United States or Antigua and Barbuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και η λυγερή ησθάνετο μίσος προς την φλογέραν εκείνην η οποία διά του ευγλώττου στόματός της, επιτηδειοτέρου και της πλέον γυμνασμένης μαυλιτρίας, έκαμεν αυτήν να λησμονήση την προς τον άνδρα της μύχιον εκείνην αφοσίωσιν η οποία συγγεννάται και συναποθνήσκει με αυτό το σώμα της γυναικός του αγρού.

Εγνώριζεν η Σμάλτω ότι ο βοσκός δεν είχε πλέον μαζί του την φλογέραν να την παίξη όπως άλλοτε και γεμίση τον αέρα πέριξ από μύρια συναισθήματα, από τόσους καϋμούς της γυναικείας καρδίας, τόσας εκφράσεις της ανθρωπίνης αδυναμίας και την συναρπάση. . . Την είχεν εδώ υπό τους πόδας της, ως να είχε την γλώσσαν, αυτήν την φωνήν μιας μαγίσσης και την κατεσύντριβε.

Και σήμερον ακόμη, η ερώτησις — «Εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι;» — Επαναλαμβάνεται συχνάκις, και η μόνη απάντησιςσχεδόν η μόνη δυνατή απάντησις, — είνε και τώρα, όπως ήτο τότε, «Έρχου και ίδε». Τότε εσήμαινε, έρχου και ίδε τον Λαλούντα ως ουδέποτε άνθρωπος ελάλησεν· έρχου και ίδε Εκείνον, τον ταπεινόν τέκτονα τον από Ναζαρέτ, όστις δεσπόζει των ψυχών πάντων τον προσεγγιζόντων αυτόν, αποκαλύπτων διά μόνης της παρουσίας του τα μυστικά των καρδιών, και σύρων όπισθέν του τους αμαρτωλούς εις μίαν φλογεράν λατρείαν· έρχου και ίδε Εκείνον, όστις αποπνέει την ακαταμάχητον γοητείαν αναμαρτήτου αγνότητος, το άψογον κάλλος θείας ζωής. «Έρχου και ίδε», είπεν ο Φίλιππος πεπεισμένος εν τη απλότητι της καρδίας και της πίστεως αυτού, ότι βλέπων τις τον Ιησούν θα τον ανεγνώριζε και θα τον ηγάπα και θα τον ελάτρευεν.

Της ήρχετο να κλαύση, της ήρχετο να γελάση· ούτε να πράξη τι ούτε να συλλογισθή ήτο εις θέσιν πλέον. Ησθάνετο κλονισμόν καθ' όλα αυτής τα μέλη κ' έμενεν εκεί, εντελώς άτονος, εντελώς ανήκουσα εις του αυλητού μάλλον τας ορέξεις ή εις τας ιδίας της δυνάμεις. — Πάψε πια! ήρθρωσε τέλος βαρύθυμος. Κ' έτεινε την χείρα προς το στόμα του βοσκού, διά να του αποσπάση την φλογέραν.

Και τώρα ότε εφθάσαμεν, συ μεν κάθησαι εδώ επί του βράχου και βλέπε προς την Πνύκα έως ου διαλαλήσω την παραγγελίαν του Διός• εγώ δε θ' αναίβω εις την Ακρόπολιν διά να δυνηθώ ούτω ευκολώτερον να τους καλέσω και να με ακούσουν όλοι. ΔΙΚ. Μη φύγης, ω Ερμή, πριν μου είπης ποιος είνε αυτός που έρχεται προς τα εδώ, ο κερασφόρος και μαλλιαρός εις τους μηρούς και τα πόδια, ο οποίος κρατεί φλογέραν.

Ούτως ο Μήτρος αναγκάσθη ν' απομακρυνθή εκείθεν κ' εμισθώθη εις ένα κτηνοτρόφον εκ Σουλεϊμάναγα, του οποίου τόρα έβοσκε τα πρόβατα. — Βόσκω τα πράμματα και παίζω τη φλογέρα μου· είπεν όταν ετελείωσε την διήγησίν του, απαθώς υπομειδιών, ως να έλεγε συνήθη πράγματα. Η Σμάλτω ήτις συνεκινήθη εις την διήγησιν εκείνην του βοσκού, εχάρη ακούσασα ότι εγνώριζεν ούτος να παίζη την φλογέραν.

O Μανώλης εξέτεινε την χερούκλαν του εις το καλάθι, αλλ' ενώ έκλινε προς την κόρην και ήλθε το πρόσωπόν του εγγύτατα εις την παρειάν της, μέθη ως εκείνη του οίνου τον κατέλαβε διά μιας και παρ' ολίγον η χερούκλα να αλλάξη διεύθυνσιν. Η Πηγή ανετινάχθη ελαφρά προς τα οπίσω, αισθανθείσα φλογεράν, ως λαύραν ηφαιστείου, την πνοήν του εις το πρόσωπόν της.

Ο δε άλλος ήτο υπερμεγέθης άνθρωπος και ωμοίαζε προς τράγον κατά τα κάτω άκρα, είχε τριχωτά τα σκέλη, κέρατα επί κεφαλής και πυκνά γένεια, ήτο οργίλος και βίαιος• και εις μεν την αριστεράν εκράτει φλογέραν, εις δε την δεξιάν ράβδον καμπύλην, την οποίαν έχων υψωμένην περιέτρεχεν όλον το στρατόπεδον και ανεπήδα.

Ο Κρυστάλλης με τον &Τραγουδιστήν του χωριού και της Στάνης& μας παρουσιάζεται ζωντανός και μεστωμένος ποιητής, με φλογέραν ηχηροτέραν και άσμα ζωηρότερον και υπόσχεταιεάν έζηνα συγκινήση τα πλήθη των αναγνωστών, να κρούση αρμονικώτερον τας χορδάς και να δονίση τας καρδίας.

— Α! εψιθύρισεν εκπλαγείς, ήρθες; κάτσε και θ αλλάξω το σκοπό μου. Χωρίς δε να είπη τι άλλο, έφερε πάλιν την φλογέραν εις τα χείλη και ήρχισε νέον αύλημα. Η Σμάλτω ως περίεργον παιδίον, λαβόν παρά της μάμμης του την υπόσχεσιν ότι θ' ακούση κανέν νέον παραμύθι, εκάθησε προθύμως εις μίαν πέτραν πλησίον του βοσκού, στηρίζουσα την κεφαλήν επί του απέναντι στύλου της σκιάδος.