United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ενόησε μεν ότι ήτο έργον του ανδρός της, κατέπνιξεν όμως την ύβριν εν σιωπή και προσεποιήθη ότι δεν ενόησε τίποτε, απόφασιν έχουσα εν τη ψυχή της να εκδικηθή τον Κανδαύλην· διότι παρά τοις Λυδοίς και σχεδόν παρ' όλοις τοις βαρβάροις, θεωρείται μεγάλη αισχύνη και εις αυτόν τον άνδρα να φανή γυμνός.

ΑΘ. Όχι, εάν σκεφθήτε φρονίμως· διότι ενώπιον σας δεν πρόκειται αγών περί ανδραγαθίας προς ίσους, εις τον οποίον θα ήτο αισχύνη διά σας, εάν υπεκύπτετε, αλλά περί της σωτηρίας σας με το να μη αντισταθήτε κατά δυνάμεων πολύ ανωτέρων.

Ίδε ο άνθρωπος!»& Αλλ' η έκκλησις αύτη εξήγειρε μόνον αγρίαν έκρηξιν κραυγών, «Σταύρωσον, σταύρωσον ΑυτόνΑπλή η θέα Εκείνου, και εν τη ανεκλαλήτω αισχύνη και τη λύπη Του, εφαίνετο να προσθέτη νέαν χολήν εις το μίσος των. Μάτην ο εθνικός στρατιώτης επικαλείται φιλανθρωπίαν παρά του Ιουδαίου Ιερέως· ουδέ καρδία εδονήθη ελέους παλμόν· ουδέ φωνή διέκοψε τον μονότονον ωρυγμόν εκείνον, «Αρον! άρον!

Εζήτουν εν τη τυφλώσει των την θέσιν εκείνην, την οποίαν, ολίγας ημέρας ύστερον έμελλον να ίδωσι κατεχομένην εν αισχύνη και αγωνία υπό των δύο εσταυρωμένων ληστών! Αι φαντασίαι των εβασανίζοντο από δώδεκα θρόνους. Αι σκέψεις Του ήσαν περί τριών σταυρών. Εκείνοι ονειροπόλουν επίγεια στέμματα.

Ο πόνος εις το οξύτατον κέντρον του, η αισχύνη εν τη μάλιστα υπερκόμπω βαναυσότητί της, όλον το άχθος της αμαρτίας και του μυστηρίου της υπάρξεως του ανθρώπου εν τη αποστασία και τη πτώσει του, ταύτα ήσαν τα οποία έπρεπε ν' αντιμετωπίση νυν εν τη μάλλον ανεξηγήτω σωρεία των. Αλλ' έν πράγμα έμενε πριν η ενεργός πάλη, η αληθής αγωνία, αρχίση.

Ο αετός αφίνει Τους κρημνούς υψηλούς· Κτυπάουσιν η πτέρυγες Τα νέφη, και τον Όλυμπον Η κλαγγή σχίζει. Έθλιψε την Ελλάδα Νύκτα πολλών αιώνων, Νύκτα μακράς δουλείας, Αισχύνη ανδρών, ή θέλημα Των αθανάτων. Η χώρα τότε εφαίνετο Ναός ηριπομένος, Όπου οι ψαλμοί σιγάουσι Και του κισσού τα ατρέμητα Φύλλα κοιμώνται.

Ησθάνετο προς τα όργια εκείνα αποστροφήν και αηδίαν. Η αισχύνη τον έπνιγεν· εχρειάζετο αήρ εις το στήθος του. Εδοκίμασε να προχωρήση ολίγα βήματα και είδε να ορθούται ενώπιόν του γυναικεία βαθύπεπλος μορφή. Δύο χείρες έψαυσαν τους ώμους του και διάπυρος φωνή εψιθύρισε: — Σε αγαπώ!. . Έλα! Κανείς δεν θα μας ιδή· σπεύσε. Ο Βινίκιος εξύπνησεν ως εξ ονείρου. — Ποία είσαι;