United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εσκέφθης ποτέ, αναγνώστα μου, πόσω γλυκύ και αναπαυτικόν ήθελεν είναι ερωμένη φέρουσα ανδρικήν ενδυμασίαν και εις σε μόνον αποκαλύπτουσα τα θέλγητρα της; Ούτε την ζηλείαν ήθελες γνωρίζει ούτε τας μυρίας εκείνας ακάνθας, αίτινες κατά τον Άγιον Βασίλειον καθιστώσιν εργαστήρια οδυνών τας γυναίκας.

Ποίαν να πάρω; και τας δυο; την μίαν; ή καμμίαν; Ούτε την μίαν να χαρώ 'μπορώ ούτε την άλλην, ενόσω ζουν κ' αι δύο των. Την χήραν εάν πάρω, η άλλη απ' την ζήλειαν της έξω φρενών θα γίνη. Αλλά μ' αυτήν δεν ημπορώ να κάμω τους σκοπούς μου ενόσω ζη ο άνδρας της· κι' ως που να γίνη η μάχη εκείνος μου χρειάζεται.

Βλέπων τα ράφια γεμάτα ψωμία, εις δε την τράπεζαν παρατιθεμένην κάτασπρην πίτταν, ωργίζετο, πλην εις βάρος του, διότι έτρωγεν αρπαχτά την ζεστήν πίτταν, — εζήλευε να τρώγη η Κρατήρα φρέσκο, και αυτός ξηροκόμματα, ως τα έλεγε τότε τα ψωμία από την ζήλειαν τουκαι έπιπτεν όλη εις το στομάχι του και παρεπονείτο την νύκτα.

Την ερώτησιν ταύτην υπέλαβεν η Ερμιόνη αποτεινομένην εις την ζηλείαν μάλλον ή την θωπείαν της, και έσπευσε να προσθέση·Αχ, . . . . ζηλεύω τα παιδιά των. Δεν ξεύρεις πόσα είνε, Αγησίλαε, . . . και όλα τόσα . . . τόσα, το ένα μικρότερο και ωραιότερο από το άλλο. Να είχαμε κ' εμείς κανένα! . . . είπε μετ' ολίγον σιγαλή τη φωνή, κύπτουσα το πρόσωπον προς τον σύζυγόν της.

Ναι, εσένα σ' φαίνεται πως είσ' ακόμα μικρή, χαδούλα μ'! Γιατί έτσ' σ' μάθανε. Δεν φταις εσύ! είπε το Μυγδαλιώ, εκχύνουσα την ενδόμυχον ζήλειαν της επί τη τύχη της αδελφής της, ήτις, ως μικροτέρα, δεν είχε &κρυφθή& ακόμη, ήτοι δεν απείργετο της κοινωνίας ως αι προς γάμον ώριμοι, και απήλαυε σχετικής τινος ελευθερίας. Ο μικρός Λαμπράκης είχε πέσει επί τον τράχηλον της μητρός του.

Βλ. την ζωηρότητα μεθ' ης περιγράφει «την ανησυχίαν, την ζήλειαν, τας στερήσεις και τ' άλλα βάσανα του έρωτος» εν τη «Ψυχολογία Συριανού συζύγου». Πρβ. αυτόθι και τα εξής: «Τας πύλας της υπερτάτης ηδυπαθείας δεν δύναται να μας ανοίξη ούτε σεμνή παρθένος, ούτε φιλόστοργος σύζυγος, ούτε υπεραγαπώσα ημάς ερωμένη, αλλά μόνον γυνή φιλάρεσκος, ιδιότροπος και ουχί καθ' ημέραν καλή».

Επροχωρούσαμεν, όλα τα παιδιά προς την σκοτεινήν σκάλα του Νάρθηκα, για ν' αναβώμεν επάνω εις τον γυναικίτην· μπροστά ο Φαφάνας με το βιβλίον, τα ασημένια νομίσματα, και το κερί το αναμμένο, και δίπλα του εγώ σαν προστάτης· και του εψιθύριζατο αυτί, από αγάπην τάχα: — Μη φοβάσαι, μη φοβάσαι! Κοντά μας ήτανε τ' άλλα παιδιά με ζήλειαν κυττάζοντα.

Αλλ' εγώ έχοντας επιθυμίαν διά τέκνα αγόρασα μίαν σκλάβαν με την οποίαν απέκτησα υιόν, τον οποίον αγαπούσα ολοψύχως· και όταν ο υιός μου έφθασεν εις χρόνους δώδεκα της ηλικίας του, εγώ διά κάποιες μου αναγκαίας υποθέσεις μέλλοντας να αναχωρήσω εις ένα ταξείδι μακρινόν, άφησα τον υιόν μου και την μητέρα του εις την επίβλεψιν ταύτης της γυναικός μου, συσταίνοντάς τους εις την αγάπην της και εις την περιποίησίν της, έως που να επιστρέψω από το ταξείδι· αλλ' η γυναίκα μου που είχε λάβει φθόνον, μίσος και ζήλειαν εναντίον του υιού μου και της μητρός του, μετά την αναχώρησίν μου αυτή εύρε τον τρόπον να εκπληρώσει την επιθυμίαν της.

ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Εμπρός! Του κάκου τον ζητούμεν, ανίσως δεν επιθυμή να ευρεθή εκείνος. Ο κήπος του Καπουλέτου. ΡΩΜΑΙΟΣ Όποιος δεν έπαθε πληγήν, γελά τον πληγωμένον! Αγάλια! 'ς το παράθυρον τι φως εκεί προβάλλει; Ανατολή επρόβαλε, κ’ η Ιουλιέτα ήλιος! Ήλιε γλυκέ, ανάτειλε και σβύσε την Σελήνην. Ιδέ την απ' την ζήλειάν της αχνίζει και θαμπόνει, διότι συ την ξεπερνάςτην δόξαν καιτα κάλλη.

Μόνα τα εφήμερα δεν κινδυνεύουσι να προσκρούσωσιν εις μακράν αντίστασιν ερωμένης, διά τον λόγον ότι είνε ακαταμάχητον το επιχείρημα· «Κυρία μου, δεν έχομεν καιρόν». Αλλ' ουδέ έριδας έχουσι να φοβώνται, ούτε ζηλείαν γνωρίζουσιν, ούτε αστασίαν, ούτε ψυχρότητα, ούτε εγκατάλειψιν ή απιστίαν, διά τον λόγον ότι ουδέ διά ταύτας δεν περισσεύει καιρός.