United States or Nauru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά μη βλέποντες άνθρωπόν τινα, και όντες κουρασμένοι κατά πολλά, επειδή ο ήλιος εβασίλευε και επλησίαζεν η νύκτα, τρέμοντες από τον φόβον, και στοχαζόμενοι πού να φύγωμεν, ιδού βλέπομεν εξαίφνης και ανοίγει μία θύρα από ένα κατώγεον, και εβγαίνει έξω ένας γίγαντας μαύρος και φοβερός, όστις είχεν ένα μάτι μόνον στρογγυλόν εις το μέτωπον τόσον κόκκινον, που εφαίνετο ωσάν πέταλον καμμένον εις το καμίνι· τα εμπροσθινά του δόντια ήσαν έως μίαν πιθαμήν μεγάλα και σουβλερά, και έβγαιναν έξω από το στόμα, το οποίον στόμα του ήτον ωσάν το του αλόγου· το κάτω του χείλι εκρέματο έως εις το στήθος· τα αυτιά του ήσαν μεγάλα έως μίαν πήχυν, πλατιά και μαλλιαρά ωσάν του Ελέφαντος και του εσκέπαζαν τες πλάτες· τα νύχια του ήτο ωσάν του αετού και λεονταριού.

Ντε Ψαρή μ' ντεεεέ! — Τουρκιάς καιρός, οπού λες, του Νάκο-Μήτρα το σπίτι στο χωριό, ήταν βοήθεια του κάθε φτωχού κ' ήταν του κάθε καψοραγιά καταφύγι. Εκεί ήταν οπώβρισκε ο κάθε χριστιανός σπλαχνικό αφτί να ειπή τον πόνο του, το Νάκο-Μήτρα. Κ' έβρισκε χέρι αγαπημένο τη Νάκο-Μήτραινα να τον πορέψη με κάθε βοήθεια και με κάθε γλυκόλογο το χρυσό της χείλι να τον παρηγορήση.

Ο πρώτος ξαναείπε: — Το μαύρο μαντήλι την κάνει ομορφότερη.... Ο δεύτερος αναστέναξε. Οι δυο μαζή γύρισαν και την κύτταξαν με γλυκά μάτια. Ο πρώτος ήταν ξανθός, με μεγάλα μουστάκια και γαλανά μάτια. Ο δεύτερος μελαχροινός, χλωμός, με λίγο μαύρο χνούδι απάνω απ' το χείλι του. Η γυναίκα σήκωσε τα μάτια της και τους κύτταξε, σαν να κατάλαβε πως μιλούσαν γι' αυτήν.

Τι γράφει απάνω;., αριθμό έχει μονάχα. . πουν' η ρετσέτα; -Την κρατήσανε στο φαρμακείο. Άνοιξ’ ένα σκονάκι ο γιατρός κ' έβαλε στη γλώσσα του και χτύπησε τα χείλια του. . σήκωσε τους ώμους και κρέμασε το κάτω χείλι τον, σα νάθελε να πη: «ξέρω κ' εγώ τι κουραφέξαλα είνε αυτά !» -Τώρα ό,τι είναι είναι! Σταθήτε να κάμουμε μια στιγμή την ένεση.

Και προς αυτήν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• «Να σώπαιναν, βασίλισσα, προς χάριν σου οι μνηστήρες, θα ευφραινόσουν ακούοντας τι λέγει αυτό το χείλι. τον είχατην καλύβα μου τρεις 'μέραις και τρεις νύκταις• 515 τιεμέ πρώτα επρόσπεσε φευγάτος απ' το πλοίο, και όμως να ειπή δεν πρόφθασε τα πάθη τ' όλα εκείνος και ως θεοδίδακτος αοιδός ψάλλει χαριτωμένα εις τους ανθρώπους άσματα, και όλοι, προσηλωμένοιτην όψι του, ακροάζονται με πόθο το τραγούδι, 520 όμοια και αυτός εμάγευεν εμέτα μέγαρά μου. και λέγει ότ' είναι πατρικός ξένος του Οδυσσέα, και ότιτην Κρήτη κατοικεί, του Μίνω την πατρίδα. κείθ' ήλθ' όπως τον κύλησε τον θλιβερόν η μοίρα, και βεβαιόνει ότ' άκουσεν ως προς τον Οδυσσέα 525 εδώ σιμά, 'ς την κάρπιμη των Θεσπρωτών την χώρα, 'που ζη και φέρνει θησαυρούς πολλούς εις την πατρίδα».

Αφού το αποτελείωσε με μαγικές τέχνες, τώκλεισε μέσα σ' ένα μπουκαλάκι και είπε κρυφά στη Βραγγίνα. — Κόρη, θακολουθήσης την Ιζόλδη στη χώρα του Βασιληά Μάρκου, και θα την αγαπάς με πιστή αγάπη. Πάρε λοιπόν αυτό το μπουκαλάκι με το κρασί και κράτα καλά τα λόγια μου. Κρύφ' το με τέτοιον τρόπο ώστε κανένα μάτι να μη το ιδή και κανένα χείλι να μη τ' αγγίση.