Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Ξέρε το: πως τη στιγμή όπου θάχης μαθημένα όλα τούτα από μένα, κάθε δόξα και τιμή που ο κόσμος θα σου κάνη, ως τον ουρανό θα φθάνη. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Και θα κάνω λοιπόν τι; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Αχ! μια τέτοια ευτυχία εγώ τάχα θα τη ιδώ;
ΒΕΡΑΛΔΟΣ Ξαίρεις τι σκέφτηκα, αδελφέ μου; Να γίνης εσύ γιατρός. Θα σου είναι πολύ πειο κόμοδο, γιατί θάχης μέσα σου ό,τι σου χρειάζεται. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αλήθεια. Είναι ο μόνος τρόπος να γιατρευθήτε μιαν ώρα αρχήτερα. Καμμιά αρρώστεια δεν τολμάει να τα βάλη μ' ένα γιατρό. ΑΡΓΓΑΝ Μου φαίνεται πως με κοροϊδεύεις, αδελφέ μου. Στην ηλικία που είμαι, μπορώ να σπουδάσω εγώ;
Ο Μ-Αργύρης φέρνει το καλαμάρι και το βάζει σ' ένα μικρό τραπεζάκι. Η Δώρα κάθεται κι' αρχίζει να γράφη. Δεν πας να ιδής Μπάρμπ-Αργύρη μήπως σε θέλει τίποτε ο μπαμπάς; Μ' ανησύχησε σήμερα. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Αυτό έλεγα κ' εγώ κοκκώνα μου. Πάω. Φαντάζομαι τι παράπονα θάχης μ' εμένα. Θα λες πως ξελογιάσθηκα και ξέχασα τις ωραίες μέρες που περάσαμε στο μοναστήρι μαζή.
Τα πουλιά φτερουγίζουν και φλυαρούν σα να σε ξαναχαιρετούν ευτυχισμένα σαν τότε. Τίποτε δεν άλλαξε από την εξοχή ακόμα. Μήτε η μαραμένη καλύβα κάτω στο δάσος, μήτε το ποταμάκι που κυλά στις πικροδάφνες και στα πλατάνια, που φουντόνουν νιοβλαστημένα. Θα σκύψουμε να πιούμε νεράκι στην πράσινη όχτη του, σαν τότε· ποτήρι θάχης τα δυο μου χέρια, ποτήρι θάχω τις κόκκινες απαλάμες σου.
Μου φάνηκε, πως άνοιξαν τα ουράνια, θαμπώθηκα από το φως, που χύθηκε μπροστά μου από την είδηση, ότι ζη η μαννούλα μ'. — «Βρε αδερφέ, του λέγω, μη με παραπαίρ'ς έτσι! Εγώ έχω γράμμα εδώ και τριάντα χρόνια, ότι η μάννα μ' είναι πεθαμένη.... θάχης κανένα λάθος.... » «Τον κακό σου τον καιρό! μου είπε. Η μάννα σ', ωρέ μπουμπουνισμένε ζη και ζαίνεται με τες αργατιές, και συ κάθεσαι στα Ξένα και.... »
ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και θεούς δεν θάχης άλλους τώρα πλέον για λατρεία, παρά μόνο τους δικούς μας• δηλαδή αυτά τα τρία: χάος, γλώσσα και νεφέλες. ΧΟΡΟΣ Τώρα με θάρρος λέγε 'ς εμάς σαν μας θαυμάζης και μας τιμάς και θέλης άνθρωπος άξιος να ζήσης, πώς θα σε κάνουμε να ευτυχήσης;
Θεοί μου! είνε πειό καλά, πολύ, πολύ καλήτερα. —Κέρασε άδολο κρασί! και ευφροσύνη θάχης τη νύχτα που θα ψάχης για να διαλέξης ό,τι βρης οσμή γλυκειά να χύνη. — Αλλά τι νάχη γίνη, γυναίκες, ο αφέντης μου, που έχει την κυρά μου; ΧΟΡΟΣ Ώ, θα τον εύρης εύκολα• περίμεν' αυτού χάμου. ΘΕΡΑΠΑΙΝΙΣ Μάλιστα• να τος! τώβαλε κ' εκείνος για το γλέντι. — Ώ τρισευτυχισμένε μου, μακάριε μου αφέντη! ΒΛΕΠΥΡΟΣ Εγώ;
Της θυσίας αυτής το λόγο δεν τον βλέπω. . . Τι γυρεύετε να κάνω; ΚΟΥΒΙΚ. Αντί να σε κλειδώσουνε στη φυλακή, με χιτωνίσκο μούτσου θα σε οδηγήσω στον λιμένα κι' ίσαμ' ο Καίσαρας να μάθη τη φυγή σου, περασμένα θάχης του Αλιάκμονα τα στόμια. Φυσάει πρίμα από το μεσημέρι ο αέρας. Σταματάει το καράβι τούτο μια στην Κρήτη κι' έπειτα σ' ένα ξερόνησο που τ' ονομάζουνε Μελίτη.
Α' ΓΡΑΥΣ Δεν είνε δα το γήρας μου που λύπη θα σου κάνη; Α' ΓΡΑΥΣ Τι μου μιλάς; ΝΕΑΝΙΣ γιατί και συ στο παραθύρι σκύφτεις; Α' ΓΡΑΥΣ Εγώ; μονάχη τραγουδώ στον Επιγένη τον καλόν, που περιμένω νάρθη εδώ. ΝΕΑΝΙΣ Ποιόν άλλο θάχης εραστή του λόγου σου και φίλο, που να σου πρέπη, παρ' αυτόν το Γέρο τον ψωρίλο; ΝΕΑΝΙΣ Δεν έρχετ' εδώ πέρα για σε, γρηά χολέρα! Α' ΓΡΑΥΣ Τώρα θα ιδής, χτικιάρα, συ!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν