United States or Mexico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, το μέγα λάβωμα ξυγύμνωσε απ' τα ράκη, κ' εκείνοι, αφού θεώρησαν και απ' όλα ελάβαν γνώσι, 'ς ταις αγκαλιαίς των έσφιξαν τον θείον Οδυσσέα, έκλαιαν και την κεφαλή του εφίλουν και τους ώμους· τα χέρια και ταις κεφαλαίς τους φίλησε κ' εκείνος. 225 και ο ήλιος θα βασίλευε και ακόμη αυτοί θα κλαίαν, αλλά τους ξέκοψεν αυτός και προς εκείνους είπε· «Από τους θρήνους παύσετε, μη βγη και σας νοήση κάποιος από το μέγαρο και μέσα τ' αναφέρη. εμπήτε τώρ', αλλ' όχι ομού, πρώτος εγώ, κατόπι 230 ανάρηα σεις· και ας διορισθή το ακόλουθο σημάδι· οπόταν όλ' οι θαυμαστοί μνηστήρες θα φωνάζουντα χέρια μου να μη δοθούν το τόξο κ' η φαρέτρα, θεί' Εύμαιε, το δώμα συ διάβαινε και φέρε το τόξον εις τα χέρια μου, και πρόσταξε ταις κόραις 235 τα στερεά θυρόφυλλα να κλείσουν των μεγάρων, και αν ακουσθή βόγγος ανδρών ή κτύπος εις το δώμα, ολόκλειστ' οπού θα 'μασθε, να μη προβή καμμία έξω, αλλ' αυτούτα έργα τους σιγά να μείνουν όλαις. κ' εις σε την θύρα της αυλής λέγω, Φιλοίτιε θείε, 240 με κλείθρο και κομπόδεμα προσεκτικά να κλείσης».

Εμπρός λοιπόν ποίαν από τας δύο αυτάς τάξεις των ανδρών και ως προς ποίον πόλεμον εγκωμίασες συ τόσον πολύ και ποίους κατέκρινες; Δηλαδή φαίνεται ότι εγκωμίασες τους ανδρείους εις τους εξωτερικούς πολέμους. Τουλάχιστον είπες εις τα ποιήματά σου κάπως, ότι δεν ανέχεσαι διόλου εκείνους: Που δεν τολμούν τα μάτια των να ιδούν αιματοκύλισμα, Και να ορμήσουν στον εχθρόν και να τον αντικρύσουν.

Αυτοί δε οι ίδιοι νόμοι ας ισχύουν και διά τας γυναίκας μεταξύ των δι' όλας τας παρομοίας περιπτώσεις, και διά τας γυναίκας απέναντι των ανδρών και διά τους άνδρας απέναντι των γυναικών.

Όπως έτρεφε μεγάλας ιδέας περί των ανδρών της εποχής του τας αυτάς έτρεφε και περί παντός ό,τι εχρησίμευσεν εις αυτούς κατά τον αγώνα, τον πολύ μόχθον ο Χειμάρρας. Η φαντασία του, η φλογερά και άδολος, περιέβαλλεν αυτά με μίαν ιδανικήν αίγλην, μ' ένα υπερήφανου αφελείας χρωματισμόν, όπως οι άγνωστοι εκείνοι ποιηταί της εποχής του τ' απεκρυστάλλωσαν εις τα δημοτικά τραγούδια.

Μετ' ολίγον ο Ηράκλειος περιωρίσθη εις άμυναν της πρωτευούσης. Διότι οι Πέρσαι, είτε αυτοί κατασκευάσαντες λέμβους, είτε παρά των Αβάρων και παρά των Βουλγάρων και Σλαύων λαβόντες πλοιάρια πειρατικά, επετέθησαν και κατά της Κωνσταντινουπόλεως, αλλ' απεκρούσθησαν απολέσαντες τεσσάρας χιλιάδας ανδρών.

