United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εισελθών δε διηγήθη εις την γυναίκα του όλα όσα τω είχεν ειπεί ο Αστυάγης. «Τώρα, ηρώτησεν εκείνη, ποίος είναι ο στοχασμός σου; τι σκοπεύεις να πράξης;» Ο δε απεκρίθη· «Όχι εκείνο το οποίον με διέταξεν ο Αστυάγης· έστω και αν παραφρονήση ή εκμανή περισσότερον, εγώ δεν θα συμμερισθώ την γνώμην του ούτε θα τον υπηρετήσω εις τοιούτον φόνον.

Αλλ' ο Όλυμπος μου ενθυμίζει μίαν καλήν ιδέαν, πρέπει όμως και συ να βοηθήσης και να κοπιάσης ολίγον. ΧΑΡ. Να διατάσσης μόνον και θα σε υπηρετήσω όσον δύναμαι.

Είχεν ήθος σοβαρόν και ψυχρότατον· η παρουσία της μόνη προυξένει παγετόν εν καιρώ φθινοπώρου. — Τι θέλεις εδώ; είπε προς την Σιξτίναν ευθύς ως εισήλθεν. — Ήλθα να υπηρετήσω την ξένην, απήντησε τρέμουσα η μοναχή. — Τέτοια ώρα; Μεσάνυκτα; — Είνε μεσάνυκτα; είπεν αυτομάτως η Σιξτίνα, αγνοούσα πράγματι τι ώρα ήτο. — Λοιπόν τέτοια ώρα κάμνεις τας επισκέψεις σου; επανέλαβεν αγερώχως η ηγουμένη.

Θέλω ν' αρμενίσω στην άγνωστη θάλασσα... Θέλω να με πάνε τα κύματα μακρυά, μακρυά, καταμόναχο. Σε ποιον τόπο; δεν ξέρω, αλλά κει που ίσως θα βρω τη γιατρειά μου. Και ίσως μια μέρα θα σας υπηρετήσω ακόμη, ωραίε θείε, ως αρπιστής, ως κυνηγός, και ως υποτελής». Παρακάλεσε τόσο θερμά, που στο τέλος ο Βασιληάς Μάρκος τούκανε το θέλημά του. Τον έφερε σε μια βάρκα δίχως πανιά και δίχως κουπιά.

Ή Βασίλισσα είναι πληχτική για σας, για δοκιμάστε αυτή. Ας κάμουμε αλλαγή, σας δίνω την αδελφή μου δανείστε μου την Ιζόλδη. Θα την πάρω και θα σας υπηρετήσω με αγάπη». Ο Βασιληάς γέλασε και είπε στον τρελλό: «Αν σου δώσω τη Βασίλισσα, τι θα θελήσης να την κάμης; Πού θα την πας; — Κει πάνω, μέσα από τον ουρανό και τα σύννεφα, σ' ένα ωραίο γυάλινο παλάτι.

Οι πρόγονοί μου, δεν είνε ζήτημα, κατείχαν αξιοπρεπείς θέσεις· είχα την τιμή να υπηρετήσω έξη χρόνια στο στρατό, και έχω μια κάποια περιουσία, τόση δηλαδή, όση μου επιτρέπει να κρατήσω μια κοινωνική θέσι αρκετά ευπρόσωπη· μα μ' όλα αυτά, δεν εφαντάσθηκα ποτέ μου να επιδιώξω τίτλους, τους οποίους πολλοί άλλοι στη θέσι μου θα επεδίωκαν· και σας λέγω ειλικρινώς ότι δεν είμαι καθόλου αριστοκράτης.

Αλλά ο Βασιληάς συγκινήθηκε, και για πρώτη φορά μιλώντας στον ανηψιό του: «Πού θα πας μ' αυτά τα κουρέλια; Πάρε από το θησαυροφυλάκιό μου ελεύθερα ό,τι θέλεις, χρυσάφι, ασήμι, γουναρικά, υφάσματα. — Βασιλιά, είπε ο Τριστάνος, δε θα πάρω ούτε πεντάρα, τίποτα. Όπως μπορέσω, θα πάω πιστά να υπηρετήσω τον πλούσιο Βασιληά της Φρίζης». Γύρισε τάλογό του και κατέβη κατά τη θάλασσα.

Πατέρα, θα τον κρατήσης και ο γυιός σου κατόπιν θα τον κρατήση κατόπιν σου. Στον Βασιληά Μάρκο θα δώσω το σώμα μου. Θ' αφήσω αυτόν τον τόπο, αν και μου είναι πολύ αγαπητός, και θα πάω να υπηρετήσω τον κύριό μου τον Βασιληά Μάρκο της Κορνουάλλης. Αυτή είναι η σκέψις μου.

Και θα ήθελα, κύριε, να είχατε όλες αυτές τις αρρώστειες που σας είπα, να σας είχαν εγκαταλείψει όλοι οι γιατροί, να ήσθε απελπισμένος, να πνέατε τα λοίσθια, για να σας δείξω τα έξοχα αποτελέσματα των γιατρικών μου και τον πόθο που έχω να σας υπηρετήσω. ΑΡΓΓΑΝ Σας είμαι υπόχρεως, κύριε, για την καλωσύνη που αισθάνεστε για μένα. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Δώστε μου το σφυγμό σας. Πω! πω! πώς κτυπάει!

Η φωνή τους και η φωνή της άρπας μπαίνουν μέσ' την καρδιά των ανθρώπων, ξυπνάνε της πειο αγαπημένες τους αναμνήσεις, και τους κάνουν να ξεχνάνε τόσες και τόσες λύπες και ατυχίες. Για χαρά μας μεγάλη ήλθες εδώ σπήτι μας. Μείνε πολύν καιρό κοντά μου, φίλε! — Ευχαρίστως, θα σας υπηρετήσω, Μεγαλειότατε, ως αρπιστής, ως κυνηγός, και ως υποτελής». Έτσι και έκαμε.