United States or British Indian Ocean Territory ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η εκκλησιαίς σημαίνουν Κουνιούνται τα καμπαναριά, και η φωναίς που βγαίνουν Απ' το βαθύ και διάπλατο κάθε καμπάνας στόμα 'Μοιάζουν Χειρουβεικούς ψαλμούς, 'σαν το απ' ουράνιο δώμα Χιλιάδες τα Χριστούγεννα να τραγουδούν αγγέλοι· Και κάθε αχτίδα από 'ψηλά που κάθε αστέρι στέλλει 'Μοιάζει αγγελική ματιά.

Σύρε, μητέρα μ', στο καλό και στην καλή την ώρα, κ' εμένα να με καρτεράς το Σάββατο το βράδυ, όταν σημαίνουν εκκλησιαίς και ψαίλνουνε παπάδες, τότες και συ, μανούλα μου, νάχης χαραίς μεγάλαις. Και τι χαραίς μεγάλαις, τω όντι, τι χαραίς δι' όλα τα παιδία!

Εμοίρασαν υστερώτερα στον καθέναν της διαφοραίς, οπού έπεφταν στο μερτικό του. τους ενθύμησαν της αναγγαίαις παραγγελίαις, οπού ήταν να συμαδεύουν, όσο το βολετό πλατύτερα, της παρατήρησαίς τους, και σε ύφος όχι απλό, για να της απηκάζουν όλοι οι σπουδαίοι με ευκολίαν, κι απέ τους εγχείρισαν και συστατικά για κάθε χωριό και χώρα, οπού να τους ήφερνε ο δρόμος τους, για ν' άχουν την άδεια να βγάζουν της Κυριακαίς και της Γιορταίς από κάναν δίσκο στης εκκλησίαις, και να μην στενοχωριούνται από τα χρειαζούμενα έξοδά τους.

Θύραις ολούθε ανοίγουν Κι' ολούθε τώρα οι χριστιανοί 'ςταίς εκλησιαίς μας σμίγουν 'Στό Μεσολόγγι μοναχά, απόψι διακρίνω Μέσαταις εκκλησιαίς ερμιά, και η ερμιά εκείνη Βαρύ κρυφό παράπονο κατάκαρδα μου αφίνει Που ένα δάκρυ φλογερό δίχως να νοιώσω χύνω Και μου ραγίζεται η καρδιά και δυο μεγάλοι βόγγοι Με πνίγουν μέσ' ς'τα στήθηα μου. Καϋμένο Μεσολόγγι!

Αναθρεμμένος από παιδί με γυναίκες, επήρε τους τρόπους των όλους ώστε που απογυναικώθηκε καθ' ολοκληρία· ομιλία, περπάτημα, χειρονομία, όλα ήταν γυναίκεια. Η γυναίκαις προ πολλού είχανε πάψη να τον φοβούνται· τον ήξευρανπρο χρόνια τώραως τελείως νεκρωμένο. Έργο είχε να σαβανώνη, να στρώνη νυφικά κρεββάτια και να υπηρετή στης εκκλησίαις.

Την σκοτεινήν νύκτα, καθ' ην μέλλουσιν οι Μεσολογγίται εν ταις εκκλησίαις, κατά την συνήθειαν, να εωρτάσωσι την Γέννησιν του Ιησού Χριστού, τα Αλβανικά του Ομέρ πασά στίφη κινούνται κατά της πόλεώς των.

Και μήγαρις η Ανάστασι δεν ψάλλεται παντού στο ξεσκέπαστο; αντέλεγεν ο βοσκός· έχουν, ας πούμε, εκκλησιαίς καλοχτισμέναις, με πλάκες και με κεραμίδια, και βγαίνουν, κατάλαβες, απ' την εκκλησιά όξου για να κάμουν Ανάστασι· κ' ημείς που δεν έχουμ' εκκλησιά, ας πούμε, δεν μπορούμε, κατάλαβες, να κάμουμ' Ανάστασιένα ξεσκέπαστο μέρος, που ήταν μια φορά κ' έναν καιρό, κατά πώς λένε, εκκλησία;

Ο ιερεύς τον εκύτταξεν εν αμηχανία προς στιγμήν, είτα το βλέμμα του εφωτίσθη, ως να του ήλθεν ιδέα, και είπε. — Κάμνουν Ανάστασι όξου απ' της εκκλησιαίς, ναι· μα λειτουργία;... πώς θα λειτουργήσουμε; — Απάνου στα μάρμαρα, πού ήταν μια τ' άι-δήμα, ας πούμε. — Μα δεν είνε Αγία Τράπεζα εγκαινισμένη. — Τον παλαιό καιρό, που την είχαν κτίσει, κατάλαβες, δεν ήταν συγκαινιασμένη;

Ο ίδιος προέτεινε κ' έκτακτον δίσκον, περιερχόμενος τας τάξεις των πανηγυριστών, συλλέγων εράνους «για να φτιαστούν η εκκλησιαίς». «Ήταν τάχα, Θεός να μας σχωρέση, και παστρικά τα χέρια τουΌλα ταύτα εκίνουν την αντιζηλίαν του Γιάννη του Κούτρη. Από την καθαράν εβδομάδα του είχεν έλθη η ιδέα, και καθ' όλην την τεσσαρακοστήν την επώαζεν. Εμελέτα ν' αποσπάση από το εκκλησίασμα του Αγ.

Η ερημία θέλγει την ψυχήν και εξεγείρει αυτήν εις πίστιν και προσευχήν, εις αγάπην και συμπάθειαν, όσον αποδιώκει την ευλάβειαν και προσοχήν εν ταις εκκλησίαις των πόλεων ο θόρυβος και η τακτική ακαταστασία.