Τούτων αι γυναίκες φορούσι περί τους αστραγάλους χάλκινα δακτύλια· εκάστη δε αυτών φορεί πολλά τοιαύτα περισφύρια διά την εξής αιτίαν, ως λέγουσιν· οσάκις ανήρ τις μιχθή μετ' αυτής, δένει αύτη εις τον πόδα έν περισφύριον, και εκείνη ήτις έχει τα περισσότερα νομίζεται αρίστη, ως αγαπηθείσα υπό πλείστων ανδρών.

Διότι μόνη αυτή από όσας πόλεις εξ ακοής είναι τώρα γνωσταί δοκιμαζόμενη αποδεικνύεται καλλιτέρα πασών, και μόνη αυτή ούτε κινεί εις αγανάκτησιν τον επερχόμενον εχθρόν διότι νικάται υπό τοιούτων ανδρών, ούτε εις τους υπηκόους προκαλεί παράπονα ότι κυβερνώνται υπό αναξίων.

Παραφυλάξαντες όμως αυτούς οι Αθηναίοι με είκοσι πλοία πλησίον των Μεγάρων, έν μεν πλοίον συνέλαβαν μεθ' όλων των ανδρών, τα δε άλλα δεν ηδυνήθησαν να τα συλλάβουν και αυτά κατέφυγαν εις τας Συρακούσας.

Ο Γκαίτης και ο Μe?ée είχον επίσης στιγμάς δεισιδαιμονίας, ο δε Σωκράτης ο σοφώτατος των ανδρών, ήτο και ο δεισιδαιμονέστατος· φρονώ λοιπόν ότι ο Σαικσπείρος παρεισάγων το υπέρ φύσιν εν τω θεάτρω αυτού, εξεμεταλλεύετο εν πρώτοις μετά μεγίστης ποιητικής τέχνης την εν τω ανθρώπω ενυπάρχουσαν προς τούτο τάσιν. Αλλ' εις τούτο μεγάλως ωθείτο και υπό των επικρατουσών κατά την εποχήν αυτού προλήψεων.

Και ο ξανθός Μενέλαος απάντησεν εκείνης• 265 «Ναι, τούτα είν' όλ' αληθινά, γυναίκα, όπως τα λέγεις• ήδη πολλών εγώ 'μαθα την σκέψι και την γνώμη ανδρών ηρώων, και εις πολλά της γης εβγήκα μέρη• αλλ' άνθρωπον τα μάτια μου τέτοιον ποτέ δεν είδαν, ως ήταν μεγαλόψυχος ο φίλος Οδυσσέας. 270 όπως και αυτό κατώρθωσε με τόλμην ο ανδρείος, 'ς τ' άλογον ότε το ξυστόν οι πρώτοι των Αργείων όλοι κρυμμένοι εφέρναμε τον όλεθροτους Τρώαις• και συ 'λθες τότε αυτού• θεός πρέπει να σ' έχη σπρώξει, των Τρώων δόξαν θέλοντας να δώση• και σιμά σου 275 έρχονταν ο θεόμορφος Δηίφοβος• και γύραις τρεις έκαμες, την βαθουλή καθίστρα ψηλαφώντας. κ' εφώναζες με τ' όνομα των Δαναών τους πρώτους, με την φωνή της γυναικός του καθενός εκείνων. με τον Τυδείδη τότ' εγώ και ο θείος Οδυσσέας 280 ακούσαμε, καθήμενοιτην μέση, την βοή σου• κ' εμείς οι δυο με προθυμιάν ηθέλαμεν ορμώντας έξω να βγούμε, ή μέσαθεν ευθύς ν' αποκριθούμε• αλλ' όσο και αν ηθέλαμε, μας κράτησ' ο Οδυσσέας. και τα παιδιά των Αχαιών κει μέσα εσίγαν όλα• 285 ο Άντικλος ηθέλησε μόνος να σ' απαντήση• αλλά τον έσφιξ' ο Οδυσσηάςτο στόμα με τα χέρια τ' ανδρειωμένα, κ' έσωσε των Αχαιών το γένος, κρατώντας, ως 'που επήρε σε κείθε η Παλλάδ' Αθήνη».