United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αύτη παρετήρησε την πολυπραγμοσύνην ταύτην του οδοιπόρου. Ο γέρων ουδέν είδε. — Θα μου κάμης μερικαίς παραγγελίαις; επανέλαβεν ο ξένος. — Τι παραγγελίαις; — Της τέχνης σου. — Σαν τι; — Από πολλά είδη. — Λέγε. — Κάμνεις σύρταις και μάνδαλα διά ταις πόρταις; — Κάμνω. — Σιδηροσιαίς διά θεμέλια; — Κάμνω. — Λωστούς, δικέλλια, φτυάρια; — Κάμνω. — Κλειδαριές, καρφιά, ρεζέδες;

Ούτε κ' η Θέτη Δεν ξέχασ' ταις παραγγελιαίς του υιού του εδικού της, Αλλά από της θάλασσας το κύμ' απάν' εβγήκε, Και την αυγήντον Όλυμπον και ουρανόν ανέβη. Τον μακροφώνην εύρηκε Κρoνίδην καθισμένον Μονάχοντην 'ψηλήν κορφήν του πολυλαίμ' Ολύμπου. Λοιπόν σιμά του κάθησε, κ' έπιασ' τα γόνατά του Με το ζερβί· με το δεξί τον πήρ' απ' το πηγούνι· Και λάλησ' ικετεύοντας τον βασιλέα Δία·

Ο ξένος απήντησεν εις την τελευταίαν παρατήρησιν του Γύφτου. — Φτειάσε μου, όσα θέλεις, και βάλε τα δυνατά σου. — Όσα θέλω; — Βέβαια. — Μη τα έχης χαμένα; είπεν ο Γύφτος μη δυνηθείς να κρατηθή. — Διατί; είπεν ο ξένος, χωρίς να φανή δυσαρεστηθείς. — Οι μουστερήδες που κάμνουν παραγγελιαίς, ξεύρω 'γώ, εμυρμύρισεν ο Γύφτος, λέγουν σωστά πράγματα, πόσα τους χρειάζονται.