Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Φαινότανε στον Τριστάνο ότι ολοζώντανος βάτος με κοφτερά αγκάθια και μεθυστικά άνθη εβύθιζε της ρίζες του στο αίμα της καρδιάς του και με δυνατά δεσμά ένωνε το σώμα του στο ωραίο σώμα της Ιζόλδης, και μαζύ όλη τη σκέψι του κι' όλες της επιθυμίες του. Σκεφτότανε: «Αντρέ, Ντενοαλέν, Γκενελόν, και Γοντοΐν, άπιστοι που με κατηγορούσατε ότι είχα στο μάτι τη χώρα του Βασιληά Μάρκου!

Τέτοια εκδίκησι έδωσε ο Θεός εναντίον των προδοτών που τόσο τους είχαν μισήσει: Σκοτωτοί πήγαν κ' οι τέσσεροι. Ο Γκενελόν, ο Γκοντοΐν, ο Ντενοαελέν, κι' ο Αντρέ. Μάζεψαν την άγκυρα, σήκωσαν το κατάρτι, τέντωσαν το πανί. Ο δροσερός πρωινός άνεμος εβούιζε στα σκοινιά, και φούσκωναν τα πανιά.

Κει κάτω, στην καλύβα, ο Τριστάνος και η Βασίλισσα κοιμώντανε σφιχτά αγκαλιασμένοι. Ξαφνικά, ο Γκορνεβάλης άκουσε το θόρυβο κοπαδιού σκυλιών: με μεγάλη ορμή τα λαγωνικά κυνηγούσαν ένα ελάφι, που είχε ριχτεί στη χαράδρα. Μακρυά, στην πεδιάδα, φάνηκε ένας κυνηγός. Ο Γκορνεβάλης τον εγνώρισε: ήτανε ο Γκενελόν, ο άνθρωπος που περισσότερο απ' όλους μισούσε ο Τριστάνος.

Μια μέρα μολαταύτα, ένας από τους άπιστους προδότες, ο Γκενελόν, — που καταραμένος νάναι από το Θεόπαρασύρθηκε από την ορμή του κυνηγίου, κι' ετόλμησε να προχωρήση μέχρι απ' έξω από το δάσος του Μορουά. Εκείνο το πρωί, στην παρυφή του δάσους, ο Γκορνεβάλης είχε ξεσελλώσει το άτι του και τάφησε να βόσκη στη δροσερή χλόη.

Γιε, ήταν εχθρός σου!». Κι' ο Τριστάνος χαίρεται: ο χειρότερος εχθρός του, ο πειο μισητός, ο Γκενελόν, είναι σκοτωμένος! Από τότε κανείς πεια δεν ετόλμησε να μπη στο άγριο δάσος. Ο τρόμος φυλάει της πόρτες του κι' οι δυο εραστές είναι κύριοι κει μέσα. Εκείνη την εποχή ο Τριστάνος έφτιασε το «α λ ά θ ε υ τ ο» τόξο, που πάντοτε πετύχαινε το στόχο, άνθρωπο ή αγρίμι στο σημαδεμένο μέρος.

Για να χαρεθή ο κύριός του όταν θα ξυπνούσε, ο Γκορνεβάλης κρέμασε από τα μαλλιά το κεφάλι στη διχάλα της καλύβας, και τα πυκνά φύλλα το επλαισίωναν γύρω-γύρω. Ο Τριστάνος ξύπνησε και είδε μισοκρυμμένο πίσω από τα φύλλα, το κεφάλι που τον εκύτταζε. Αναγνωρίζει τον Γκενελόν. Ταραγμένος, σηκώνεται όρθιος. Αλλά ο Γκορνεβάλης του φωνάζει: «Ησύχασε, είναι νεκρός. Μ' αυτό το σπαθί τον σκότωσα.

Κι' έπειτα από χίλιους κινδύνους, μια μέρα παρουσιάστηκε πάλι μπρος στον Βασιληά Μάρκο. Μέσ' την αυλή του Βασιληά Μάρκου ήτανε τέσσερες βαρώνοιοι πειο άπιστοι των ανθρώπωνπου μισούσαν με μαύρο μίσος τον Τριστάνο για την αντρεία του και για την τρυφερή αγάπη που του είχε ο Βασιληάς. Και ξέρω καλά να σας ξαναπώ τα ονόματά τους: Αντρέ, Γκενελόν, Γοντοΐν, και Ντενοαλέν.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν