Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Όρσε, διάολε! είπε φαρμακωμένος· μια φέρνει να μας πνίξη μια μαγκάρει... Ταρσανά θα κάνουμε!... Ο καπετάν Κρεμύδας ήταν πενηντάρης, κοντόχοντρος, στιβαρός, με κεφάλι ολοστρόγγυλο, με πρόσωπο κρεμεζοβαμμένο και μαλλιά κατάσπρα· με μάτια μικρά, φρύδια και μουστάκια βλάγκα· με φωνή βραχνή και βαρειά σαν ρέκασμα κυμάτου που σκάει στης ακρογιαλιάς τα χάλαρα και με καρδιά απονήρευτη.

Το ελάχιστο, αυτός ο Ιωαννίδης δεν θα πάρη σύνταξι, τίποτε; τον ναυτολογώ ταχτικά! Τίποτε δεν του λείπει. Τα χαρτιά του είνε σωστά. Εγώ, ας κουρεύομαι. Και στρεφόμενος προς μεσημβρίαν, έκαμνε λίαν εκφραστικήν χειρονομίαν, με τον αντίχειρα και με τον δείκτην λέγων·Όρσε, κουβέρνο! Και ουχ' ήττον υπέφερε πολλά διά να τον «περάση στα χαρτιά» αυτόν τον Γιάννην τον Πανταρώταν.

Μια ώρα τριγυρίζω εδώ πέρα, κι' εγώ θαρρώ πως είμαι όλη 'μέρα. Για σας οπού πηδάτε 'στο χορό, περνούνε και η ώραις 'στο φτερό. Για το φτωχό φαντάρο που φυλάγει, θαρρείς πως και η ώρα 'πίσω 'πάγει. 'Στον πόλεμο να ήσαι και να κρυώνης, καθόλου δεν σε μέλει, δεν θυμόνεις. Μα να χορεύη όλη η Ελλάς, και συ με τόσο κρύο να φυλάς; Όρσε λοιπόν εις όλο το ντουνιά, τον άδικο, τον ψεύτη, το φονιά.

Της ανθηράς νεότητος εσίγησεν η Μούσα, ως σκεύος πλέον άχρηστον εις τον Πλανήτην είμαι... περνά κι' ο Ερωτόκριτος, περνά κι' η Αρετούσα, κι' εμένα τρέμουν και λυγούν εκ γήρατος αι κνήμαι. Μα κι' ο Ρωμαίος έρχεται μαζί με την Ζουλιέτα κι' οι δυο ακούω να μου λεν «όρσε, γαμπρέ, κουφέτα».

Εγώ δεν τα φουσκόνω, παρετήρησε μετριοφρόνως ο Δημήτρης. Μου φτάνει και τόσο. — Ο κυρ δεκανέας ευχαριστηέται με λίγα, διέκοψεν από της τραπέζης του ο οινοπώλης, όστις περίεργος είχε παρακολουθήσει εξ αρχής την συζήτησιν. — Όρσε και ο κυρ Μπούτρος με το λογάκι του! είπεν αναβλέψας προς αυτόν ο ρικνός αντιπολιτευόμενος.

Ο παπάς ξεπετάχτηκε αμέσως από τη στρώση του, τράβησε ένα σπίρτο στον τοίχο, άναψε ένα κηρί, που έβγαλε από τον κόρφο του, βγήκε όξω στο πεζούλι της κρεβάτας, μουρμουρίζοντας κάτι προσευχές, νίφτηκε, χτενίστηκε με μια αριά τσατσάρα κι' ύστερα πήρε το ραβδί του, κατέβηκε τη σκάλα και φτάνοντας όξω από τα μαντζάτα φώναξε: — Κυρά! Κυρά! — Όρσε, παπά! Απολογήθηκε η γριά και πετάχτηκε ορθή.

Ίσως κι' από 'ψηλά κανείς βασανισμένος εδώ 'στά χαμηλά κυττάζει σαστισμένος. Κι' ο νους του όλος κρίσι καθώς και ο 'δικός μου ζητεί να 'βρη μια λύσι 'στό πρόβλημα του κόσμου· Και δεν 'μπορεί και κλαίει, και δεν 'μπορώ και κλαίω, όρσε κι' αυτός μου λέει, όρσε κι' εγώ του λέω. Την σοφίαν, λέγει, ζήτει ο μεγάλος Πυθαγόρας, και αυτήν σκοπόν κηρύττει πας σοφός εκ πάσης χώρας.

Έπειτα έπεφτεν ο άνεμος, τα πανιά εκυματούσαν σιγαλινά, τα σχοινιά ελάγκευαν κ' εχτυπιόνταν στο κατάστρωμα, ως που έμεναν τέλος ακίνητα, νεκρά. Και ο καπετάν Κρεμύδας φαρμακωμένος εσυχνοψιθύριζε, σφίγγοντας τα δόντια του. Όρσε, διάολε! μια φέρνει να μας πνίξη μια μαγκάρει... Ταρσανά θα κάνουμε! ...

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν