Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Παράμερα τους βλέπουν 1225 Στον ίδιον τον καιρό Σε σιάδι να μουλόνη Λαγόν τρανόν, χοντρό· Κι ως ήταν πεινασμένα Δεν άργησαν στιμή 1230 Να στρίψουν, να χυμήσουν Απάνω του μ' ορμή. Μον θέλοντας το ένα, Το αλλο μερτικό Τελείως να μη πάρη 1235 Να μείνη νηστικό, Με λύσσα συνατά τους Να πιάνουνται αρχινούν, Φριχτή μεγάλη μάχη Πεισματικά κινούν. 1240
Του κάκου, σαν απόμεινε ορφανή, ζήτηξε κι αυτή μερτικό. Τι να κάμη, παίρνει τα μάτια της και σέρνει κατά την Κωσταντινούπολη να ζήτηση δικαιοσύνη από την Πουλχερία. Μόλις τη βλέπει η Πουλχερία, και συλλογιέται πως καλλίτερη νύφη δεν μπορούσε να βρεθή για τον αδερφό της.
Να μ' ελεήσης, φίλε, μ' ολίγο μερτικό Από την εισοδιά σου προς ώρας δανεικό. Κι' ερχάμενος ο θέρος, χωρίς να ζημιωθής, Σου δίνω και κεφάλι και κάματον ευθύς. Πολύ καλα, αποκρίθη, μόν δεν παρανογώ, Γιατί να μη φροντίσης, ως έκαμα κι' εγώ. Γιατί, κυρ Μυρμηγκά μου, δεν άδιασα στιμή Από το λάλημά μου, κι αυτή είναι η αφορμή.
Μα πάλι εγώ κι' εσένα καλό, όπως πρέπει, μερτικό απ' όλα θα σου δώσω.» 595 Είπε, και πίσω γύρισε μες στ' αψηλό καλύβι, και κάθησε στο σκαλιστό θρονί του πούχε αφίσει, έτσι απ' τον άλλο τοίχο εκεί, και του Πριάμου τούπε «Λέφτερο τώρα, γέρο μου, το λείψανο, όπως είπες, ήσυχο εκεί στο στρώμα του. Κι' άμα χαράξει η μέρα, 600 παρ' το και σύρε στην εφκή. Μον έλα τώρα ας φάμε.
ΑΝΑΤ. Εμείς καταλάβαμε π' ούναι καλούπι, άμμα τι τα κάμουμε; πάεισε πγια — κάμε σούμα τώρα. — ΑΝΑΤ. Αμέ το άσπρο; ΞΕΝ. Τ' άσπρο ήτανε απέ μιαν πρέζα πιπέρι π' ούβαλεν ο Λογιώτατος στη μήτη του κ' ηφτερνίστηκεν. ΛΟΓ. Άπαγε — ουκ αισχύνη ψευδόμενος; ΑΝΑΤ. Τώρα ήμαστε χάψι, σαν εύγουμεν όξου, τότες πλερώνουμεν — ν' άρτη κι' Αρβανίτη, να ντώση μερτικό του κι' εκείνο.
Ύστερ’ απ' την κακή βαρυχειμωνιά όλη η πλάση απ' άκρη σ' άκρη, ανθρώποι, δένδρα, λουλούδια, ως και το μικρότερο σπυρί του άμμου στην ακρογιαλιά, παίρνανε το μερτικό τους απ' το πανηγύρι του Ήλιου. Κ' ήτανε τόση η χαρά που ανέβαινε απ' τη γη στον ουρανό, που έμοιαζε σαν βαθειά θλίψη μιας απέραντης ψυχής, που πονούσε για τη ματαιότητά της.
Εμοίρασαν υστερώτερα στον καθέναν της διαφοραίς, οπού έπεφταν στο μερτικό του. τους ενθύμησαν της αναγγαίαις παραγγελίαις, οπού ήταν να συμαδεύουν, όσο το βολετό πλατύτερα, της παρατήρησαίς τους, και σε ύφος όχι απλό, για να της απηκάζουν όλοι οι σπουδαίοι με ευκολίαν, κι απέ τους εγχείρισαν και συστατικά για κάθε χωριό και χώρα, οπού να τους ήφερνε ο δρόμος τους, για ν' άχουν την άδεια να βγάζουν της Κυριακαίς και της Γιορταίς από κάναν δίσκο στης εκκλησίαις, και να μην στενοχωριούνται από τα χρειαζούμενα έξοδά τους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν