United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγέλων όμως και ούτοι μετά των άλλων, ότε ο Κ. Πλατέας, ανυψών την κεφαλήν, απήγγελλε μεγαλοπρεπώς εν μέσω της κοινής ομιλίας τους ηχηρούς εξαμέτρους του Ομήρου. Ότε οι δύο φίλοι επλησίασαν προς αλλήλους, ο Κ. Πλατέας έθλιψε περιχαρής την χείρα του σωτήρος του και εστάθη απέναντί του.

Ήτο εισέτι ωραία, αλλ' είχε την ωραιότητα του άνθους, το όποιον χειρ σκληρά απέκοψε του στελέχους και το έρριψε κατά γης αφού το έθλιψε. Το δε πλοίον έσχιζε τα κύματα. Η απόστασις και το προβαίνον σκότος απέκρυψαν βαθμηδόν της Χίου και των Ψαρών τα βουνά, μόλις δε ως νέφη μεμακρυσμένα διεκρίνοντο επί του ορίζοντος αι γραμμαί των νήσων του Αιγαίου, προς τας οποίας επλέομεν.

Αλλ' ουδεμίαν έκπληξιν εφανέρωσεν ότε, αντί του αγωγιάτου, απεκρίθην εγώ εις την ερώτησίν του. — Είναι ο εξάδελφος μου, Κύριε Μελέτη, ο Κύριος Μαιμάς. Ο Νίκος, παραιτήσας επί τέλους τας ερεύνας του, επλησίασε και εχαιρέτησε τον γέροντα, όστις χωρίς να τον καλοβλέπη έθλιψε την χείρα του, επαναλαβών τα φιλόξενά του «Καλώς ωρίσατε».

Ο αετός αφίνει Τους κρημνούς υψηλούς· Κτυπάουσιν η πτέρυγες Τα νέφη, και τον Όλυμπον Η κλαγγή σχίζει. Έθλιψε την Ελλάδα Νύκτα πολλών αιώνων, Νύκτα μακράς δουλείας, Αισχύνη ανδρών, ή θέλημα Των αθανάτων. Η χώρα τότε εφαίνετο Ναός ηριπομένος, Όπου οι ψαλμοί σιγάουσι Και του κισσού τα ατρέμητα Φύλλα κοιμώνται.

Εδούλευε να 'βγάλη το ψωμί του. 'Στά ύστερα όλα του τα κέρδη τα εξώδευσετους ιατρούς. Είδε κι' αποείδε, εγύρισετην πατρίδα εδώ κ' ένας χρόνος. Έβλεπε ακόμη πότε είνε μέρα και πότε νύκτα. Τώρα τρεις μήνες δεν βλέπει τίποτε. Όλα μαύρα, λέγει. — Μαύρα, μαύρα, υπέλαβεν ο γέρων με την πένθιμον φωνήν του. Η γραία έθλιψε τα βλέφαρα με τα δάκτυλά της διά να εμποδίση έν δάκρυ έτοιμον να ρεύση.

Έως τώρα διηγήθη όσα γενικώς αφηγούντο και οι οθωμανοί εις τους ημετέρους, κολακεύοντες τας παραδόσεις των, αλλ' ήδη ακούσας την αναφώνησιν αυτού, εχάρη υπερβαλλόντως· συνελθών έθλιψε την χείρα του Καπετάνιου και κατεφίλησε συνάμα αυτόν ως αδελφόν του και επανέλαβε και αυτός ηρέμα: Χριστός βοσκρές!

Δεν ημπορώ να μιλήσω αλλέως, απεκρίθη η Κατηγέ, και αν είναι μία ευτυχία εις το να υπακούσω, διατί δε τον υπακούεις εσύ, και να τον πάρης άνδρα πού είσαι μεγαλήτερη και ευμορφότερη από εμένα; Η σκληρότητα της Κατηγές έθλιψε κατά πολλά τον γέροντα.

Η περιέργεια του νέου Βασιλέως έθλιψε τον Κουλούφ· μα αυθέντη, του είπεν με τι τρόπον εγώ ημπορώ να σε κάμω να έλθης μαζί μου εις αυτήν· και τι να της ειπώ το πώς και ποίος είσαι; Εγώ θέλω ενδυθή, λέγει ο Βασιλεύς, με φορέματα ενός σκλάβου, και θέλω απεράση διά σκλάβος σου, και σαν έλθω εκεί, θέλω σταθή εις καμμίαν αγκωνήν διά να ιδώ τα πάντα.