United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σηκώθηκε ο Μιχάλης κάτι πιο αργότερα από τη συνηθισμένη του ώρα. Κι ότι ξεπρόβαλε από την πόρτα του, ανταμώνει το Δημήτρη ερχάμενο από το σπίτι του να δη τι απόγινε· κι όχι και τι απόγινε, παρά τι θ' απογίνη, ύστερ' από ταποσπερινά. Τον αποδέχτηκε ο Μιχάλης πασίχαρος. — Έλα μέσα, να πιής έναν καφέ, του κάνει. Και σα συγυρίζη η Βασιλική τη γριά απάνω τα λέμε κιόλας.

Μόλις όμως έφθασαν απάνω στην εκκλησιά, ξεπρόβαλε και τους έλαμψε μες το πρόσωπο τόσο που θάμπωσαν τα μάτια τους. . . Καλωσορίστε !-τους είπε το φεγγάρι. Τι γινήκατε τόσον καιρό ; Κανείς δεν έρχεται να με ιδή εμένα που είμαι ολομόναχο πάνω στα βουνά.

Ένα βράδυ το γεμάτο φεγγάρι πρόβαλε από τον αντικρυνό λόφο. Υψώθηκε ανάμεσα απ' τις ψηλές λεύκες κ' ύστερα σταμάτησε καταμεσής τουρανού και καθρεφτιζότανε μες στα νερά της λίμνης. Τότε ο γέροφιλόσοφος ξεπρόβαλε απ' το ψηλό αψιδωτό παραθύρι. Το φως του φεγγαριού έπεσε πάνω στα λευκά του μαλλιά, στο πλατύ του μέτωπο, στα μακρυά χιονισμένα του γένεια και γλύστρησε ως την ψυχή του.

Είναι ως εκατό χρόνια που μήτε τους βλέπαμε μήτε τους πολυακούγαμε τους Γότθους. Θάμνησκαν ίσως έτσι τα πράματα, μόνε που ξεπρόβαλε νέος και φοβερός εχτρός από τα βορειανατολικά, οι πολυξάκουστοι οι Ούννοι. Έχουνε να πουν πως υπάρχανε οι βάρβαροι αυτοί από το δωδέκατο αιώνα πρι Χριστό κατά τα μέρη της Κίνας, μ' άλλο όμως όνομα. Αυτό εμάς αδιάφορο.

Ν' αλλάξω καρδιά και να γλυτώσω από την αγάπη της, από τη δύναμη την κρύφια της ομορφιάς της που ξεπρόβαλε και με λώλανε την αξέχαστη εκείνη βραδινή, δύσκολο, ίσως αδύνατο! άλλο δεν τήραγα ομπρός μου παρ' αφανισμό, αφανισμό για μάννα, για πατρίδα, για καθετίς. Παίρνω λοιπόν απόφαση μεγάλη και σοβαρή. Να φύγω μια και καλή από την Πόλη!

Εκείνη την ώρα, ενώ το φεγγάρι ξεπρόβαλε σαν μεγάλο τριαντάφυλλο ανάμεσα στους θάμνους του λόφου και οι φλόμοι σκόρπιζαν τη μυρωδιά τους στις όχθες του ποταμού, προσεύχονταν και οι κυράδες του Έφις: η ντόνα Έστερ, η μεγαλύτερη, ας είναι ευλογημένη, θα τον μνημόνευε σίγουρα κι αυτόν τον αμαρτωλό. Αρκούσε αυτό για να νοιώθει ικανοποιημένος και αποζημιωμένος για τους κόπους του.

Έχοντας ακόμα του Ευνούχου την προστασία, καθώς και καμιά σαρανταριά Επισκόπους, και τον αρχιεπίσκοπο της Αντιόχειας, δεν ήθελε να παραδεχτή τη συνοδική απόφαση, παρά την πολεμούσε ώσπου πήρε τα μέτρα της η Πουλχερία και ζορίστηκε ο αιρετικός Πατριάρχης σε μιαν όαση της Λίβυας. Σύχασε δε σύχασε ο κόσμος από το Νεστόριο, κι άλλος πάλε σοφός ξεπρόβαλε να διορθώση τη θρησκεία, ο Ευτυχής.