United States or San Marino ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι να πει όμως; Κατά βάθος ήταν ικανοποιημένος που το πέρασμα των αλεπούδων έκανε τον Τζατσίντο να σωπάσει, ωστόσο κάτι έπρεπε να πει. «Λοιπόν…. εκείνος ο λιμενάρχης; Είναι φανερό πως ήταν φρόνιμος άνθρωπος. Καταλάβαινε πως τα νιάτα… τα νιάτα….. κάνουν λάθη…. Όταν μάλιστα είναι κανείς και ορφανός! Εμπρός, σήκω! Θέλεις να φαςΜπήκε στο καλύβι και βγήκε ξεφλουδίζοντας ένα κρεμμύδι.

Πόσον άνω ανήλθες, και παρετήρησες τόσον κάτω;. . . Και με ποίας πτέρυγας ανήλθες, και κατέπεσες, ως ο Ίκαρος, ικανοποιημένος ότι ευρέθης υπό στέγην και εντός των τεσσάρων τοίχων, εις ους σ' επανευρίσκω μακαρίως κοιμώμενον;. . . Εκπλήττεσαι και σιγάς;. . .

Ο μπαμπάς το πήρε κι αυτός πολύ σοβαρά κι απάντησε: — Σου υπόσχομαι, θα γράψω και για σένα ένα βιβλίο. — &Μόνο& για το Νέννε, ξαναείπε ο μικρός δίνοντας να εννοηθή καθαρά πως αυτό είταν το σπουδαιότερο. — Μόνο για το Νέννε, απάντησε σοβαρά ο μπαμπάς. Ο μικρός έφυγε. Έτρεξε κ' έφερε το νέο ως την κουζίνα κ' έμεινε ικανοποιημένος τέλεια τη στιγμή αυτή. Ο μικρός δεν έπαψε να το θυμίζη.

Το φεγγάρι ψηλά από το μικρό παράθυρο πάνω από το σεντούκι έριχνε μια ασημένια λωρίδα φωτός που έφτανε μέχρι το ξερακιανό της στήθος και από το άνοιγμα του πουκαμίσου φαινόταν το χρυσό νόμισμα περασμένο στο δερμάτινο κορδόνι που είχε πια μαυρίσει. Ο Τζατσίντο όμως δεν έμεινε ικανοποιημένος.

Εκείνη την ώρα, ενώ το φεγγάρι ξεπρόβαλε σαν μεγάλο τριαντάφυλλο ανάμεσα στους θάμνους του λόφου και οι φλόμοι σκόρπιζαν τη μυρωδιά τους στις όχθες του ποταμού, προσεύχονταν και οι κυράδες του Έφις: η ντόνα Έστερ, η μεγαλύτερη, ας είναι ευλογημένη, θα τον μνημόνευε σίγουρα κι αυτόν τον αμαρτωλό. Αρκούσε αυτό για να νοιώθει ικανοποιημένος και αποζημιωμένος για τους κόπους του.

Μιλώντας έτσι ζυγώσανε στο Πόρτσμουθ· πλήθος κόσμου είχε γεμίσει την παραλία και παρατηρούσε με προσοχή έναν άνθρωπο πολύ χοντρό γονατισμένο, με τα μάτια δεμένα, πάνω στη γέφυρα ενός πλοίου του στόλου· τέσσερις στρατιώτες, τοποθετημένοι απέναντί του, του τραβήξανε καθένας τρεις σφαίρες στο κρανίο, με τον πιο γαλήνιο τρόπο του κόσμου· κι' όλος ο συναθροισμένος λαός γύρισε σπίτι του ικανοποιημένος.

Ο Έφις βρισκόταν πάλι εκεί πάνω, στο κτηματάκι. Αφού είχε τελειώσει ο καιρός της παραγωγής και είχε γίνει και η συγκομιδή των καρπών, ο Τσουαναντόνι, στον οποίο το αφεντικό είχε αναθέσει τη βόσκηση ενός κοπαδιού προβάτων στα βουρλοτόπια γύρω από το χωριό, έφυγε ικανοποιημένος. Να τος λοιπόν πάλι ο Έφις καθισμένος στη συνηθισμένη του θέση μπροστά στο καλύβι, κάτω από το γλαυκό φρύδι του καλαμιώνα.