United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Το χιόνι ξακολουθούσε να πέφτη, ο βοριάς ξακολουθούσε ν' αγριοφυσάη, το κρύο ξακολουθούσε ν' αντρειεύεται και τ' άλογο ξακολουθούσε ν' αναιβαίνη αργά-αργά τον ανήφορο «γκρουπ-γκρουπ- γκρουπ-π π... ». Λίγος δρόμος μου είχε απομείνει ακόμα, όσο ν' αναιβώ στη ράχη, αλλά δεν τελείωνε ποτέ! Την υπομονή μου διαδέχονταν ανυπομονησιά και την ανυπομονησιά μου υπομονή!

Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• «ω Κίρκη, πώς εσύ ζητείς εγώ να σου 'μαι πράος, 'που τους συντρόφους μώκαμεςτα μέγαρά σου χοίρους, κ' εμέ κρατώντας τώρα εδώ με προσκαλείς με δόλοτον θάλαμό σου, ν' αναιβώ την ιδική σου κλίνη, 340 όπως ανδρειά και δύναμιν, ως γυμνωθώ, μου πάρης. ουδέ ποτέ θ' αναιβώ εγώ την ιδική σου κλίνη, αν μη θελήσης, ω θεά, να ομόσης μέγαν όρκο, ότι άλλο ενάντια μου κακό δεν θα σκεφθής κανένα».

Και ακούει διηγούμενον τον μπάρμπα-Σταύρον το επεισόδιον της πτώσεώς του το τραγικόν. — Έπεσα μαζί με το χιόνι κάτω βαθειά. Τα έχασα. Πάει, είπα, χάθηκα. Αλλά βλέπω εκεί μια σπηλιά· εχώθηκα μέσα έως να συνέλθω. Αλλά τι με τούτο ; Έπρεπε να αναιβώ επάνω. Μα πώς να αναιβώ; Τοίχος από δω και από εκεί υψηλός· κάστρο από χιόνι· αρχίζω τότε με το κοντάρι να κάμω δρόμο.

Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη· «Εάν εδώ καθήμενος εμέ να τέρπης, ξένε, ήθελες, δεν θα χύνονταν ύπνοςτα βλέφαρά μου· 590 αλλ' άυπνοι παντοτινά δεν γίνεται να μένουν οι άνθρωποι· και των θνητών εις κάθε πράγμα μέρος διώρισαν οι αθάνατοι, 'ς την γη την σιτοδώρα. αλλ' εγώ τώρα θ' αναιβώ 'ς τ' ανώγι να πλαγιάσωτην κλίνην πολυστένακτην, 'που δάκρυα την ποτίζουν 595 τα μάτια μ' από την στιγμήν οπ' έφυγ' ο Οδυσσέας, την Κακοΐλιον να ιδή την τρισκαταραμένην· κει θα πλαγιάσω εγώ· και συτο σπίτι εδώ κοιμήσου· ή στρώσε χάμαι ή θέλησε να σου ετοιμάσουν κλίνη».

ΡΩΜΑΙΟΣτον τοίχον του μοναστηρίου περίμενε ολίγον, κ' εκεί θα στείλω άνθρωπον τώρα ευθύς να σ' εύρη και να σου δώση τα σχοινιά, οπού θα έχω σκάλαν εις τα εξάρτια τα 'ψηλά ν' αναίβω της χαράς μου. Ώρα καλή! Φέρσου πιστά και θα σου το πληρώσω. Ώρα καλή· εκ μέρους μου χαιρέτα την κυράν σου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Να σ' ευλογήση ο Θεός, παιδί μου. — Άκουσέ με. ΡΩΜΑΙΟΣ Τι είναι, παραμάνα μου;

Και τώρα ότε εφθάσαμεν, συ μεν κάθησαι εδώ επί του βράχου και βλέπε προς την Πνύκα έως ου διαλαλήσω την παραγγελίαν του Διός• εγώ δε θ' αναίβω εις την Ακρόπολιν διά να δυνηθώ ούτω ευκολώτερον να τους καλέσω και να με ακούσουν όλοι. ΔΙΚ. Μη φύγης, ω Ερμή, πριν μου είπης ποιος είνε αυτός που έρχεται προς τα εδώ, ο κερασφόρος και μαλλιαρός εις τους μηρούς και τα πόδια, ο οποίος κρατεί φλογέραν.