United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε είδε στο άλλο μέρος του μεγάλου δρόμου, ψηλά στην άκρη του χαντακιού, τα κίτρινα άνθη, που λάμπανε φυτρωμένα στο σταχτερό χώμα, κ' έτρεξε κει, όσο βαστούσαν τα μικρά του πόδια. Μα τώρα είτανε σχεδόν μέσα στο δάσος και δεν μπορούσε πια ναντισταθή.

Και τα τριαντάφυλλα και τα κρίνα του κορμιού της όλο μαραγκιάζανε απ' τα ζεματιστά της δάκρυα. Μόνο τα ζαφείρια των ματιών της λάμπανε πιο γλυκά μέσα στα δάκρυα. Ένα βράδυ καλοκαιριάτικο, που καθότανε στο παράθυρο η βασιλοπούλα, ένα τραγούδι γλυκό ακούστηκε μέσα στη σιγαλιά του φεγγαριού. Η βασιλόπουλα ανατρίχιασε.

Πηγαίνει τους μενεξέδες στον τάφο του ανδρός της. Δεν τονέ ξέχασε ακόμα. Ο δεύτερος δεν εμίλησε. Έσκυψε και μύρισε βαθιά απάνω στην κουμπότρυπά του το μπουκετάκι με τους μενεξέδες, που τους είχε μοιρασθή μ' έναν πεθαμένο. Τα μάτια του λάμπανε από αγάπη κι' από ζήλεια. Το λεωφορείο τράβηξε το δρόμο του. Ήτανε μεγάλη γιορτή, μια φωτεινή απριλιάτικη μέρα.

Και τέλος του πήρε τα λουλούδια και τα έβαλε σ' ένα μικρό πράσινο ανθογυάλι, τα έσιαξε και τα έδειξε του Σβεν, τι ωραία που λάμπανε στον ήλιο. Τότε παράτησε κι ο μπαμπάς κάθε ιδέα τιμωρίας, πήγε στο γραφείο του κ' ένοιωθε πόσο είναι περιττός.

Τα λόγια αυτά μου δώσαν ενέργεια και ζωή και μέσα σ' όλη την απελπισία, όλη την ανησυχία κι όλα όσα έχω περιγράψει πριν και διηγήθηκα, μέσα σ' όλα όσα με κατασυντρίβανε, τα λόγια αυτά λάμπανε μπροστά μου σαν άστρα στο σκοτάδι και με κεντούσανε στην τελευταία μεγάλη προσπάθεια, που έλπιζα πως θα ξαναέδινε τη χαρά σ' όλους μας.

Ο Σβεν τραγουδούσε και γελούσε και λάμπανε τα μεγάλα γαλανά μάτια του. Γιατί να ντρέπεται να τραγουδά, αφού διασκέδαζε ο ίδιος τόσο μ' αυτό κι αφού κιόλας τραγουδούσε τόσο ωραία; Αυτό το είχε πει η μαμά κι όταν εκείνη εύρισκε πως τραγουδά ωραία, έπρεπε να το βρίσκουν όλοι ωραίο.

Ενώ συζητούσανε γι' αυτό το σπουδαίο θέμα, περιμένοντας πάντα την Κυνεγόνδη, ο Αγαθούλης παρατήρησε ένα νεαρό θεατίνο στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, που κρατούσε στο μπράτσο του μια κοπέλλα. Ο θεατίνος φαινότανε πολύ δροσερός, παχουλός, δυνατός. Τα μάτια του λάμπανε, το ύφος του ήτανε όλο πεποίθηση, το ανάστημά του ψηλό, το βάδισμά του περήφανο.

Κι όταν τέλος πλησίαζε η μέρα να φύγουμε, πώς πηγαίναμε να δούμε τελευταία φορά όλα ταγαπημένα μέρη! Ανεβαίναμε στα βουναλάκι με την πλατειά θέα, πηγαίναμε κ' ερχόμαστε στο μονοπάτι του δάσους, ιδίως όταν σκοτείνιαζε και τάστρα λάμπανε ανάμεσα από τα κλαδιά των ελατιών. Μας χρειάστηκε σχεδόν μια βδομάδα για τον αποχαιρετισμό.

Κι' ο Παύλος την αγάπησε κ' εκείνος γιατί ήτανε ξανθή και λυγερή και μιλούσε γλυκά και χαϊδεμένα και τα μάτια της λάμπανε, σαν αστεράκια στο απόβροχο, και το στήθος της σάλευε σαν κυματάκι· την αγάπησε ακόμα για τόσα άλλα πράματα που κανένας δεν τα ξέρει. Έτσι, χωρίς να το καταλάβουν και μόνοι τους, αγαπηθήκανε ο Παύλος κ' η Παυλίνα και γινήκανε ταίρι.

Είτανε τόσο χαρούμενος που μαζευόμαστε όλοι τριγύρω του, άμα γινότανε κάτι κ' η κρυσταλλένια φωνή του και το ξάστερο γέλιο του αντηχούσανε σ' όλο το σπίτι. Τρέχαμε γύρω του γιατί θέλαμε να δούμε πώς λάμπανε τα μάτια του, πώς τα μικρά λευκά του χέρια σαλεύανε από ευχαρίστηση, γιατί θέλαμε να δούμε όλη την αστραφτερή αυτή παιδιάτικη χαρά, που πλημμυρούσε με ήλιο την καρδιά μας.