United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φαίνεται ότι η σήμερον καλουμένη Ελλάς δεν κατωκείτο διαρκώς έκπαλαι, αλλά πρότερον συνεκροτείτο εκ μεταναστάσεων και ευκόλως καθείς εγκατέλειπε την εαυτού χώραν, βιαζόμενος υπό τινων πάντοτε πλειόνων. Μάλιστα δε της γης η αρίστη είχε κατοίκων πάντοτε μεταβολάς, η σήμερον Θεσσαλία καλουμένη, και η Βοιωτία, και τα πλείστα της Πελοποννήσου πλην της Αρκαδίας, και αι άλλαι χώραι αι μάλλον εύφοροι.

Και μέσα εμπήκαν οι ανδρικοί μνηστήρες, και κατόπι εις ταις καθήκλαις, 'ς τα θρονιά, καθίσαντην αράδα• 145 και το νερό τους έχυσαν οι κήρυκεςτα χέρια, η δούλαις εις τα κάνιστρα τον άρτον εσωρεύαν, και τους κρατήραις με κρασί στεφάνωσαν οι νέοι• και άπλωσαν κείνοιτα έτοιμα φαγιά 'που 'χαν εμπρός τους• και του φαγιού και του πιοτού την όρεξι αφού σβήσαν, 150 εις άλλα τότ' εστράφηκεν ο πόθος των μνηστήρων, εις το τραγούδι, εις τον χορό, της τράπεζας τα δώρα. λαμπρήν κιθάραν έβαλεν ο κήρυκαςτα χέρια του Φήμιου, 'που βιαζόμενος τραγούδαε των μνηστήρων• και άρχισε κιθαρίζοντας καλό τραγούδι εκείνος. 155 τότ' είπεν ο Τηλέμαχος την γλαυκομμάτ' Αθήνη, ζυγόνοντας την κεφαλήν, οι άλλοι μην ακούσουν•

Αλλ' ο πάτερ-Γαλακτίων βιαζόμενος ν' αποστείλη εις το Μετόχιον και το ονάριον, να τροφοδοτήση δε τους μοναχούς κινδυνεύοντας από της πείνης ένεκα του αποκλεισμού, ηύξησε τον ναύλον και έταξεν εις τον Μανώλην και έν αιγίδιον, όστις τότε ευρέθη εις την δυσάρεστον θέσιν να μη δύναται να περιφρονήση ένα τόσον καλόν ναύλον, συνοδευόμενον μάλιστα και με τόσον τρυφερόν και Χριστουγεννιάτικον δώρον.

Αυτά 'πε και αναχώρησεν ο μέγας αργοφόνος• και προς τον μεγαλόψυχον εκίνησε Οδυσσέα η νύμφη, τα μηνύματα ως άκουσε του Δία. 150ακρογιαλιά καθήμενον τον εύρε, ουδ' εστεγνόναν ποτέ τα μάτια, αλλ' έλυονε την ποθητή ζωή του για την πατρίδα κλαίοντας, ουδ' άρεγέ του πλέα η νύμφη, αλλά βιαζόμενος, 'ς τα βαθουλά τα σπήληα, μ' αυτήν, οπού τον ήθελεν, αθέλητα εξενύκτα• 155 και ταις ημέραις κάθοντανακροθαλάσσια βράχη, με θρήνους, μ' αναστεναγμούς, με πάθητην ψυχή του, κ' εκύττα δάκρυα χύνοντας τα τρίσβαθα πελάγη. σιμά του εστάθηκε η θεά, η αταίριαστη, και του 'πε•

Για πού χαζιρεύεσαι; ηρώτησεν η Κρατήρα. — Δεν τάκουσες; Πάνε η εληαίς! απήντησεν ο Μπάρμπα-Σταύρος, και εκτύπα εις το σανιδένιον πάτωμα της οικίας τους βαρείς πόδας του εναλλάξ, όπως εφαρμόση αυτούς ακριβώς εντός των ρωσσικών υποδημάτων και βαδίζη χωρίς να πονή. — Κάμε γλήγορα Κρατήρα! είπε ταχέως μπουρμπουλλίζων τας λέξεις ο γέρων, ως άνθρωπος βιαζόμενος. Δόσε μου το τσίπουρο!

Αλλά μ' όλον ότι πολλοί παρέστησαν εις τον Μαυροκορδάτον, ότι ήτον ανάγκη να θεραπευθή το ζήτημα του Καραϊσκάκη, αυτός επέμεινε βιαζόμενος από το άλλο κόμμα το υπερασπιζόμενον τον Ράγκον.