Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Κάθε ζωή ήτανε δική του πράγματι· από τους εμπόρους που κάθονταν στην αγορά ως τον κουκουλωμένο στην κάππα του βοσκό του βουνού, από τη νύμφη την κρυμμένη ανάμεσα στις δάφνες και τον φαύνο που έπαιζε το σουραύλι καταμεσήμερα ίσαμε τον βασιληά που μέσα σε μακρουλό φορείο με πράσινα παραπετάσματα τον έφερναν δούλοι πάνω σε λαμπυρίζοντας από το λάδι ώμους και τον ανέμιζαν με ριπίδια από φτερά παγωνιού.
Τι πένθος έρριξαν στον τόπο αυτοί που σας πρόδωσαν! Καταραμένοι να είναι!» Σέρνοντας φέρνουν τη Βασίλισσα έως τ' αναμμένα αγκάθια, που βγάνουν μεγάλες φλόγες. Ο Ντινάς, ο άρχοντας του Λιντάν, πέφτει στα πόδια του Βασιλιά. «Βασιληά, άκουσέ με.
Και θέλετε, Τριστάνε, να ζητήσω εγώ από το Βασιληά να σε συχωρέση; Αλλ' αν ήξερε μοναχά, ότι ήρθα κάτω απ' αυτό το πεύκο, θάρριχνε αύριο τη στάχτη μου στους τέσσερες ανέμους!» Ο Τριστάνος είπε θρηνώντας: — Α! ωραίε θείε! λένε ότι «κανείς δεν είναι παληάνθρωπος, αν δεν κάνη παληανθρωπιές». Μα σε ποία καρδιά μπόρεσε να γεννηθή τέτοια υποψία!
Έπειτα σε ποιον τόπο μάγων κατώρθωσε να βρη φάρμακο για της πληγές του. Ασφαλώς είναι κάποιος μάγος. Ναι, η βάρκα του ήταν νεράιδα καθώς και το ξίφος του, και μαγεμένη είναι η άρπα του που κάθε μέρα σταλάζει δηλητήρια μέσ' την καρδιά του Βασιληά Μάρκου.
Η αξία του, στα μάτια του βασιληά, ετριπλασιάζετο από το παράστημά του που ήταν νάνο και καμπούρικο.
Την ημέρα της συναθροίσεως των βαρώνων, ο Τριστάνος έστειλε μυστικά στο καράβι του τον Περινίς, τον ακόλουθο της Ιζόλδης, για να παραγγείλη στους συντρόφους του να βρεθούν στην αυλή, στολισμένοι όπως έπρεπε στους απεσταλμένους πλουσίου Βασιληά: γιατί ήλπιζε την ίδια μέρα κι' όλας να φθάση στο τέρμα της περιπετείας.
Είμαι Βασιληάς σας κ' είστε υποταχτικοί μου. Ακούστε τι μου παραγγέλνουν. Έπειτα συμβουλεύτε με, το απαιτώ, γιατί μου οφείλετε συμβουλή». Ο γραμματέας σηκώθηκε, ξεδίπλωσε την επιστολή με τα χέρια του, κι' όρθιος μπροστά στο Βασιληά: «Άρχοντες, είπε, ο Τριστάνος παραγγέλνει πρώτα πρώτα χαιρετίσματα και αγάπη στο Βασιληά και σε όλη την βαρωνεία του.
Λοιπόν, Άρχοντες, όταν ο Περινίς γύριζε στο Τινταγκέλ, συνέβη να παρατηρήση μέσα σε κάτι δέντρα τον ίδιο δασοφύλακα που άλλοτε ανακάλυψε τους αγαπημένους, κοιμισμένους στην καλύβα, και τους πρόδωσε στο Βασιληά. Τώρα είχε σκάψει ένα λάκκο βαθύ, και τον εσκέπαζε προσεχτικά με φυλλώματα, για να πιάση λύκους κι' αγριογούρουνα.
Με τρεμούλα άπλωσε η Ιζόλδη το δεξί χέρι στα οστά των αγίων και είπε: «Βασιληά του Λογρ, και σεις Βασιληά της Κορνουάλλης, και σεις άρχοντα Γκωβαίν, άρχοντα Κε, άρχοντα Ζιρφλέ, και σεις όλοι που ήρθατε δω εγγυητές μου, σ' αυτά τα άγια λείψανα και σ' όλα τα άγια λείψανα που βρίσκονται στον κόσμο, ορκίζομαι ότι ποτέ κανείς άνθρωπος γεννημένος από γυναίκα δε με κράτησε στα χέρια του εκτός από το Βασιληά Μάρκο τον κύριό μου, κι' από το φτωχό προσκυνητή που προ ολίγου έπεσε χάμω μπρος στα πόδια σας.
Πες 'ς τους ραγιάδες τους βοσκούς να βγάλουν τα κουδούνια Από τα γιδοπρόβατα, να μη λαλούν φλογέραις· Πες 'ς τα κορίτσια του Δαδιού να μη λαμπροφορέσουν, 'Στά μαύρα πες τους να ντυθούν, και να μη τραγουδήσουν 'Σάν παν 'ςτή βρύσι για νερό, 'ςτήν ποταμιά για πλύμα· Πες να σωπάσουν τα πουλιά και να μη κελαϊδήσουν, Κ' έλα, βουνίσια Μούσα μου, χωριατοπούλα Μούσα, Έλα να κλάψουμε κ' ημείς του Βασιληά την Κόρη,
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν