Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Δέσε στο χέρι μου το χέρι, έτσι όπως τότε μιαν ημέρα· πουλιά λαλούσαν στον αέρα, στης άνοιξης το πρώτο χάδι στους κλώνους έλιωνε το χιόνι· ήταν βαθιά μες στο λαγκάδι και βρέθηκες κοντά μου μόνη. Δε λέω το μυστικό σου· στάσου να πω μονάχα τη χαρά σου όταν στο λόφο είχαμε φτάση κι αντίκρυσες τον ήλιο κάτου, που χρυσοφώτιζε τα δάση· σ' ένα λαμπρό βασίλεμά του.

Όταν όμως ύστερ' από πολλά χρόνια μπορούσα να γνωρίζω πια πως μου είτανε δυνατό ναπολάψω ένα καλοκαίρι κοντά στη θάλασσα, τότε είταν η γυναίκα μου που μ' έκανε να φοβούμαι πως όλη η χαρά μου θα έλιωνε σ' έναν καπνό.

Όταν οι κυράδες σας δεν θέλανε εγώ κι ο Τζατσίντο να παντρευτούμε, επειδή εγώ είμαι φτωχιά, έλεγα: δεν είμαι νέα; δεν τον αγαπώ; Μήπως η ντόνα Νοέμι και ο ντον Πρέντου, με όλα τα καλά τους, είναι πλουσιότεροι από εμάς; Από ηλικία, ναι, εάν το θέλουν, από τίποτε άλλο όμως!» Ο Έφις ανασκίρτησε. «Θα παντρευτούν;» «Θα παντρευτούν, ναι! Εκείνος έλιωνε, όπως έλιωνα κι εγώ την περασμένη άνοιξη.

Έπαψε, με το πρόσωπο γερμένο πάνω στο ακορντεόν και το βλέμμα σοβαρό από την ανάμνηση. «Πες τα μου όλα. Μπορείς να τα πεις σ’ εμένα, Τσουαναντό. Είμαι κι εγώ της οικογένειας σχεδόν.» «Ναι, θα σας τα πω. Λοιπόν, η Γκριζέντα ήταν άρρωστη, έλιωνε σαν το κερί. Τη νύχτα είχε πυρετό. Σηκωνόταν σαν τρελή και έλεγε: θέλω να πάω στο Νούορο. Όταν όμως ήταν ν’ ανοίξει την πόρτα, δεν μπορούσε.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν