Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Και σαλτάρησε στον άμμο. Η βάρκα είχε ζυγώσει. Έτρεξαν κ' οι άλλοι από πίσω. — Καλώς ωρίσατε! Τι τρέχει μαθές! — Τον καπετάνιο έχουμε ανήμπορο... ακούστηκε μια φωνή από τη βάρκα. — Βαρειά; ρώτησε πάλι ο Μελιγκόνης. — Δεν είνε τίποτα! αποκρίθηκε μασσημένα μια φωνή από τη βάρκα. Μη σκιάζεσθε. Κρύωσε και πιάστηκαν τα πόδια του μαθές. Ο Μελιγκόνης ησύχασε. — Δόξα νάχη ο Θεός! Περαστικά ας είνε.

Η κλίμαξ ηκούσθη τρίζουσα υπό βήματα ανδρικά. Ο Κ. Μελέτης ακολουθούμενος υπό της γραίας υπηρετρίας, κατέβαινε προς υποδεξίωσίν μας. — Καλώς ωρίσατε, καλώς ωρίσατε! Και έτεινε την φιλόξενον χείρα.

— Η αδελφή μου, είπεν ο Κ. Μελέτης. — Σοφία, δος μου να φέξω. Και λαβών τον λύχνον ήρχισε ν' αναβαίνη, ενώ η Κυρία Σοφία μας έθλιβε τας χείρας με πολλά και αύτη «Καλώς ωρίσατε». Επεμείναμεν αμφότεροι να προηγηθή η Κυρία Σοφία και την ηκολουθήσαμεν. Ατυχώς ο Νίκος, όστις ήρχετο τελευταίος, εσκόνταψεν εις την πρώτην βαθμίδα της κλίμακος και έπεσεν.

Αλλ' ουδεμίαν έκπληξιν εφανέρωσεν ότε, αντί του αγωγιάτου, απεκρίθην εγώ εις την ερώτησίν του. — Είναι ο εξάδελφος μου, Κύριε Μελέτη, ο Κύριος Μαιμάς. Ο Νίκος, παραιτήσας επί τέλους τας ερεύνας του, επλησίασε και εχαιρέτησε τον γέροντα, όστις χωρίς να τον καλοβλέπη έθλιψε την χείρα του, επαναλαβών τα φιλόξενά του «Καλώς ωρίσατε».

Ο λιμήν ήτο πλήρης πλοίων, η δε λέμβος μας δεμένη διά σχοινιού επί των βράχων επερίμενε κενή του πλοιάρχου την επιστροφήν. Με τους οφθαλμούς επ' αυτής προσηλωμένους εσκεπτόμην τι θα γίνωμεν αν ο πατήρ μου ασθενήση, και ενθυμούμην τον πύργον μας και τον αναπαυτικόν εκεί κοιτώνα του, ότε είδα αίφνης νέον Σπετσιώτην πλησιάζοντα προς ημάς. ― Καλώς ωρίσατε, Χριστιανοί. Από την Χίον έρχεσθε;

Προύμητα στο χώμα, με τα γόνατα και τους αγκώνες γυμνούς, παρακαλούσε τη Μαρία και τη Μαγδαληνή να του εμπνεύση σωτήριες προσευχές. Ευχήθηκε το «καλώς ωρίσατε» στους φρεσκοφερμένους, κ' ενώ ο Γκορνεβάλης έβαλε τάλογα στο σταύλο, πήρε τάρματα του Τριστάνου, έπειτα ετοίμασε το φαΐ. Δεν τους έδωσε πλούσια φαγιά, αλλά νερό της πηγής και κριθαρένιο ψωμί ζυμωμένο με στάχτη.

Εμάλλωσαν οι δύο. Ενόμισα καλλίτερον να μη τους απαντήσω από το σπίτι μου. Εδώ οι άνθρωποι προσμένουν να πάρουν την απάντησιν και εις τα δύο μέρη. Αρχαίε φίλε και πιστέ, παρηγορήσου πλέον και δος μας την πολύτιμον την συμβουλήν σου τώρα, διότι μας χρειάζεται. ΓΛΟΣΤ. 'Σ τους ορισμούς σας είμαι. Εδώ καλώς ωρίσατε, αυθένται σεβαστοί μου. Έμπροσθεν του μεγάρου του Γλόστερ.

Ο δεκανέας είπε θυμωμένα: — Πού είσ 'να τρυπωμένος γέροντα; — Πού νάμουνα, παιδί μου, γέροντας άνθρωπος, βαρυακούω κι όλας...Καλώς ωρίσατε! Και τους έδοσε το χέρι του. — Έλα, τόρα, κυρ πάρεδρε, του λόγου σου, να μας μοιράσης, τα καταλύματα, είπε ο δεκανέας. Ήρθαμε για κάτι εντάλματα και θα μείνουμε εδώ απόψε.

Κύψας την κεφαλήν ο Κ. Μελέτης εψιθύρισέ τι προς αυτήν, έπειτα στρεφόμενος προς εμέ. — Η κόρη μου, είπε. Επλησίασα και την εχαιρέτισα. Η νέα ηγέρθη βραδέως, μου έτεινε βραδέως την χείρα, ως αν ήτο κόπος πάσα της κίνησις, και τα χείλη της βραδέως επρόφερον: — Καλώς ωρίσατε. Μόλις ηκούετο η φωνή της.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν