United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πάμπολλων ανθρώπων περιουσίες δημεύτηκαν, κ' έμειναν τα γυναικόπαιδά τους στους δρόμους. Κ' οι αξιωματικοί όμως αυτοί ακόμα, όσο σκληρά κι α φερθήκανε, δεν αποκοτούσανε, λέει, να εφαρμόσουν κάθε μέτρο της Βασιλικής προσταγής, παρά τους σπλαχνιούνταν κι αυτοί τους πολίτες. Είχαν κατέβει και κοπάδια Καλόγεροι κ' Ερημίτες, παρακαλώντας κι αυτοί να πάψη τέτοια φοβερή αδικία.

Πάψη. Έτσι πιστεύω, να μη κιντυνεύουνε πλέον τα κόπια σας και τα πλούτη σας. Αν όμως τώρα μέσα μου αιστάνουμαι ένα σπαραγμό, είναι γιαΤι αφήνω πίσω μου τη λύπη σε δυο πρόσωπα που τα στολίζουνε τα αθώα γερατειά και τ' αγνά νιάτα. Ω! τη γιαγιά μου και την αδερφή μου δε θέλω ούτε να τις αποχαιρετήσω, φοβάμαι μήπως η αγάπη τους, και άθελά μου με κρατήση εδώ.

Παίρνω όμως μαζί μου τη μνήμη της μάννας μου, που είναι για μένα ένας θησαυρός, και που δεν μπορείτε πια να μου την κρατήσετε σεις. Ο Φιντής σε όλο αυτό το διάστημα έχει γείρει, το κεφάλι του απάνου στα χέρια, σα να σκέφτεται, αδιάκοπα. Πάψη. Ω! δυστυχία μας. κάποιο καινούριο κακό μέλλει να γίνη, κάποιο καινούριο κακό πάλι όπως και τότε. Τον έδιωξες, εσύ τον έδιωξες.

Και τόχει, λέει, μεγάλο καημό η γριά. Κ' ήρθε, λέει, η κακόσυρτη στο κελλί και τον παρεκάλειε τις προάλλες να πάη και να τη μεταπείση, να μην τουρκέψη κιόλας η ανιψιά της. Μα δεν το θάρρεψε ο Εφημέριος γνωστικό νανακατευτή ώσπου να πάψη η μάχητα που τους έτρωγε τώρα. — Να πάμε να τη δούμε αυτή τη γριά, λέει ο Επίτροπος. Απόψε κιόλας.

Αναθρεμμένος από παιδί με γυναίκες, επήρε τους τρόπους των όλους ώστε που απογυναικώθηκε καθ' ολοκληρία· ομιλία, περπάτημα, χειρονομία, όλα ήταν γυναίκεια. Η γυναίκαις προ πολλού είχανε πάψη να τον φοβούνται· τον ήξευρανπρο χρόνια τώραως τελείως νεκρωμένο. Έργο είχε να σαβανώνη, να στρώνη νυφικά κρεββάτια και να υπηρετή στης εκκλησίαις.

Άσε με, άσε με να φύγω, ίσως σε λίγο είναι αργά. Πήγαινε κάτου. Γύρισε όλο το σπίτι. Και κλείσε τα παράθυρα, Και σφάλοιξε τις πόρτες. Και μην ανοίξης σε κανέναακούς; σε κανένα. Η βουή τώρα ακούεται πια από πολύ κοντά. Ο Φιντής στέκεται μαζωμένος σε μια άκρη και άφωνος. Πάψη. ΥΠΕΡΕΤΗΣ. Όλα σφαλοισμένα. Και τα παράθυρα στο κάτου πάτωμα, κ' η μεγάλη οξώπορτα, κ' η μικρή πόρτα του κήπου.

Ο σύντροφός τους έφυγε από προχτές. Ένα σύντομο τηλεγράφημα τον ανάγκασε ν' αφήση στη μέση τις μελέτες του. Για τούτο λυπήθηκε πολύ· μα και τι να κάμη; Ο άνθρωπος του νου, όσο κι αν θελήση, δε θα πάψη ποτέ να είνε άνθρωπος και της σάρκας. Κ' η σάρκα — π' ανάθεμά τη! — έχει πολλές απαίτησες. Σήμερα τούτο, αύριο εκείνο.

Ζήτησε ελεημοσύνη από πολλά σοβαρά προσώπατα, μα όλοι του απαντούσαν, πως αν εξακολουθούσε να κάμνη αυτό το επάγγελμα, θα τον κλείνανε σε κανένα σωφρονιστήριο για να μάθη να δουλεύη. Απευθύνθηκε κατόπι σ' έναν άνθρωπο, που μόλις είχε πάψη να μιλή μόνος μιαν ολόκληρη ώρα περί ευσπλαχνίας μπροστά σε μια μεγάλη σύναξη ανθρώπων.

Ά! δεν μπορώ να σε υποφέρω πια, θα φωνάξω την αστυνομία να σε πετάξη από μπροστά μου. Πάψη. Δεν είναι ανάγκη να το κάμη αυτό η αστυνομία. Θα το κάμω μόνος μου, τώρα που σας γνώρισα καλά και κατά βάθος. Μια φορά είμουνα παιδάκι και δε σας είχα καταλάβει, αλιώς βέβαια δε θα με βλέπατε ποτέ να ξαναπατήσω το κατώφλι σας.

Μου είπαν κάτου πως δεν είν' εδώ αυτή την ώρα. ΑΝΝΟΥΛΑ Όχι. Όταν έφυγε μας είπε πως πάει στο γραφείο του. Πάψη Περνά τη στιγμή αυτή από το νου μου η παλιά μου ζωή. Ποιά συγκίνηση πνίγει την καρδιά μου! Πόσες φορές στα ξένα δε θυμήθηκα όλες τις γωνιές του σπιτιού, που κάθε μια μου έκρυβε και μιαν ανάμνηση. Πόσες φορές δεν πεθύμησα τη μυρουδιά ενός ρόδου από τον κήπο μας.