United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διό ουδόλως διστάσασα η κοψωμένη ηρωίς έτεινεν αμφοτέρας τας χείρας εις την εύγλωττον ρασοφόρον, ενώ η σύντροφος αυτής κατησχυμμένη και ουδέν έχουσα αντειπείν διελύετο εις καπνόν, ως οι γυναικόμορφοι εκείνοι δαίμονες οίτινες διέκοπτον τας ευσεβείς μελέτας του αγίου Παχωμίου, παρενθέτοντες λευκά στήθη ή κόκκινα χείλη μεταξύ των οφθαλμών του και του ευχολογίου.

Ρίγος και σπασμοί κατέλαβον τον κατάδικον όταν είδε εισαγόμενον τον συνήθη πρόδρομον των τουφεκιστών ρασοφόρον. Ούτος, ευθύς άμα έμειναν μόνοι, έσπευσε να προλάβη την επικειμένην λιποθυμίαν του δυστυχούς, λέγων εις αυτόν «μη φοβείσαι, έρχομαι να σε αναγγείλω ότι ο βασιλεύς ηυδόκησε να σου απονείμη χάριν». — Χάριν! ανέκραξεν ο κατάδικος καταφιλών τας χείρας του καπουκίνου.

Εφαντάζετο ότι βλέπει τον δυστυχή της καλύβης κάτοικον, καθώς τον είδε τότε καθήμενον κατά γης εις την σκιάν μιας κέδρου, καθαρίζοντα χόρτα άγρια εντός της πηλίνης χύτρας του και στρέφοντα μετ' απορίας την κεφαλήν προς τον μικρόν ρασοφόρον.

Αλλ' ο μαθητής ουδόλως εκ τούτου επτοείτο, ούτε κατέστελλε τον γέλωτα. Ανέτεινε μόνον τας χείρας, και συλλαμβάνων ασφαλώς, μετεώρους ακόμη, τους ακινδύνους του ιερομονάχου κεραυνούς, επέστρεφεν αυτούς εις τον ρασοφόρον Δία, συντετριμμένος μεν το φαινόμενον και κάτω νεύων την κεφαλήν, αλλά σπαίρων όλος εκ του συγκρατουμένου γέλωτος.