έτσι φανερά στον πατέρα και τη μάννα κόρης; Ο φταίχτης δα παντού σωπαίνει· κι από όλα τούτα τίποτε δεν είναι δίχως υποψία. Καλύτερα λοιπόν να σωπαίνω.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν