United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά το γεύμα όλοι οι καλεσμένοι, ο δήμαρχος, ο λιμενάρχης, ο ειρηνοδίκης, ο υποτελώνης και οι λοιποί, όσους είχε καταριθμήσει η Ασημήνα, όλοι μετά των συζύγων των έλαβον μέρος εις τον χορόντινές ως απλοί θεαταίόστις είχε στηθή εις την πλατείαν, εκείθεν της οικίας. Πολλοί εχόρευσαν, όλοι σχεδόν ηυφράνθησαν, και κανείς δεν εμελαγχόλησεν.

Ο Κύριος, «ον αυτοί εζήτουν», είχεν έλθη αιφνιδίως εις τον Ναόν Του, κομιστής της Διαθήκης, Μεγάλης Βουλής Άγγελος· αλλ' εκείνοι ούτε Τον ανεγνώρισαν ούτε ηυφράνθησαν επ' Αυτώ, καίτοι η πρώτη πραξίς Του υπήρξε το να καθαρίση και απολυμάνη τούτον, όπως προσφέρωσι τω Κυρίω θυσίαν αινέσεως. Καθώς περιέβλεψε και είδε τα εκεί, η καρδία Του και πάλιν σφόδρα ηγανάκτησε.

Τέλος, μετά την λειτουργίαν ο παππάς, ο Φραγκούλας και η οικογένειά του και ολίγοι φίλοι εκάθισαν κ' έφαγαν ομού και ηυφράνθησαν, και την εσπέραν ο Φραγκούλας επανήρχετο, ειρηνικώς και με αγάπην, μετά της συζύγου και των τέκνων του υπό την οικιακήν στέγην. Πριν παρέλθη έτος εγεννήθη η Κούμπω.

Και έφαγον πάντες και ηυφράνθησαν, εορτάσαντες τα Χριστούγεννα μετά σπανίας μεγαλοπρεπείας επί του ερήμου εκείνου βράχου. Την νύκτα εκοιμήθησαν εν μέσω αφθόνων πυρών, με αρκετά δε σκεπάσματα και καπότας, όσα και οι εκ της πολίχνης πανηγυρισταί είχαν φέρει μεθ' εαυτών, και οι αιγοβοσκοί είχαν εις το Κάστρον, και ο εκ Λήμνου φιλότιμος καραβοκύρης εκόμισεν από το πλοίον του.

Έφαγον και ηυφράνθησαν όλοι και αφού ο παπ' Αγγελής ευλόγησεν, ως έδει, την φλάσκαν, την μετεβίβασε, μεγάλην, υπόχλωρον ακόμη, δι' ερυθράς δερματίνης λωρίδος κρατουμένην, κλώζουσαν και φυσώσαν ακαταλήπτους ήχους ένδοθεν, εις χείρας του εκ δεξιών του καθημένου προεστώτος της ομάδος, του Γεώργη τ' Παναγιώτ', όστις εγερθείς, προσηγόρευσε διά μακρών την ομήγυριν. — Κ'στός ανέστ'· βρε παιδιά!