United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μήτε κείνη όμως η ταραχή, μήτ' άλλες προτήτερες, δεν είταν τίποτις ομπρός στη μεγάλη στάση που θα ιστορηθή τώρα. Είπαν πως πρώτη αφορμή της ταραχής είταν οι Πράσινοι, με το να θέλανε νανεβάσουνε στο θρόνο έναν ανιψιό του Αναστασίου. Το πιθανώτερο είναι πως και να είχαν τέτοιο σκοπό οι Πράσινοι, ο λόγος πρέπει να είταν τα βαριά τα δοσίματα.

Όταν οι κυράδες σας δεν θέλανε εγώ κι ο Τζατσίντο να παντρευτούμε, επειδή εγώ είμαι φτωχιά, έλεγα: δεν είμαι νέα; δεν τον αγαπώ; Μήπως η ντόνα Νοέμι και ο ντον Πρέντου, με όλα τα καλά τους, είναι πλουσιότεροι από εμάς; Από ηλικία, ναι, εάν το θέλουν, από τίποτε άλλο όμως!» Ο Έφις ανασκίρτησε. «Θα παντρευτούν;» «Θα παντρευτούν, ναι! Εκείνος έλιωνε, όπως έλιωνα κι εγώ την περασμένη άνοιξη.

Όλα όσα είχα υποφέρει, ορθωθήκανε μέσα μου, σα να θέλανε να με πνίξουν και το αιστάνθηκα σα θρίαμβο πως την έκαμα και πόνεσε. — Φύγε, μου είπε, φύγε από με. Τι ήθελες ναρθής σε με διόλου; Δεν έκλαιγε όταν έφυγε. Όμως μέσα στο θυμό μου αιστάνθηκα πως της έδωσα με ταστόχαστα λόγια μου τόσο μεγάλη θλίψη, όση δεν αιστάνθηκα ούτε θα αιστανθώ ποτέ ο ίδιος.

Είπε, κι' αφτοί αρκετοί ήθελαν να παν με το Διομήδη, θέλανε οι Αίιδες οι διο, τα θεοπαίδια τ' Άρη, τόθελε ο γιος του Νέστορα και τόθελε ο Μηριόνης, τόθελε και τ' Ατρέα ο γιος, ο μαχητής Μενέλας, 230 τόθελε ο αγονάτιστος Δυσσέας μες στους Τρώες να μπει, τι πάντα γύρεβε τον κίντυνο η καρδιά του.

Τι να κάμουν οι Εθνικοί, μέσα σε τέτοιον ανεμοστρόβιλο, θέλανε δε θέλανε πήγαιναν κ' αυτοί στην Εκκλησιά.

Γιατί στο σπιτικό μας σ' άκουσα εγώ πολλές φορές να λες και να παινιέσαι πως δα το μαβροσύγνεφο του Κρόνου γιο, μονάχη μες στους θεούς, τον γλύτωσες απ' άσκημη λαχτάρα, τότες που θέλανε οι θεοί οι άλλοι — ο Ποσειδώνας, η Ήρα, κι' η θεά Αθήναναν τόνε τριχοδέσουν. 400 Μα απ' τις τριχιές εσύ, θεά, ναν τον γλυτώσεις πήγες. κι' απάνου φώναξες γοργά τον εκατοχεράτο, που Μυριοδύναμο οι θεοί τον λενοι άντρες όμως Αιγαίογιατί στη δύναμη νικάει και το γονιό του· αφτός στο Δία κάθησε σιμά καμαρωμένος, 405 κι' εκείνοι χέρι τράβηξαν απ' τον πολύ τους φόβο.

Η Θεοδώρα, σα Μονοφυσίτισσα που είταν η ίδια της, εννοούσε να παραχωρηθούνε μερικά στους ομόδοξούς της για να τους έχη κάπως πιο συβιβασμένους με την ορθοδοξία. Είχε εννοείται, κι ο Ιουστινιανός το κόμμα του στο παλάτι, κι αυτοί άλλο από κατατρεγμό δε θέλανε νακούσουν.

Αυτή η τελετή μου φάνηκε πολύ παράξενη: να πώς κρίνει κανείς όλα, όταν δεν έχει βγει από τον τόπο του. Έμαθα αμέσως, πως θέλανε να ιδούν, μήπως κρύψαμε κει τίποτε διαμάντια! Είναι έθιμο καθιερωμένο από αμνημονεύτων χρόνων μεταξύ των πολιτισμένων λαών, που διαπλέουν τις θάλασσες.

Τι το θέλανε ; Για να χρειασθή σε μιαν ανάγκη ! ε ; «Να μην ήμουν κ' εγώ και να πάθαινες τη λιγοθυμιά ολομόναχη ! Κύριε σώσε ! Έχω μιαν ιδέα πως πάει να ιδή το κομιτάτο !» Η Βεργινία της έκαμε «ναι» με το κεφάλι. Ορίστε μας! Έμ τότες δε καθότανε σπιτάκι της μια και καλή.

Οι Αθηναίοι όμως κ' οι Πειραιώτες, και να το θέλανε δεν μπορούσαν, επειδή ο Αρχέλαος καρτερούσε κλεισμένος μέσα στον Πειραιά, κι ο Αριστίωνας στην Αθήνα. Γένηκαν λοιπόν οι δυο αυτές πολιτείες θέατρο του πολέμου. Θεόρατες μηχανές κι ανάλογα υψώματα έκτισε ο Σύλλας αντίκρυ στα τειχίσματα του Πειραιά.