United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ρίγος και σπασμοί κατέλαβον τον κατάδικον όταν είδε εισαγόμενον τον συνήθη πρόδρομον των τουφεκιστών ρασοφόρον. Ούτος, ευθύς άμα έμειναν μόνοι, έσπευσε να προλάβη την επικειμένην λιποθυμίαν του δυστυχούς, λέγων εις αυτόν «μη φοβείσαι, έρχομαι να σε αναγγείλω ότι ο βασιλεύς ηυδόκησε να σου απονείμη χάριν». — Χάριν! ανέκραξεν ο κατάδικος καταφιλών τας χείρας του καπουκίνου.

Είπεν ότι θα το φέρη ο ίδιος αύριον, είπεν ο Σκούντας. — Α, έκαμεν η Βεάτη. — Και αν δεν ειμπορέση, θα υπάγω ο ίδιος αύριον να σας το φέρω. — Έτσι; — Τώρα μ' έστειλε διά να σας αναγγείλω ότι αύριον το πρωί έρχεται το κλειδί. — Πολύ καλά. — Και κάτι άλλας παραγγελίας ακόμα, είπεν ο Σκούντας. — Τι παραγγελίας; Ο Σκούντας περιέβλεψε κύκλω. — Δεν μας ακούει κανείς; είπεν. — Είμεθα μόνοι. Λέγε.

Τώρα λοιπόν, διότι ηξεύρεις εκείνο, το οποίον ήλθα να σου αναγγείλω, χαίρε και προσπάθησον να υποφέρης όσον το δυνατόν γενναιότερον εκείνο, το οποίον δεν ημπορείς ν' αποφύγης. Και συγχρόνως, αφ' ού εδάκρυσεν, εγύρισεν από το άλλο μέρος και ανεχώρει.

Ο Γερμανός Γύλων, γηραιός δούλος, όστις είχε χρησιμεύσει ως βοηθός τροφού εις τον Βινίκιον, και τον οποίον ούτος είχε κληρονομήσει από την μητέρα του, τοις είπε: — Θα αναγγείλω το πράγμα, ναι· αλλά θα υπάγωμεν όλοι μαζύ, ώστε η οργή του να μη πέση επ' εμού και μόνου. Εν τω μεταξύ ο Βινίκιος έχανε την υπομονήν του.

Συγχώρει, αν δεν σου γράφω σήμερον περισσότερα και φαιδρότερα. Άφες την συγκίνησίν μου αμιγή, και ας μείνη και η ιδική σου τοιαύτη. Εν Αθήναις τη 8 Αυγούστου 1879 Τίποτε σχεδόν άξιον λόγου δεν έχω να σου αναγγείλω εξ Αθηνών αυτήν την εβδομάδα, και εντρέπομαι τη αληθεία, όχι εννοείται εις λογαριασμόν μου, αλλ' εις λογαριασμόν της ελληνικής μεγαλοπόλεως διά την νεολογικήν αυτής πτωχείαν.

Ήτο ο τρίτος κληρωθείς και εκέρδιζε πεντήκοντα πέντε χιλιάδας φιορίνια, υπέρ τας τριακοσίας χιλιάδας συριανάς δραχμάς! Έτρεξα ασθμαίνων ν' αναγγείλω την καλήν είδησιν εις την Χριστίναν, η οποία έλειπεν ευτυχώς εις επισκέψεις.

Υπάγω το λοιπόν προς αυτόν διά να του αναγγείλω, και του λόγου σου ως τόσον στάσου με καλήν καρδιά, επειδή και ελπίζω να κάμη καθώς είνε η επιθυμία σου.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Κι αυτός ποιος είναι και τι λέγει τάχα; ΙΟΚΑΣΤΗ Κορίνθιος, και τον θάνατον του Πόλυβου ήλθε, του βασιλέως και του πατρός σου, ν’ αναγγείλη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλήθεια, ξένε; Λέγε, τι μαντάτα φέρνεις; ΑΓΓΕΛΟΣ Αν τούτο ν’ αναγγείλω, άναξ, πρώτα θέλης, γνώριζε πως ο Πόλυβος έχει αποθάνει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πώς; μη τον δολοφόνησαν; Ή απ’ αρρώστεια; ΑΓΓΕΛΟΣ Σε μια κλωστούλα κρέμεται η ζωή του γέρου.

ΑΜΛΕΤΟΣ Και όμως ο καιρός, αισθάνομαι, είναι πολύ πληκτικός και ζεστός, ή το 'χει η κράσις μουΟΣΡΙΚΟΣ Υπερβολικά, Κύριέ μου· πολύ πληκτικός, — οπωςδή- ποτε, — δεν ηξεύρω πώς! Αλλά, Κύριέ μου, η Μεγαλειό- της του μ' επρόσταξε να σου αναγγείλω ότι εβαλεν ένα στοίχημα διά λογαριασμόν σου. Κύριε, ιδού το πράγμαΟΣΡΙΚΟΣ Όχι, 'ς την τιμήν μου· το κάμνω διότι μ' ευχαριστεί, 'ς την τιμήν μου.

Αλλά κάτι άλλο, Δομίτιε· ο κύριός μου επιθυμεί να σου ομιλήση· ηδυνάμην βραδύτερον να σου αναγγείλω τα νέα μου. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Δεν θα είναι τίποτε· αλλ' έστω. — Οδήγησέ με εις τον Αντώνιον. ΕΡΩΣ. Ελθέ, Αινόβαρβε. Αθήναι. Έτερον δωμάτιον της αυτής οικίας. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Λοιπόν, φίλε Έρως; ΕΡΩΣ. Έχομεν παραδόξους ειδήσεις, Αινόβαρβε! ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Τι τρέχει; Ρώμη. Δωμάτιον εν τη οικία του Καίσαρος.