Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025
Κάτω οι άνθρωποι ατάραχοι έβλεπον την προσεγγίζουσαν λέμβον. Τινές δ' άλλοι προσήρχοντο δρομαίοι, αντί όπλων, ως ανέμενεν ο λιμενάρχης, κρατούντες εις χείρας πινάκια κίτρινα και πράσινα του Τσανάκ-καλέ. — Είνε ο γρίπος, εφώνησε θριαμβευτικώς ο Γέρω-Γιάννης, βλέπων μετά προσοχής την πλησιάζουσαν μεγάλην και πολύκωπον λέμβον. — Μα έχεις μια μύτη, Γέρω-Γιάννη! — Και μάτια και αυτιά, κ. δήμαρχε.
Πρώτην φοράν οι άνθρωποι εμάνθανον ότι είχον οικογενείας ο υποτελώνης και ο λιμενάρχης, οίτινες από πρωίας μέχρις εσπέρας εχαρτόπαιζαν εν τω καφενείω ελλείψει εργασίας. — Ίσως όμως και να ήλθαν απόψε με το βαπόρι, έλεγον.
Όλοι σ’ αυτόν τον κόσμο σφάλλουμε, άλλος πιο πολύ, άλλος πιο λίγο, σήμερα ή αργά ή γρήγορα: τι πάει να πει αυτό; Μήπως ο λιμενάρχης δεν είχε συγχωρήσει; Γιατί δε θα έπρεπε να συγχωρήσουν και οι άλλοι; Α, εάν όλοι συγχωρούσαμε ο ένας τον άλλο! Ειρήνη θα βασίλευε στον κόσμο: όλα θα ήταν καθαρά και ήρεμα, όπως εκείνη τη φεγγαρόφωτη νύχτα. Σηκώθηκε και πήγε να κάνει μια βόλτα στο κτηματάκι.
Και να που ένα βράδυ, αυτός ο ίδιος ο λιμενάρχης πήγε να τον βρει κάτω στις καμάρες του λιμανιού. Ο φίλος μου νόμιζε ότι ακόμη ονειρευόταν, ο άλλος όμως του είπε: ξέρετε, εδώ και καιρό σας ψάχνω. Ξέρω ότι σας απέλυσαν εξ αιτίας των χρημάτων, εμένα όμως μ’ ενδιαφέρει να μάθουν οι ανώτεροί σας και όλοι οι άλλοι την αλήθεια. Αυτό θα είναι το καλύτερο και για εσάς.
Μετά το γεύμα όλοι οι καλεσμένοι, ο δήμαρχος, ο λιμενάρχης, ο ειρηνοδίκης, ο υποτελώνης και οι λοιποί, όσους είχε καταριθμήσει η Ασημήνα, όλοι μετά των συζύγων των έλαβον μέρος εις τον χορόν — τινές ως απλοί θεαταί — όστις είχε στηθή εις την πλατείαν, εκείθεν της οικίας. Πολλοί εχόρευσαν, όλοι σχεδόν ηυφράνθησαν, και κανείς δεν εμελαγχόλησεν.
Οι κάτοικοι τω προσήνεγκον άλλην καινουργή και στερεάν, πλην ο κ. λιμενάρχης συνειθισμένος εις τα πολεμικά ήθελε «βασιλική βάρκα» να την ίδουν από μακράν οι πειραταί και να τρομάξουν.
Μια μέρα ένας πλούσιος συνταξιούχος λιμενάρχης, ένας καλός κύριος, σωματώδης αλλά απλοϊκός σαν παιδί, ήρθε να πληρώσει κάτι. Ο φίλος μου του είπε: Αφήστε τα χρήματα και περάστε αργότερα να πάρετε την απόδειξη που πρέπει να υπογραφεί από τον προϊστάμενο. Ο λιμενάρχης άφησε τα χρήματα, ο φίλος μου τα πήρε, βγήκε έξω, τα έπαιξε και έχασε.
Τι να πει όμως; Κατά βάθος ήταν ικανοποιημένος που το πέρασμα των αλεπούδων έκανε τον Τζατσίντο να σωπάσει, ωστόσο κάτι έπρεπε να πει. «Λοιπόν…. εκείνος ο λιμενάρχης; Είναι φανερό πως ήταν φρόνιμος άνθρωπος. Καταλάβαινε πως τα νιάτα… τα νιάτα….. κάνουν λάθη…. Όταν μάλιστα είναι κανείς και ορφανός! Εμπρός, σήκω! Θέλεις να φας;» Μπήκε στο καλύβι και βγήκε ξεφλουδίζοντας ένα κρεμμύδι.
Πείτε, με το χέρι στην καρδιά, σας τα έδωσα εκείνα τα χρήματα ή όχι; Ο φίλος μου απάντησε: ναι. – Τότε ο λιμενάρχης είπε: Ας προσπαθήσουμε να διορθώσουμε την κατάσταση. Εγώ δεν θέλω την καταστροφή σας. Ελάτε σπίτι μου, να η διεύθυνσή μου. Ελάτε αύριο και μαζί θα πάμε στους ανωτέρους σας. –Εντάξει! Την άλλη μέρα όμως ο φίλος μου δεν πήγε. Φοβήθηκε. Φοβήθηκε.
Και όταν ο λιμενάρχης επέστρεψε, ο φίλος μου είπε πως δεν έλαβε τίποτα! Εκείνος διαμαρτυρήθηκε, πήγε στους ανωτέρους, αλλά δεν είχε την απόδειξη και όλοι τον κορόιδευαν. Και όμως τον φίλο μου τον απέλυσαν… ναι, εδώ και τέσσερεις μήνες…. ναι, θυμάμαι, ήταν απόκριες. Πήγε στο χορό. Το έριξε έξω, ήπιε∙ δεν του έμεινε δεκάρα τσακιστή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν